Στην κάλπη των ευρωεκλογών θα ζυγιστεί και η πολιτική σταθερότητα, δηλώνει στο Liberal ο υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος. Μιλά για «σωρεία λανθασμένων χειρισμών» στην δολοφονία της 28χρονης στους Αγ. Αναργύρους και κάνει λόγο για διπλό στοίχημα της κυβέρνησης στη μάχη για την επανίδρυση του κράτους, απέναντι σε κανόνες και συμπεριφορές των δημοσίων υπαλλήλων.
Οι εκλογές δεν γίνονται για να λύνουν τα προσωπικά και πολιτικά τους προβλήματα οι πολιτικοί αρχηγοί, απαντά, σχολιάζοντας το αίτημα Κασσελάκη για διπλές εκλογές και κατηγορεί την αντιπολίτευση ότι πλειοδοτεί σε τοξικότητα και σε συνωμοσιολογικές φαντασιοκοπίες. Ο κ. Σκέρτσος σημειώνει, πάντως, ότι η κυβέρνηση δεν μίλησε από την πρώτη στιγμή και με τρόπο συστηματικό για την τραγωδία των Τεμπών και τα αίτιά της, ούτε όσο θα έπρεπε, αφήνοντας «χώρο» στα πιο απίθανα σενάρια συνωμοσίας
Αναλυτικά η συνέντευξη στο Liberal:
Η «μάχη» με τις διαχρονικές παθογένειες του κράτους, απεδείχθη τα τελευταία 24ωρα ότι δεν έχει κερδηθεί ακόμα κ. Υπουργέ. Θα ήθελα το σχόλιό σας για όσα διαδραματίστηκαν στο αστυνομικό τμήμα των Αγίων Αναργύρων.
«Μάτωσε» η καρδιά όλων μας με αυτό που συνέβη το βράδυ της Δευτέρας στους Αγίους Αναργύρους. Πρώτα πρώτα γιατί δολοφονήθηκε με άγριο τρόπο μια νέα γυναίκα από τον πρώην σύντροφό της. Αλλά και γιατί το φοβερό έγκλημα έγινε λίγα μόνο μέτρα από ένα αστυνομικό τμήμα στο οποίο κατέφυγε η 28χρονη Κυριακή για να ζητήσει προστασία. Είναι αδιανόητο, είναι εξοργιστικό. Από τη μέχρι τώρα έρευνα των υπηρεσιακών αρχών για το τραγικό συμβάν, αποκαλύπτεται σωρεία λανθασμένων χειρισμών από τους αστυνομικούς του συγκεκριμένου τμήματος και του τηλεφωνικού κέντρου της Άμεσης Δράσης. Αναμένουμε το τελικό πόρισμα, ήδη πάντως έχουν ληφθεί διοικητικά μέτρα.
Αυτά, θα μου πείτε, δεν θα φέρουν την άτυχη Κυριακή πίσω. Δυστυχώς έτσι είναι, αλλά έχει σημασία να δούμε ακριβώς τι δεν έγινε σωστά από το πρωτόκολλο για την αστυνομική ανταπόκριση σε περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας για να μην ξανασυμβεί. Πρέπει να επισημάνω όμως, ότι σε χιλιάδες ανάλογες περιπτώσεις καταγγελιών τηρήθηκαν οι οδηγίες και σώθηκαν πολλές ζωές. Για να αναφέρω μόνο τα πιο πρόσφατα στοιχεία, από τον Ιανουάριο έως προχθές αναφέρθηκαν στο τηλεφωνικό κέντρο 6.475 περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας και η Άμεση Δράση ανταποκρίθηκε ως πρώτο όχημα σε 4827. Πέρυσι η ΕΛ.ΑΣ. διαχειρίστηκε 12.000 καταγγελίες.
Ωστόσο, δημιουργείται η εικόνα μιας κρατικής μηχανής, η οποία δεν λειτουργεί σωστά, με τους πιο επιεικείς χαρακτηρισμούς.
