Απογοητευτική είναι η πρώτη εικόνα από την εκτέλεση του προϋπολογισμού κατά τη διάρκεια του Ιουνίου καθώς καταγράφεται συρρίκνωση των εσόδων με ταυτόχρονη αύξηση των δαπανών σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2018. Πρόκειται για μία ανησυχητική εξέλιξη που δικαιώνει την Τράπεζα της Ελλάδος αλλά και τους Θεσμούς που προβλέπουν πολύ χαμηλότερο πλεόνασμα από το ν στόχο του 3,5% του ΑΕΠ μετά από το προεκλογικό πακέτο μέτρων το οποίο αποφασίστηκε τον Μάιο.

Σύμφωνα λοιπόν με τα προσωρινά στοιχεία (έως και 25 Ιουνίου), τα οποία δημοσίευσε η «Καθημερινή της Κυριακής» τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού εμφάνισαν μεγάλη μείωση της τάξης του 24,3%. Διαμορφώθηκαν στα 2,3 δισ. ευρώ έναντι 3,059 δισ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2018. Οι δαπάνες του προϋπολογισμού εκτοξεύτηκαν στα 3,44 δισ. ευρώ έναντι 2,69 δισ. ευρώ (αύξηση 27,8%) τον ίδιο μήνα του 2018.
Οι χαμηλότερες εισπράξεις του Ιουνίου και οι ενισχυμένες δαπάνες έχουν αντίκτυπο στα στοιχεία του πρώτου εξαμήνου του έτους. Ειδικότερα, τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού του πρώτου εξαμήνου εμφανίζουν πτώση 4,1% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2018, ενώ αντίστοιχα οι δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού παρουσιάζουν αύξηση 13,3%.
Και, όπως φαίνεται, οι επόμενοι μήνες δεν πρόκειται να αλλάξουν την εικόνα του προϋπολογισμού. Και αυτό καθώς οι ρυθμίσεις οφειλών, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν έχουν αποδώσει τα αναμενόμενα. Η παράταση μάλιστα τριών μηνών που δόθηκε από την ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών θα δημιουργήσει τρύπα στις προβλέψεις, καθώς θα χαθούν δόσεις τριών μηνών. Οι οφειλέτες περιμένουν τις εκλογές και τα πρώτα νομοθετήματα της νέας κυβέρνησης, ώστε να διαπιστώσουν εάν έχουν να κερδίσουν περαιτέρω εκπτώσεις από τη ρύθμιση των 120 δόσεων. Για παράδειγμα, η Ν.Δ. έχει ανακοινώσει μείωση του επιτοκίου από 5% σε 3%. Σημειώνεται ότι οι θεσμοί υπολογίζουν ότι οι ρυθμίσεις των 120 δόσεων θα δημιουργήσουν δημοσιονομικό κενό ύψους 0,6% του ΑΕΠ στον τρέχοντα προϋπολογισμό, εξέλιξη που απειλεί τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος, ο οποίος κινδυνεύει να βρεθεί κάτω από το όριο του 3,5% του ΑΕΠ.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται, σύμφωνα με τους θεσμούς, στη ρύθμιση της εφορίας, όπου το «κενό» θα φθάσει τα 600 εκατ. ευρώ, ενώ στα ταμεία υπολογίζεται «ζημία» ύψους 300 εκατ. ευρώ.