Το ερώτημα «Αλήθεια, μισεί η κυβέρνηση τον πολιτισμό;» θέτει, σε άρθρο του υπό αυτόν το τίτλο στην Καθημερινή της Κυριακής, ο υπουργός Επικρατείας, Άκης Σκέρτσος, τονίζοντας τον σημαντικό ρόλο των καλλιτεχνών με την επισήμανση ότι «δεν υπάρχει ανθρώπινη κοινωνία χωρίς τέχνη».
Ο κ. Σκέρτσος αναφέρει πως το ενδιαφέρον της κυβέρνησης για την τέχνη και τον πολιτισμό αποδεικνύεται έμπρακτα με την αύξηση των εργαζομένων στον πολιτισμό κατά 17% το 2021 σε σύγκριση με το 2019, τη μεγαλύτερη στην ΕΕ. Και προσθέτει πώς το αποδεικνύει: «Η νέα ΕΡΤ που παρουσιάζει πλέον ένα ποιοτικό ψυχαγωγικό πρόγραμμα -με εκπομπές διαμάντια από το μουσικό κουτί του Ν. Πορτοκάλογλου έως τα Νούμερα του Φ. Δεληβοριά- που τιμούν τον σύγχρονο πολιτισμό και τον ρόλο μίας δημοκρατικής δημόσιας τηλεόρασης.
Το αποδεικνύει η πετυχημένη πολιτική του cash rebate, δηλαδή της κρατικής χρηματοδότησης κατά 40% στο κόστος παραγωγής 216 κινηματογραφικών και τηλεοπτικών διεθνών και ελληνικών παραγωγών, που οι περισσότεροι χαιρόμαστε να παρακολουθούμε και μας κάνουν πλέον περήφανους και στο εξωτερικό (βλ. Μαέστρο ή Μέλισσες).
Το επιβεβαιώνει η μείωση του ΦΠΑ σε κινηματογράφο, έργα τέχνης και e-books μαζί με τη μείωση του τέλους επιτηδεύματος, μόνο για τους καλλιτέχνες. Τα 458 εκατ. ευρώ που δόθηκαν ως έκτακτη ενίσχυση στους ανθρώπους του πολιτισμού κατά τη διάρκεια της πανδημίας και των περιοριστικών μέτρων. Τα 501 έργα του ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης για τον αρχαίο και σύγχρονο πολιτισμό, ύψους σχεδόν 1 δισ. ευρώ που θα υλοποιηθούν έως το 2027».
Επίσης, ο υπουργός Επικρατείας κάνει αναφορά στο ειδικό πρόγραμμα για την προστασία από τις απειλές της κλιματικής αλλαγής των παγκόσμιων μνημείων της ΟΥΝΕΣΚΟ που βρίσκονται στη χώρα μας, με 100 εκατ. ευρώ, τον νέο οργανισμό για την πολιτική βιβλίου, τη νέα Εθνική Πινακοθήκη, το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, τα νέα Αρχαιολογικά Μουσεία Χανίων, Μεσολογγίου και Αλεξανδρούπολης, το εξαιρετικό Μουσείο των Αιγών. Αλλά και «σημαντικό έργο αναβάθμισης του Αρχαιολογικού Μουσείου Αθηνών που ήδη πήρε τον δρόμο του για να μετατρέψει σε σύγχρονο τοπόσημο αυτό το μοναδικό μουσείο».
Σημειώνοντας, συμπερασματικά, ότι πρόκειται για «πολιτικές και έργα που υλοποιήθηκαν τα προηγούμενα 3,5 χρόνια από το υπουργείο Πολιτισμού και δίνουν δουλειές και εισόδημα στη δημιουργική μας βιομηχανία και τους ανθρώπους της», καταλήγει πως η απάντηση στην ερώτηση του τίτλου «είναι κατηγορηματικά “όχι”. Αυτή η κυβέρνηση δεν είναι “απολίτιστη” ούτε μισεί τον πολιτισμό».