Από το 2021 γίνεται συνεχώς εκπαίδευση αστυνομικών για την αντιμετώπιση περιστατικών έμφυλης βίας, ειδική επιμόρφωση όσων στελεχώνουν τα ειδικά τμήματα για την ενδοοικογενειακή βία που έχουν συσταθεί σε όλη την επικράτεια, υπάρχει το panic button που το έχουν χρησιμοποιήσει μέχρι σήμερα 270 γυναίκες και οποίες θα μπορούσε να έχουν πέσει θύματα αλλά ευτυχώς αποφεύχθηκε χάρη στο νέο αυτό εργαλείο. Να προσθέσω και το εξής. Όσοι ζητούν αυστηρότερη ποινική μεταχείριση προφανώς δεν έχουν παρακολουθήσει ότι η κυβέρνηση τροποποίησε προς το αυστηρότερο τις ποινές για τις ανθρωποκτονίες.
Προβλέπονται μόνο ισόβια πλέον αντί για τις ελαφρύτερες ποινές που ίσχυαν με τον ποινικό κώδικα επί ΣΥΡΙΖΑ. Δεν υπάρχει πιο αυστηρή ποινή να επιβληθεί για τις γυναικοκτονίες που είναι ένας υπαρκτός κοινωνικός όρος, τον αναγνωρίζουμε, αλλά ταυτόχρονα δεν είναι νομικός όρος. Δεν μπορεί να δικαιολογηθεί διακριτή ποινική μεταχείριση για μια μόνο κατηγορία εγκλημάτων λόγω ευαλωτότητας. Να αναφέρω, επίσης, ότι μόνο 3 χώρες στην ΕΕ τον έχουν υιοθετήσει, η Μάλτα , η Κύπρος με ισόβια κάθειρξη που εδώ ισχύει ούτως η άλλως και Κροατία με 40 χρόνια κάθειρξη, ενώ σε εμάς ισχύουν τα ισόβια.
Αν και βρισκόμαστε στο κατώφλι της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, το φαινόμενο παραμένει μέγα κοινωνικό πρόβλημα, πολυ-αιτιακό και πολυπαραγοντικό, δεν γνωρίζει γεωγραφικά σύνορα, όρια ηλικίας, ταξικές ή φυλετικές διακρίσεις και πολιτισμικές διαφορές. Εκδηλώνεται ποικιλοτρόπως, θίγει πρωτίστως το θεμελιώδες δικαίωμα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, επηρεάζει καταλυτικά τις ζωές των θυμάτων, συχνά τις σημαδεύει σωματικά και ψυχικά, διαβρώνει τον οικογενειακό βίο, συνεπάγεται σημαντικό οικονομικό κόστος για τις χώρες όπου ενδημεί, αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες.
Όμως, κάθε γυναίκα που σώζεται, κάθε γυναίκα που βρίσκει στήριξη μετά την καταγγελία της θυματοποίησής της μπορεί να είναι ένα μικρό βήμα για την επίλυση αυτού του προβλήματος αλλά είναι ένα μεγάλο βήμα στο κεφάλαιο της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Είναι χρέος κάθε δημοκρατικής Πολιτείας και ταυτόχρονα δείκτης της ποιότητάς της, η πρόληψη και μείωση της έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας.
Διαφωνείτε οτι υπάρχει ακόμη ανάγκη να αλλάξουν πολλά; Τι φταίει και πόσο χρόνο χρειάζεται η κυβέρνηση για να υπάρξουν αποτελέσματα σε αυτό, που η ίδια η κυβέρνηση προσδιορίζει ως καθημερινότητα;
Έχουμε ένα διπλό στοίχημα στη μάχη για την επανίδρυση του κράτους που μας πληγώνει: να τυποποιήσουμε περισσότερο διαδικασίες, κανόνες, συμπεριφορές των δημοσίων υπαλλήλων ώστε να περιοριστούν οι αποκλίσεις από τα ακολουθούμενα πρωτόκολλα και ταυτόχρονα να αποτινάξουμε την κουλτούρα της ήσσονος προσπάθειας. Να κατανοήσουμε όλοι από την κορυφή έως της βάση της διοικητικής πυραμίδας ότι από τις αποφάσεις και τις επιλογές μας επηρεάζονται καθημερινά οι ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων.
