Δημοσιονομική «τρύπα» 466 εκατ. ευρώ προκαλεί η διατήρηση του αφορολόγητου ορίου το 2020, παρά την κατάργηση των αντιμέτρων που είχαν θεσπιστεί για το 2020. Με την τροπολογία που ψηφίστηκε χθες στη Βουλή, καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 10, 11, 12 και 13 του νόμου 4472/2017, τα οποία προέβλεπαν:

• Τη μείωση του αφορολόγητου ορίου εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις. Με βάση τη διάταξη θα παραμείνει στα 8.636 ευρώ, δηλαδή δεν αλλάζει η φορολογία για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους για τα εισοδήματα του 2020.

• Τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% όταν δεν υπερβαίνει τα 700 ευρώ.

• Τη μείωση του πρώτου φορολογικού συντελεστή από 22% στο 20%.

• Τη μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης για εισοδήματα έως 30.000 ευρώ.

Οπως αναφέρεται στην έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, από την κατάργηση της μείωσης της έκπτωσης φόρου επί του εισοδήματος οι απώλειες εσόδων ανέρχονται για το 2020 σε 1,92 δισ. ευρώ, ενώ από την κατάργηση φορολογικών αντιμέτρων δημιουργείται όφελος 1,454 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι για το 2020 πρέπει να καλυφθεί κενό ύψους 466 εκατ. ευρώ, ενώ για το 2021 το κενό που αφήνουν οι καταργούμενες διατάξεις ανέρχεται στο ποσό των 239 εκατ. ευρώ.

Πάντως, από τη διατήρηση του αφορολογήτου χαμένοι είναι οι φορολογούμενοι με εισοδήματα άνω των 24.000 ευρώ. Στην περίπτωση που εφαρμόζονταν τα μέτρα αυτά το επόμενο έτος οι φορoλογούμενοι με εισοδήματα άνω των 24.000 ευρώ θα πλήρωναν μικρότερο φόρο από 50 ευρώ έως 700 ευρώ. Η μείωση αυτή θα προέκυπτε όχι μόνο από αλλαγή του πρώτου φορολογικού συντελεστή (στο 20%) αλλά και της νέας ευνοϊκότερης κλίμακας για τον υπολογισμό της εισφοράς αλληλεγγύης. Στους χαμένους είναι οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι οποίοι θα φορολογούνταν με συντελεστή 20% αντί για 22%.

Αντίθετα στους κερδισμένους είναι τα χαμηλά εισοδήματα. Για παράδειγμα, φορολογούμενος άγαμος με ετήσιο εισόδημα 8.500 σήμερα δεν πληρώνει φόρο στο ελληνικό Δημόσιο, καθώς καλύπτεται από το αφορολόγητο όριο. Με τη μείωσή του στα 5.685 ευρώ ο φόρος έφθανε το 2020 στα 450 ευρώ.