Όταν πέθανε ο Σαρλ ντε Γκολ, πριν από μισό αιώνα, χαρακτηρίστηκε από όλους «ένας μεγάλος άνδρας». Ο σοσιαλιστής Φρανσουά Μιτεράν, η πολιτική Νέμεσις του ντε Γκολ, κέρδισε κι αυτός μετά τον θάνατό του τον ίδιο χαρακτηρισμό, αν και όχι οικουμενικά. Πιο πρόσφατα, όταν πέθανε η Σιμόν Βέιλ, η φιλελεύθερη υπουργός και αντιστασιακή, χαρακτηρίστηκε «μια μεγάλη γυναίκα».

του Robert Zaretsky

Δεν συνέβη το ίδιο με τον Ζακ Σιράκ. Ο άνθρωπος που υπηρέτησε όχι μόνο δύο φορές ως πρόεδρος, αλλά και ως πρωθυπουργός και δήμαρχος του Παρισιού, δεν χαρακτηρίστηκε «μεγάλος». Δεν είναι θέμα ιδεολογίας ή πολιτικής. Το ότι οι πρώην αντίπαλοί του στην Αριστερά αρνούνται να του χαρίσουν αυτό το επίθετο δεν είναι περίεργο. Το περίεργο είναι ότι το ίδιο κάνουν και οι περισσότεροι πρώην ομοϊδεάτες του.

Αυτό στο οποίο συμφωνούν όλοι σήμερα στη Γαλλία, ανεξαρτήτως πολιτικής οικογένειας, είναι ότι ο Σιράκ ήταν «συμπαθής». Όχι μεγάλος, αλλά ευγενικός. Το ότι ο θάνατος ενός τέτοιου ανθρώπου προκάλεσε ένα τόσο βαθύ αίσθημα πόνου και θλίψης σε τόσο πολλούς Γάλλους είναι σημείο των καιρών όχι μόνο για τη Γαλλία, αλλά για όλο τον δυτικό κόσμο.

Ο Σιράκ είχε στιγμές όπου προσέγγισε την προσωπικότητα ενός μεγάλου άνδρα. Λίγο μετά την εκλογή του στην προεδρία, το 1995, εκφώνησε λόγο για την 53η επέτειο της σύλληψης Γάλλων και ξένων Εβραίων στο κατεχόμενο Παρίσι. Πάνω από 10.000 άνδρες, γυναίκες και παιδιά κρατήθηκαν σε απάνθρωπες συνθήκες σε ένα στάδιο, το Vélodrome d’Hiver, προτού σταλούν στο Αουσβιτς. Όλοι οι Γάλλοι πρόεδροι, από τον ντε Γκολ μέχρι τον Μιτεράν, επέμεναν ότι υπεύθυνη γι’ αυτές τις πράξεις ήταν μια μικρή μειοψηφία, όχι ολόκληρο το γαλλικό έθνος. Αλλά ο Σιράκ, αναγνωρίζοντας το έργο των ιστορικών του Βισί, μίλησε για ένα ανεπανόρθωτο έγκλημα της Γαλλίας, η οποία δεν κράτησε τον λόγο της και παρέδωσε στους εκτελεστές αυτούς που θα έπρεπε να προστατεύσει.

Το 2002, ο Σιράκ διατύπωσε μια ακόμη άβολη αλήθεια, αυτή τη φορά στη Σύνοδο της Γης στο Γιοχάνεσμπουργκ. Εκεί καταδίκασε με σαφήνεια ένα άλλο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, το οποίο είχε ως τότε υποτιμηθεί: το φαινόμενο του θερμοκηπίου. «Το σπίτι μας καίγεται κι εμείς κοιτάζουμε αλλού», τόνισε. «Πρέπει να προσέξουμε για να μη γίνει ο 21ος αιώνας ένας αιώνας εγκλημάτων εναντίον της ανθρωπότητας και των μελλοντικών γενεών».

Έναν χρόνο αργότερα, ο Σιράκ αμφισβήτησε ανοιχτά τις αποδείξεις που παρουσίασε η κυβέρνηση Μπους για την ύπαρξη όπλων μαζικών καταστροφής στο Ιράκ του Σαντάμ Χουσεϊν. Όχι μόνο ανακοίνωσε ότι η Γαλλία δεν θα λάμβανε μέρος στη συμμαχία που οικοδομούσε η Ουάσιγκτον, αλλά προειδοποίησε και ότι η εισβολή θα είχε καταστροφικές συνέπειες για τη Μέση Ανατολή και τον κόσμο. Επανέλαβε μάλιστα αυτό που είχε πει στο Γιοχάνεσμπουργκ: «Δεν μπορούμε να πούμε ότι δεν ξέραμε».

Οι Γάλλοι γνωρίζουν βέβαια κι άλλες πλευρές της πολιτικής σταδιοδρομίας του Σιράκ που δεν ήταν τόσο λαμπρές. Μετά την προεκλογική του εκστρατεία του 1995 στη διάρκεια της οποίας μίλησε για «κοινωνικά ρήγματα», προσπάθησε ως πρόεδρος να επιβάλει μεταρρυθμίσεις που θα διεύρυναν αυτά τα ρήγματα. Τελικά αναγκάστηκε να υποχωρήσει ύστερα από μαζικές διαδηλώσεις που παρέλυσαν τη Γαλλία και έπληξαν το κύρος του πρωθυπουργού του Αλέν Ζιπέ.

Επτά χρόνια αργότερα, όταν επανεξελέγη με ποσοστό 80% καθώς είχε απέναντί του στον δεύτερο γύρο τον ηγέτη της ακροδεξιάς, βρέθηκε εκ νέου σε μια ιδανική θέση για να ξεπεράσει τις κομματικές γραμμές και να συγκροτήσει μια κυβέρνηση που θα αντανακλούσε εκείνη την ιστορική στιγμή. Αντί γι’ αυτό, ακολούθησε τη γνωστή πολιτική, στελεχώνοντας την κυβέρνησή του με νεογκολικούς και αποτυγχάνοντας να εφαρμόσει τις πολιτικές που είχε υποσχεθεί. Στο τέλος των δύο θητειών του, ο απολογισμός της πολιτικής του στο εσωτερικό ήταν εξίσου ισχνός με τη μύτη του.

Και γίνεται ακόμη ισχνότερος αν λάβει κανείς υπόψη του ότι στο μεγαλύτερο μέρος της θητείας του αντιμετώπιζε κατηγορίες για οικονομικές ατασθαλίες την εποχή που ήταν δήμαρχος του Παρισιού. Το 2011, ένα δικαστήριο τον έκρινε ένοχο, αλλά με αναστολή. Η σωματική και πνευματική του υγεία είχε ήδη επιδεινωθεί. Αλλά το κύρος του δεν έπαψε να αυξάνεται. Κι έτσι, όταν πέθανε, χαρακτηρίστηκε ο δεύτερος δημοφιλέστερος Γάλλος ηγέτης μετά τη Σιμόν Βέιλ.

O Ρόμπερτ Ζαρέτσκι είναι καθηγητής σύγχρονης γαλλικής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Honors College του Χιούστον

(Πηγή: Slate)