Οι τελευταίες δέκα ημέρες ανέτρεψαν πλήρως την εικόνα μιας χαλαρής προεκλογικής περιόδου για την κάλπη των ευρωεκλογών. Το κλίμα ακραίας πόλωσης κυριαρχεί, ο κ. Κασσελάκης ζητά διπλές κάλπες, ο κ. Ανδρουλάκης προσέφυγε στον Άρειο Πάγο κατηγορώντας ουσιαστικά την κυβέρνηση για παραποίηση στοιχείων και ο Πρωθυπουργός έκανε λόγο για ανάγκη ισχυρής πολιτικής νομιμοποίησης από το αποτέλεσμα της 9ης Ιουνίου. Κατ´ αρχάς, θεωρείτε ότι η κυβέρνηση πρέπει να επαναβεβαιώσει την πολιτική της νομιμοποίηση στις κάλπες;
Η κυβέρνηση έχει νωπή και πολύ ισχυρή λαϊκή εντολή. Δεν έχει καν κλείσει χρόνος από τις προηγούμενες εκλογές, είναι δυνατόν να συζητάμε για προσφυγή στις κάλπες; Για ποιο λόγο; Επειδή το ζητάει ο κύριος Κασσελάκης λόγω δικής του εσωτερικής αμφισβήτησης; Ή επειδή ο κύριος Ανδρουλάκης διεκδικεί να γίνει ο «πράσινος ΣΥΡΙΖΑ»; Ας είμαστε σοβαροί. Οι εκλογές δεν γίνονται για να λύνουν τα προσωπικά και πολιτικά τους προβλήματα οι πολιτικοί αρχηγοί.
Θεμιτό να επιθυμούν καλύτερες επιδόσεις για τα κόμματα τους, αλλά οι κάλπες δεν είναι παιχνίδι για να στήνονται κάθε λίγο και λιγάκι προκειμένου να φέρουν «καλύτερη ζαριά» οι πολιτικές δυνάμεις. Είναι ωμός τυχοδιωκτισμός εκ μέρους τους, πολύ περισσότερο που μετέρχονται σαν άλλοθι τον πόνο και την οργή από μια εθνική τραγωδία όπως αυτή των Τεμπών για να αμφισβητήσουν τη νομιμοποίηση της κυβέρνησης. Ποιος δεν συγκλονίστηκε από αυτό που συνέβη; Μας στοιχειώνει όλους ο χαμός τόσων ανθρώπων. Χρέος μας όμως είναι να συμβάλλουμε -καθείς από τη θέση του- με νηφαλιότητα στην αναζήτηση της αλήθειας και να διασφαλίσουμε ότι δεν θα ξανασυμβεί τέτοιο δυστύχημα. Ποτέ. Έχοντας εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη. Έτσι θα τιμήσουμε τους νεκρούς. Όχι με το να πλειοδοτούμε σε τοξικότητα και σε συνωμοσιολογικές φαντασιοκοπίες.
Οι υψηλοί τόνοι της αντιπολίτευσης δεν είναι αναπόφευκτοι λόγω των χειρισμών της κυβέρνησης;
Η πόλωση παράγεται από την έλλειψη εναλλακτικής πολιτικής πρότασης και αποτελεί φύλλο συκής για αυτό ακριβώς το έλλειμμα που έχει η αντιπολίτευση. Σε ποιο κρίσιμο θέμα έχει να πει κάτι διαφορετικό από την κυβέρνηση που να είναι και εφικτό;
Οι προτάσεις τους για την οικονομία οδηγούν σε δημοσιονομικό εκτροχιασμό. Στα θέματα ασφάλειας και κράτους δικαίου συντάσσονται μονίμως με όσους είναι μέρος της ανομίας στα πανεπιστήμια, στα γήπεδα, στην φοροδιαφυγή, στην αυθαίρετη δόμηση. Στη δημόσια υγεία και εκπαίδευση υιοθετούν τα πιο ξεπερασμένα συνθήματα των συνδικαλιστών που δεν επιθυμούν να αλλάξει τίποτα υπέρ των πολιτών. Είναι δογματικοί θιασώτες της αντιμεταρρύθμισης και της πλήρους στασιμότητας ενώ η Ελλάδα πρέπει να τρέξει ακόμη ταχύτερα για να κλείσει εκκρεμότητες δεκαετιών.
