Τι θα γινόταν άραγε εάν ένα συγκρότημα έπαιζε μέσα στα Σκόπια, σε μια δημόσια συναυλία, το «Μακεδονία Ξακουστή»;

Θα μιλούσαν άραγε οι γνωστοί κύκλοι που πρόσκεινται στην Αριστερά για «ελευθερία της τέχνης» ή θα υπήρχαν άμεσες αντιδράσεις, απαγορεύσεις και καταγγελίες; Τώρα, ας συμφωνήσουμε όλοι με τον δήμαρχο της Φλώρινας που δικαίως αντέδρασε και παρενέβη όταν, σε συναυλία στις 22 Δεκεμβρίου, ακούστηκαν σλαβόφωνα τραγούδια μέσα στην πόλη του.

Δεν μπορεί όταν οι Έλληνες προασπίζονται το εθνικό τους φρόνημα και την πατρίδα τους να βαφτίζονται συλλήβδην «εθνικιστές» από τους γνωστούς, ενώ όταν οποιοσδήποτε άλλος λόγος στρέφεται κατά της Ελλάδας να αντιμετωπίζεται σαν νερό για λειτουργιά από τους ίδιους πολιτικούς και ιδεολογικούς χώρους. Αυτή η επιλεκτική ευαισθησία δεν είναι ούτε προοδευτική ούτε δημοκρατική.

Η Φλώρινα και συνολικά η Δυτική Μακεδονία είναι περιοχές βαθιά ταλαιπωρημένες ιστορικά, περιοχές που πλήρωσαν με ποτάμια αίμα τον Μακεδονικό Αγώνα. Κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει τις αλυτρωτικές βλέψεις των Σκοπιανών, οι οποίες συχνά επιχειρούν να ντυθούν με τον μανδύα της τέχνης και του πολιτισμού. Ο δήμαρχος έκρινε –και ορθά– ότι τέτοιου είδους τραγούδια δεν μπορούν να ακούγονται ανενόχλητα στην πόλη του, όταν το εθνικό συναίσθημα των κατοίκων είναι εύλογα ευαίσθητο.

Η παρέμβασή του δεν στρεφόταν κατά της μουσικής, αλλά υπέρ της ιστορικής μνήμης και της κοινωνικής συνοχής. Άλλωστε, μετά την παρέμβαση, το συγκρότημα συμμορφώθηκε και συνέχισε με ελληνικούς στίχους. Στη Φλώρινα δεν έχουν καμία δουλειά σλαβόφωνα τραγούδια που ακουμπούν έστω και έμμεσα σε αμφισβήτηση της ελληνικότητας της Μακεδονίας – μιας Μακεδονίας που έδωσε αγώνες για το όνομά της και το πλήρωσε ακριβά, παραχωρώντας το για μια γραβάτα.

Φτάνει, ως εδώ.