“Σκορποχώρι χωρίς αφεντικό” επιγράφεται το σχόλιο της οικονομικής επιθεώρησης Handelsblatt για την κατάσταση που επικρατεί στο Δημοκρατικό Κόμμα.

“Όσο οι Δημοκρατικοί καλλιεργούν τις ιδεολογικές τους αντιπαραθέσεις, τόσο θα δουλεύουν για τον Τραμπ”, επισημαίνει ο αρθρογράφος. “Μόλις σε έξι μήνες αρχίζουν οι προκριματικές εκλογές στις πρώτες αμερικανικές πολιτείες. Το αργότερο μέχρι τότε το κόμμα θα πρέπει να έχει ξεκαθαρίσει τί ακριβώς θέλει. Για να γίνει αυτό απαιτείται και μία δόση ειλικρίνειας. Διότι μερικοί από τους υποψηφίους δεν απέχουν και τόσο πολύ από τις θέσεις του Τραμπ, για παράδειγμα σε ό,τι αφορά την εμπορική πολιτική του προστατευτισμού”.

Μπορεί ο πρώην αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν να επικρατήσει του Τραμπ, όπως υποδηλώνουν οι δημοσκοπήσεις; Η εφημερίδα Hessische Niedersächsische Allgemeine φαίνεται επιφυλακτική: “Αντί να επικεντρωθούν στον Αμερικανό πρόεδρο (…) οι Δημοκρατικοί αλληλοεξοντώνονται μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες. Ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ συνεχίζει ακάθεκτος να τουϊτάρει ρατσιστικά μηνύματα, ο Δημοκράτης Τζο Μπάιντεν, που προηγείται στις δημοσκοπήσεις, ακούει τα πάνδεινα από κομματικούς φίλους. Επιπλέον, ο Μπάιντεν θα πληρώσει το γεγονός ότι συμπεριφέρθηκε πατερναλιστικά στην τηλεόραση απέναντι στη νεότερη ανθυποψήφια Καμάλα Χάρις”. Ακόμη πιο αυστηρό το σχόλιο της Frankfurter Rundschau για το ίδιο ζήτημα: “Kid αποκαλεί ο Τζο Μπάιντεν την αντίπαλό του Καμάλα Χάρις. Αυτό δεν τον κάνει σεξιστή εκ πεποιθήσεως, αποκαλύπτει ωστόσο μία υποτιμητική στάση απέναντι σε νεότερες γυναίκες”.

Η δύσκολη πολιτική γεωγραφία των ΗΠΑ
Μετά τα πρώτα “ντιμπέιτ” των υποψηφίων για το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος η ελβετική εφημερίδα Neue Zürcher Zeitung (NZZ) σχολιάζει την κατάσταση ως εξής: “Το κόμμα πρέπει να επαναπατρίσει ψηφοφόρους, που το 2012 είχαν ψηφίσει Ομπάμα, αλλά μετά από τέσσερα χρόνια προτίμησαν τον Τραμπ. Ο θρίαμβός του οφείλεται εν πολλοίς σε οριακές νίκες στο Μίτσιγκαν, στην Πενσυλβάνια και στο Ουϊσκόνσιν, πολιτείες που ανήκαν κάποτε στο ‘blue wall’ των Δημοκρατικών. Εδώ οι Δημοκρατικοί κατέγραψαν επιτυχίες στις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου, τις οποίες όμως πιστώνονται μετριοπαθείς υποψήφιοι. Είναι αμφίβολο αν ο λευκός πληθυσμός σε αυτές τις πολιτείες θα ενθουσιαστεί με το αίτημα (των Δημοκρατικών) να δοθεί ασφαλιστική κάλυψη με έξοδα του κράτους σε όλους τους παράνομους μετανάστες”.

Τα “γεράκια” επικρατούν στην Ουάσιγκτον
Την ίδια στιγμή ο Λευκός Οίκος ανοίγει νέα μέτωπα στην εξωτερική πολιτική και επιβάλλει κυρώσεις στον υπουργό Εξωτερικών του Ιράν Μοχάμαντ Τζαβάντ Σαρίφ. Το σχόλιο της Süddeutsche Zeitung: “Η επίδραση των κυρώσεων αυτών είναι μηδενική, αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι οι ιέρακες στο ζήτημα του Ιράν θριαμβεύουν σε επίπεδο δημοσίων σχέσεων. Τον Σαρίφ δεν πρόκειται να το βλάψουν. Το αντίθετο συμβαίνει: οι σκληροπυρηνικοί στην Τεχεράνη ανέκαθεν προσπαθούσαν να τον διαβάλουν ως υπερβολικά φιλοαμερικανό”.

Στο μεταξύ οι πιέσεις του Αμερικανού προέδρου προς τον Τζερόμ Πάουελ, επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ, για μείωση των επιτοκίων φαίνεται να αποδίδουν. Η Frankfurter Allgemeine σχολιάζει: “Υπέκυψε πράγματι στις εκφοβιστικές δημόσιες επιθέσεις του Αμερικανού προέδρου η ηγεσία της πιο ισχυρής κεντρικής τράπεζας στον κόσμο; Ακόμη και αν δεν συμβαίνει αυτό, υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να εδραιωθεί αυτή η εντύπωση. (…) Το αν η απόφαση της Federal Reserve υπαγορεύεται από οικονομικά επιχειρήματα, είναι υπό συζήτηση. Η απασχόληση στην Αμερική εκυμαίνεται σε υψηλά επίπεδα, η οικονομία αναπτύσσεται, αν και με ρυθμούς χαμηλότερους σε σύγκριση με την περασμένη άνοιξη. Ο Πάουελ θα πρέπει να αντικρούσει ενδεχόμενη απόπειρα του Λευκού Οίκου να τον χρίσει ένοχο για πιθανή επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης. Ο πραγματικός ένοχος θα πρέπει να αναζητηθεί στην οικονομική πολιτική που ακολουθεί η Ουάσιγκτον”.