Η χώρα και η οικονομία έχουν ανάγκη από πολιτική σταθερότητα μετά από μια υπερδεκαετή σκληρή δοκιμασία. Πάνω που αρχίσαμε να πατάμε σε σταθερό έδαφος, να πετυχαίνουμε αυτό που ονομάστηκε «ελληνικό θαύμα», την ανάκαμψη δηλαδή της οικονομίας που σημαίνει δυνατότητες για στήριξη των πολιτών πρωτίστως των πιο ευάλωτων, θα πατήσουμε φρένο για να ξαναστήσουμε -μέσα σ’ ένα χρόνο! ξαναλέω- κάλπες;
Η κυβέρνηση έχει την κύρια ευθύνη της διακυβέρνησης του τόπου, έχει μπροστά της για να αντιμετωπίσει ένα «βουνό» από διαχρονικά προβλήματα, παθογένειες και εκκρεμότητες ετών που άπτονται της καθημερινότητας των πολιτών καθώς και να υλοποιήσει πολλές μεταρρυθμίσεις που θα επιτρέψουν να συγκλίνουμε με τον προηγμένο ευρωπαϊκό πυρήνα στην οικονομία, στην υγεία, στην παιδεία, στη δικαιοσύνη, στα δικαιώματα, στο κράτος, στην ενεργειακή ασφάλεια και αυτονομία.
Πρωτίστως, έχουμε να αξιοποιήσουμε -μέσα σε ασφυκτικές προθεσμίες έως το 2026- με τον βέλτιστο τρόπο και υπέρ της κοινωνίας το Ταμείο Ανάκαμψης και όλους τους άλλους κοινοτικούς πόρους Κι εμείς και όλες οι πολιτικές δυνάμεις θα κριθούμε στο τέλος της τετραετίας, το 2027.
Υπάρχει έστω ως σενάριο, η προσφυγή και σε εθνικές εκλογές τον Ιούνιο;
Νομίζω σας απάντησα σαφώς. Η τετραετία πρέπει και θα εξαντληθεί για θεσμικούς λόγους αλλά και εθνικούς. Η πολιτική σταθερότητα λειτουργεί υπέρ της οικονομίας και της χώρας.
Η κυβέρνηση έχει απορρίψει κάθε κατηγορία περί συγκάλυψης για την τραγωδία των Τεμπών, δέχθηκε μάλιστα κριτική ότι υπήρξε «υπεραντίδραση» στο επίμαχο δημοσίευμα, που πυροδότησε τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών. Γιατί υπήρξε η αντίδραση αυτή, αλλά και γιατί το θέμα επανέρχεται παρά τις εξηγήσεις της κυβέρνησης, με τους πολίτες, μάλιστα, σε ένα μεγάλο ποσοστό, να εμφανίζονται επιφυλακτικοί για τους χειρισμούς, που έχουν γίνει;
Η κυβέρνηση όχι μόνο δεν επιχείρησε να συγκαλύψει τι πραγματικά συνέβη αλλά επιθυμεί και έχει κάθε συμφέρον, ακριβώς για να μην πλανάται αυτή η άδικη μομφή εναντίον της, να τελειώσει αυτή η υπόθεση με τρόπο που θα αποδώσει σεβασμό στην αλήθεια και στον πόνο των συγγενών όσων χάθηκαν στα Τέμπη. Μόνη αρμόδια για αυτό είναι η Δικαιοσύνη και πρέπει να την αφήσουμε απερίσπαστη να πράξει τα δέοντα. Ήδη έχει κινηθεί με ασυνήθιστη για τα ελληνικά δεδομένα ταχύτητα, γεγονός που πρέπει να αυξάνει την εμπιστοσύνη μας προς αυτήν.
Όσο για το επίμαχο δημοσίευμα, η υπεραντίδραση που λέτε, δεν ήρθε από την κυβέρνηση αλλά από την αντιπολίτευση με την κατάθεση αυτής της «παράδοξης» πρότασης δυσπιστίας. Τι είπαμε εμείς; Δεν μπορεί ένα στοιχείο που δημοσιοποιήθηκε το 2023 δυο μέρες μετά το σιδηροδρομικό δυστύχημα, πρώτα από τη δημόσια τηλεόραση και στη συνέχεια από άλλα ΜΜΕ, ένα χρόνο μετά να παρουσιάζεται σαν αποκάλυψη, σαν αποκρυβείσα ενέργεια και να υπονοείται ότι πίσω από αυτήν βρίσκεται η κυβέρνηση.