Στη συνέχεια αναγνωρίζει το γεγονός «πως η καλλιτεχνική εκπαίδευση των παραστατικών τεχνών είναι διαχρονικά παραμελημένη και αποτελεί μία ιδιαίτερη κατηγορία που δεν χωράει στο “καλούπι” της τυπικής εκπαίδευσης. Πώς και γιατί να περάσει από τις πανελλήνιες εξετάσεις που όλοι γνωρίζουμε, ένα εξαιρετικό ταλέντο όπως ο Δημήτρης Παπαϊωάννου ή ο Λεωνίδας Καβάκος; Χρειάζεται ένα άλλο πλαίσιο εκπαίδευσης που δεν θα αναπαράγει λάθη του παρελθόντος και για το οποίο, κακά τα ψέματα, κανείς δεν δούλεψε σοβαρά τα προηγούμενα πολλά χρόνια».
Τονίζει πως για πρώτη φορά υπήρξε δέσμευση από τα χείλη Έλληνα πρωθυπουργού ότι πρέπει να αποκτήσουμε έως το 2025, επιτέλους, δημόσιες ανώτατες σπουδές παραστατικών τεχνών που να αναγνωρίζουν επαγγελματικά και ακαδημαϊκά δικαιώματα και συμπληρώνει ότι «οι τρεις σχετικές ομάδες εργασίας έχουν ήδη ξεκινήσει τη δουλειά τους από την περασμένη εβδομάδα».
Ωστόσο, ο κ. Σκέρτσος επισημαίνει πως υπάρχει παραπληροφόρηση που «αγγίζει, δυστυχώς, τα όρια της πολιτικής εργαλειοποίησης» στο θέμα που έχει δημιουργηθεί σχετικά με τη δήθεν εξίσωση των πτυχίων των καλλιτεχνών με το απολυτήριο λυκείου.
«Τι κάνει το περίφημο ΠΔ 85/2022; Κωδικοποιεί όσα ισχύουν παγίως στην ελληνική νομοθεσία για την πρόσληψη και την αμοιβή νέων υπαλλήλων σε θέσεις διοικητικού και οικονομικού του Δημοσίου. Αφορά συνολικά 231 κλάδους και 680 ειδικότητες εργαζομένων και έπρεπε να δημοσιευθεί για να γίνει ο γραπτός διαγωνισμός του ΑΣΕΠ στις αρχές Μαρτίου. Χωρίς αυτό, ο διαγωνισμός που αφορά χιλιάδες κρίσιμες θέσεις στο Δημόσιο πολύ απλά δεν θα γίνει. Γι’ αυτό και το ΠΔ δεν μπορεί να αποσυρθεί», εξηγεί. «Για να το πούμε όσο πιο απλά γίνεται ως προς το επίμαχο ζήτημα της “εξίσωσης” με τα απολυτήρια λυκείου: Αυτό που λέει το ΠΔ είναι ότι οποιοσδήποτε απόφοιτος μεταλυκειακής εκπαίδευσης δεν έχει πτυχίο ΑΕΙ/ΤΕΙ και επιθυμεί να εργαστεί στο Δημόσιο σε θέση διοικητικού υπαλλήλου, προσλαμβάνεται και αμείβεται στην κατηγορία υπαλλήλων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Η κατάταξη αυτή είναι οριζόντια. Δεν αφορά μόνο τους καλλιτέχνες. Αφορά 71 κλάδους και 205 ειδικότητες συνολικά (π.χ. τους σπουδαστές δημοσιογραφίας ή πληροφορικής). Είναι ο τρόπος με τον οποίο κατατάσσει και αμείβει το ελληνικό κράτος όσους δεν έχουν πτυχίο ΑΕΙ/ΤΕΙ», συμπληρώνει.
