Η πρόταση της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για την ενεργοποίηση ρήτρας διαφυγής στις αμυντικές δαπάνες βρίσκει θετική ανταπόκριση από το υπουργείο Οικονομίας. Η ελληνική κυβέρνηση εκτιμά ότι ένα τέτοιο μέτρο θα διευκολύνει τον κρατικό προϋπολογισμό, επιτρέποντας την αύξηση των κονδυλίων για την άμυνα χωρίς δημοσιονομικές περικοπές. Ωστόσο, αποσαφηνίζεται πως η συγκεκριμένη εξαίρεση δεν θα ανοίξει τον δρόμο για πρόσθετες κοινωνικές παροχές.

Η ελληνική κυβέρνηση βλέπει με θετική ματιά την πρόταση της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, για την ενεργοποίηση ρήτρας διαφυγής σχετικά με τις αμυντικές δαπάνες. Το μέτρο αυτό στοχεύει στο να επιτρέψει στα κράτη-μέλη της Ε.Ε. να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες, χωρίς να υποχρεούνται να περικόψουν άλλα κονδύλια του προϋπολογισμού.

Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, σε δηλώσεις του από τις Βρυξέλλες τόνισε ότι η πρωτοβουλία αυτή «ενισχύει την αμυντική ικανότητα της χώρας και στέλνει ένα σαφές μήνυμα αποτροπής». Ωστόσο, διευκρινίζεται από κυβερνητικές πηγές πως η ρήτρα διαφυγής δεν σημαίνει αυτόματα περισσότερα χρήματα για άλλες κρατικές δαπάνες, καθώς η στόχευση του μέτρου είναι αποκλειστικά η άμυνα.

Το δημοσιονομικό όφελος και τα όρια

Με βάση την προτεινόμενη εξαίρεση, αν οι αμυντικές δαπάνες αυξηθούν, για παράδειγμα, από 1,1 δισ. ευρώ σε 1,4 δισ. ευρώ το 2024, αυτό το επιπλέον ποσό δεν θα απαιτήσει περικοπές σε άλλους τομείς. Παρόλα αυτά, το υπουργείο Οικονομικών υπογραμμίζει πως η εφαρμογή του μέτρου πρέπει να γίνει με προσοχή, ώστε να μη διαταραχθεί το πρωτογενές πλεόνασμα και η σταθερότητα του χρέους.

Η ελληνική κυβέρνηση ενδέχεται να επωφεληθεί ιδιαίτερα από την πρόταση, λόγω της γεωπολιτικής της θέσης και των αυξημένων αναγκών της χώρας για εξοπλισμούς.

Τα επόμενα βήματα και οι όροι της ρήτρας

Προς το παρόν, δεν έχουν διευκρινιστεί οι όροι και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα κράτος-μέλος θα μπορεί να υπερβεί τα όρια στις αμυντικές δαπάνες. Το ζήτημα αυτό αναμένεται να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγματεύσεων, είτε στο πλαίσιο του Eurogroup είτε μέσω διμερών συζητήσεων ηγετών. Η οριστική απόφαση αναμένεται να ληφθεί στη Σύνοδο Κορυφής του Μαρτίου, όπου θα καθοριστεί αν η εξαίρεση θα ισχύει οριζόντια για όλα τα κράτη-μέλη ή αν θα διαφοροποιείται ανάλογα με τις εθνικές ανάγκες.

Οι υφιστάμενοι δημοσιονομικοί κανόνες της Ε.Ε. θέτουν όρια στην ετήσια αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών. Για την Ελλάδα, το 2025 το όριο αυτό είναι 3,7% (περίπου 3,5 δισ. ευρώ), ενώ μειώνεται σταδιακά τα επόμενα χρόνια. Στο πλαίσιο αυτό, αν η χώρα χρειαστεί να διαθέσει επιπλέον 1 δισ. ευρώ για την άμυνα, τα χρήματα αυτά θα πρέπει να εξευρεθούν από αυξήσεις φόρων ή από νέα έσοδα που θα προέρχονται, μεταξύ άλλων, από την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής.

Η Σύνοδος Κορυφής του Μαρτίου αναμένεται να ξεκαθαρίσει το τοπίο και να καθορίσει αν η πρόταση της Κομισιόν θα αποτελέσει εργαλείο οικονομικής ευελιξίας για τις χώρες της Ε.Ε. ή αν θα συνοδεύεται από αυστηρούς περιορισμούς.