Σε αυτό αντιδράσαμε, σε αυτό θελήσαμε να ρίξουμε άπλετο φως, παραθέτοντας τα πραγματικά γεγονότα που δεν αναιρούνται από την υποτιθέμενη αποκάλυψη. Κοιτάξτε. Αυτή η κυβέρνηση, αν μη τι άλλο, είναι ειλικρινής. Όταν κάνουμε λάθη, τα ομολογούμε, αναλαμβάνουμε την ευθύνη και προσπαθούμε να τα διορθώσουμε. Αυτή, πιστεύω, είναι η τεράστια ποιοτική διαφορά της κυβέρνησης με τα κόμματα της αντιπολίτευσης που περιορίζονται στον μηδενισμό και στο πετροβόλημα στα τυφλά και όπου βγει, χωρίς ποτέ να κάνουν αυτοκριτική.
Είναι αλήθεια ότι δεν μιλήσαμε από την πρώτη στιγμή και με τρόπο συστηματικό για την τραγωδία και τα αίτιά της. Δεν μιλήσαμε όσο θα έπρεπε, εμπιστευόμενοι και συνεπικουρώντας τη Δικαιοσύνη που διερευνά την υπόθεση. Και πάνω σε αυτό το κενό πληροφόρησης «φύτρωσαν» σταδιακά τα πιο απίθανα σενάρια συνωμοσίας που διακινήθηκαν από τους καθ’ έξιν πολιτικούς διακινητές τέτοιων τερατολογιών. Δεν τα αντικρούσαμε με σθένος και μέσα στη γενική σύγχυση, κάποιοι επιτήδειοι φρόντισαν να ρίξουν τον σπόρο της αμφιβολίας -όχι μόνο προς την πολιτεία, τους θεσμούς- και προς την ίδια την Δικαιοσύνη.
Την ίδια ώρα, πάντως, για τους πολίτες στην πρώτη γραμμή παραμένουν και όλα τα ανοιχτά θέματα της οικονομίας και της καθημερινότητας. Μια σειρά μεταρρυθμίσεων έχουν ήδη νομοθετηθεί, επομένως θα λέγατε ότι ο βασικός πυρήνας των κυβερνητικών δεσμεύσεων έχει ολοκληρωθεί; Τι βρίσκεται πλέον στην κορυφή των προτεραιοτήτων και τι ακολουθεί σε αυτό, που έχετε ονομάσει ως μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα;
Κερδήθηκαν πολλές μάχες αυτήν την πενταετία. Σε μεγάλες κρίσεις όπως η πανδημία, η ενεργειακή αναστάτωση, οι πληθωριστικές εξάρσεις και οι φυσικές καταστροφές στηρίξαμε την κοινωνία, πολίτες και επιχειρήσεις. Ωστόσο ο «πόλεμος» για τον πολυδιάστατο συμπεριληπτικό εκσυγχρονισμό της χώρας συνεχίζεται. Οι προκλήσεις χωρίς αμφιβολία είναι πολλές: η ακρίβεια, η περαιτέρω μείωση του επενδυτικού κενού, η συνεχής βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, η μείωση του ιδιωτικού χρέους, η αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων, η ενίσχυση των εξαγωγών, ο περιορισμός της φοροδιαφυγής, η αύξηση της απασχόλησης, η κοινωνική συνοχή, η αντιμετώπιση του μεταναστευτικού, η αξιοποίηση της Δημόσιας περιουσίας, η προσαρμογή στα νέα δεδομένα της κλιματικής κρίσης και πάνω απ’ όλα η διατήρηση της ανθεκτικότητας της ελληνικής οικονομίας. Τα γνωρίζουμε και καθημερινά εργαζόμαστε για να τα εξαλείψουμε.