Υπογραμμίζοντας πως το ελληνικό κράτος δεν έχει μία ενδιάμεση οριζόντια βαθμίδα αμοιβών για τους κατόχους τίτλων μεταλυκειακής εκπαίδευσης, διερωτάται: «Γιατί να μη διεκδικήσουν το ίδιο δικαίωμα της εκ των υστέρων “ανωτατοποίησης” των σπουδών τους και οι υπόλοιπες 200 ειδικότητες που ενδιαφέρονται να δουλέψουν ή δουλεύουν στο Δημόσιο; Γιατί να παίρνουν υψηλότερο βαθμό και μισθό μόνον οι καλλιτέχνες που προσλαμβάνονται στο Δημόσιο για μη καλλιτεχνικό έργο, έναντι άλλων ειδικοτήτων που επίσης δεν έχουν πτυχίο ΑΕΙ/ΤΕΙ;». Επικαλείται, μάλιστα, την ιδιαίτερη ευαισθησία των καλλιτεχνών που «μπορούν να συναισθανθούν πιο εύκολα από τους υπόλοιπους το δίκαιο και το άδικο ενός αιτήματος».
Σχετικά με το πώς τελικά «μπορούμε να κάνουμε ένα βήμα μπροστά όλοι», ο υπουργός Επικρατείας αναφέρεται στις πρωτοβουλίες που ήδη έχουν αναληφθεί και με βάση τις οποίες «βρισκόμαστε σήμερα στο status quo ante. Στην κατάσταση, δηλαδή, προ της δημοσίευσης του περίφημου ΠΔ 85/2022, σε ό,τι αφορά ειδικά τον καλλιτεχνικό κλάδο, όταν δεν υπήρχε καμία πρόθεση κινητοποιήσεων για ένα -επαναλαμβάνω- διαχρονικό και δυσεπίλυτο πρόβλημα.
Για την ακρίβεια, οι καλλιτέχνες εξαιρέθηκαν ρητά από το ΠΔ με νομοθετική ρύθμιση που ψηφίστηκε πριν 10 μέρες και επιβεβαίωσε πανηγυρικά αυτό που λέγαμε εξαρχής: Ότι το ΠΔ δεν αφορά προσλήψεις καλλιτεχνών για καλλιτεχνικό ή εκπαιδευτικό έργο στο Δημόσιο ούτε πραγματοποιεί ακαδημαϊκή εξίσωση των πτυχίων των καλλιτεχνικών σχολών με το απολυτήριο λυκείου. Οι προσλήψεις αυτές ρυθμίζονται με ειδικές διατάξεις που εξαιρούν τους καλλιτέχνες τόσο από το ΑΣΕΠ όσο και από το ενιαίο μισθολόγιο, αναγνωρίζοντας τις ιδιαιτερότητες της εργασίας τους».
Ολοκληρώνοντας το άρθρο του, ο κ. Σκέρτσος τονίζει πως «οι καλλιτέχνες έχουν δίκιο να αισθάνονται πληγωμένοι για τη διαχρονική έλλειψη σύγχρονης και επαρκώς διαβαθμισμένης καλλιτεχνικής εκπαίδευσης στη χώρα μας». Αναγνωρίζοντας τις ανησυχίες τους, επισημαίνει πως έχουν απαλειφθεί ρητά, με νόμο, όσα περιλαμβάνονταν στο ΠΔ και μπορεί να πυροδότησαν αυτές τις ανησυχίες. «Η κυβέρνηση έχει ανοίξει για πρώτη φορά έναν σοβαρό διάλογο για το παρόν και το μέλλον της καλλιτεχνικής εκπαίδευσης. Σε αυτόν τον διάλογο είμαστε ανοιχτοί και θέλουμε ειλικρινά να λύσουμε προβλήματα. Ας πρυτανεύσει η λογική και η ψυχραιμία κι ας αφήσουμε την προεκλογική αντιπαράθεση έξω από την τέχνη», καταλήγει ο υπουργός Επικρατείας.