Η λέξη κλειδί για όλα αυτά είναι «μεταρρυθμίσεις», αλλαγές παντού που μπορεί να ξεβολεύουν ορισμένους αλλά λειτουργούν υπέρ των πολλών και υπέρ της χώρας μας. Περισσότερες από 220 μικρές και μεγάλες μεταρρυθμίσεις και σχεδόν 270 δημόσιες επενδύσεις περιλαμβάνουν τα ετήσια σχέδια δράσης του 2024.
Οι ευρωεκλογές θα αποτελέσουν εκτιμάτε ορόσημο για τη συνέχεια του κυβερνητικού έργου; Υπάρχει πήχης, που θα καθορίσει τα επόμενα βήματά σας; Κάποιοι θεωρούν το ποσοστό των προηγούμενων ευρωεκλογών, το 33%. Είναι αυτό;
Η ευρω-αναμέτρηση του Ιουνίου έχει διπλή πολιτική βαρύτητα. Αφενός κρίνεται η ελληνική εκπροσώπηση στην Ευρωβουλή και στις σημαντικές μάχες που θα δοθούν την επόμενη πενταετία σε πολλά επίπεδα: για το μεταναστευτικό, την άμυνα, την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας, για περισσότερα κονδύλια για τους αγρότες μας, την ενεργειακή αυτάρκεια της ΕΕ, την μείζονα απειλή της κλιματικής κρίσης, το πελώριο πανευρωπαϊκό ζήτημα της δημογραφικής γήρανσης. Χρειάζεται συνεπώς να αναδειχθούν πρόσωπα που μπορούν να υπηρετήσουν και να συνδιαμορφώσουν προς τη σωστή κατεύθυνση τις νέες πολιτικές αλλά ταυτόχρονα να έχουν δυνατή εθνική φωνή για να υπερασπιστούν τα ελληνικά συμφέροντα.
Στην ίδια κάλπη, όμως, θα ζυγιστεί και η πολιτική σταθερότητα αλλά και η συνέχεια μιας πορείας που, παρά τις δυσκολίες, μας οδηγεί μπροστά. Να θυμίσω ότι τα τελευταία πέντε χρόνια με κυβέρνηση της ΝΔ κερδήθηκαν πολλές και δύσκολες μάχες για αυτό που χαρακτηρίστηκε «ελληνικό θαύμα» -να έχει χαθεί το 25% του ΑΕΠ μας στη διάρκεια της κρίσης και τώρα να τρέχει η οικονομία με ρυθμούς ανάπτυξης διπλάσιους από το μέσο όρο της ΕΖ, με θεαματική αύξηση των εξαγωγών, με ρεκόρ Επενδύσεων (δημοσίων, ιδιωτικών και ξένων), με τη μεγαλύτερη αύξηση της απασχόλησης στην ΕΕ, την ταχύτερη πτώση του δημοσίου χρέους και του κρατικού, τις υψηλότερες ταξιδιωτικές εισπράξεις στην ιστορία του ελληνικού τουρισμού και σταδιακή ελάφρυνση νοικοκυριών και επιχειρήσεων από το άχθος των κόκκινων δανείων.
Μπορεί, λοιπόν, να μην ψηφίσουμε για το ποιος θα κυβερνήσει τη χώρα -αυτό κρίθηκε και ηχηρά τον περασμένο Ιούνιο- ωστόσο το αποτέλεσμα της επικείμενης ευρωκάλπης θα παίξει ρόλο στο πώς θα συνεχίσει να κυβερνάται η χώρα. Θα είναι μια οιονεί ανανέωση της επιθυμίας των πολιτών να φύγουμε μπροστά ή να γυρίσουμε πίσω; Θέλω να θυμίσω μια ρήση του αείμνηστου Κων/νου Μητσοτάκη, η Ελλάδα όσο δύσκολα φτιάχνει, τόσο εύκολα χαλάει. Αυτός νομίζω είναι και ο πήχης της προσεχούς αναμέτρησης. Καλώ τους πολίτες να τα σταθμίσουν όλα αυτά και να προσέλθουν στις κάλπες, αποδεσμευόμενοι από τη λογική περι χαλαρής ψήφου.
Σε ολόκληρη την Ευρώπη υπάρχει μια μεγάλη ανησυχία για την άνοδο της ακροδεξιάς και του λαϊκισμού. Ποιο μπορεί να είναι το «αντίδοτο»; Βλέπετε να μεταφέρεται και στην ελληνική πολιτική σκηνή αυτή η τάση;
Δεν μου αρέσει να βάζω ταμπέλες ούτε να κουνάω το δάχτυλο στους πολίτες. Η στροφή ενός μέρους των ευρωπαϊκών κοινωνιών σε αντισυστημικά κόμματα είναι αποτέλεσμα δυο πραγμάτων: των νέων ανισοτήτων που υποβαθμίζουν τη ζωή των πολιτών και της αδυναμίας των πολιτικών ηγεσιών να διαχειριστούν αποτελεσματικά αυτές τις ανισότητες αλλά και τις νέου τύπου κρίσεις και απειλές.
Ο κόσμος αντιλαμβάνεται ότι μια κυβέρνηση δεν ελέγχει ή δεν ευθύνεται για μια κρίση που έρχεται απέξω και μας επηρεάζει. Αξιολογεί και κρίνει όμως το πως διαχειριζόμαστε αυτές τις κρίσεις αλλά και τα προβλήματα της καθημερινότητας. Και όταν η «συστημική» πολιτική αδυνατεί να δώσει λύσεις σ' αυτά τα προβλήματα τότε οι πολίτες στέφονται είτε στην αντι-πολιτική είτε στη μέτα-πολιτική.
Δικό μας χρέος -και νομίζω το πετύχαμε σε ένα βαθμό όπως έδειξαν οι κάλπες του Μαΐου και του Ιουνίου στην προηγούμενη θητεία- είναι να αποδεικνύουμε καθημερινά ότι η πολιτική είναι χρήσιμη για τη ζωή των πολιτών και την κάνει κάθε μέρα λίγο καλύτερη, πιο ασφαλή, πιο ελεύθερη και σίγουρα ευκολότερη. Έτσι δικαιώνεται η πολιτική πέρα και πάνω από τις ετικέτες της αριστεράς, του κέντρου, και της δεξιάς όπως πολύ ορθά λέει και η ιδρυτική διακήρυξη της Νέας Δημοκρατίας που γιορτάζει φέτος τα 50 χρόνια ζωής της ακριβώς για αυτό το λόγο.
Για να επανέλθω στο αμιγώς εσωτερικό σκηνικό, οι ευρωεκλογές θα αποτελέσουν πεδίο διαγκωνισμού και για την δεύτερη θέση. Θα κάνετε μια πρόβλεψη; Έχει σημασία για την κυβέρνηση αν η αξιωματική της αντιπολίτευση είναι ο ΣΥΡΙΖΑ του Στέφανου Κασσελάκη ή το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη;
Προφανώς και δεν θα κάνω προβλέψεις για τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών, αυτό είναι δουλειά των δημοσκόπων και των πολιτικών αναλυτών. Ωστόσο, δεν μπορώ να μην παρατηρήσω ότι πράγματι για τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ φαίνεται ότι το σημαντικό επίδικο στην αναμέτρηση του Ιουνίου είναι ποιος θα τερματίσει δεύτερος. Αυτό θα κρίνει ενδεχομένως το μέλλον των ίδιων των αρχηγών τους και έτσι εξηγείται κατά τη γνώμη μου και το κρεσέντο πόλωσης και λαϊκισμού που χαρακτηρίζει τις ηγεσίες τους.
Πάντως, για την κυβέρνηση και τη χώρα είναι σημαντικό να υπάρχει μια αξιόπιστη, σοβαρή, θεσμική αντιπολίτευση που δεν θα πολιτεύεται λέγοντας «όχι» σε όλα και «ναι» στο τίποτα, που θα καταθέτει κοστολογημένες και υλοποιήσιμες προτάσεις ανάταξης των πεδίων που πρέπει να βελτιωθούν. Να ασκεί τεκμηριωμένη και εποικοδομητική κριτική και όχι να πολιτεύεται με κραυγές και αρρωστημένη τοξικότητα. Έχουμε πληρώσει ακριβά και στο πρόσφατο παρελθόν τον ακροδεξιό και τον αριστερό λαϊκισμό. Οι πολίτες δεν το ξεχνούν.