Η ζωή αλλάζει. Η χώρα αλλάζει. Τα πολιτικά κόμματα οφείλουν να προσαρμοσθούν στα νέα δεδομένα. Η ιστορική ανατροπή που επέφερε το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, η επιβεβαίωση που ήρθε με το αποτέλεσμα στις Περιφέρειες, οδηγούν σ’ ένα νέο πολιτικό τοπίο.

Χάρης Παυλίδης

Σ’ ένα νέο διπολισμό όπου κυρίαρχο ρόλο θα διαδραματίσει ο νευραλγικός χώρος του κέντρου. Και το ερώτημα που προκύπτει και μένει να απαντηθεί δεν είναι ποιος θα κερδίσει τους ψηφοφόρους του στις επικείμενες εκλογές του Ιουλίου, αλλά ποιος με τις πολιτικές που θα εφαρμόσει θα κερδίσει την εμπιστοσύνη τους. Εν ολίγοις θα τους κρατήσει και θα διατηρήσει την πολιτική κυριαρχία στα επόμενα χρόνια.

Είναι προφανές ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει αποκτήσει ένα ισχυρό προβάδισμα έναντι του Αλέξη Τσίπρα, το οποίο διατηρεί με τη σωστή στρατηγική που έχει επιλέξει. Το γεγονός ότι ο ίδιος έχει επίγνωση του ηγετικού του ρόλου, δηλαδή ότι είναι επικεφαλής μιας πολυσυλλεκτικής παράταξης που απευθύνεται σ’ ένα ευρύ πολιτικό φάσμα, του δίνει την ευχέρεια η διείσδυση στο κέντρο να μην προκαλεί αναταράξεις στη κομματική βάση. Έχει όμως σημασία ότι ο πολιτικός του λόγος, που έχει σαφές κεντρώο πρόσημο, βρίσκει ανταπόκριση στην εκλογική του βάση. Μ’ αυτές τις διαπιστώσεις η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη κέρδισε τις ευρωεκλογές, αναδείχθηκε πρώτη δύναμη στις αυτοδιοικητικές εκλογές, και όλα δείχνουν ότι θα κερδίσει και τις εθνικές εκλογές.

Το ερώτημα, λοιπόν, για το ποιος θα κερδίσει τους κεντρώους ψηφοφόρους στις εθνικές εκλογές του Ιουλίου, έχει ήδη απαντηθεί. Το ζητούμενο πλέον για τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη είναι με ποιους θα κυβερνήσει και ποιες πολιτικές θα εφαρμόσει ώστε η πολιτική αλλαγή να αποκτήσει ισχυρά ερείσματα στη κοινωνία. Η χώρα χρειάζεται ηρεμία ώστε η οικονομία να ξαναβρεί τους ρυθμούς της, και αυτό προϋποθέτει μια ευρεία πολιτική συμφωνία γύρω από μια βασική προσέγγιση. Και αυτή είναι πως οι πολίτες θα αισθανθούν ασφάλεια και προοπτική σε όλα τα επίπεδα της ζωής τους. Και η κυβέρνηση που θα προκύψει οφείλει να κινηθεί γρήγορα προκειμένου να εξασφαλίσει ένα βασικό πλαίσιο συναίνεσης με τη κοινωνία.

Πρωτίστως, όμως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναλαμβάνει την ιστορική ευθύνη να ενώσει τους Έλληνες, προσέχωντας ώστε να αποφευχθούν πρακτικές που θα δείχνουν έλλειψη κατανόησης των προκλήσεων που δημιουργεί η κυριαρχία της κεντροδεξιάς, αλλά και των προσδοκιών που έχει ο κόσμος από τον ίδιο. Για τη κοινωνία, που είδε τις προσδοκίες της να διαψεύδονται και ως εκ τούτου αισθάνεται εξαπατημένη από το ΣΥΡΙΖΑ, η ψήφος στη Νέα Δημοκρατία δεν σημαίνει επιστροφή στο παρελθόν. Είναι ψήφος- εξουσιοδότηση στον Κυριάκο Μητσοτάκη να προχωρήσει χωρίς κομματικές παρωπίδες για να βγάλει τη χώρα μπροστά, ξεφεύγοντας από ιδεολογικούς δογματισμούς που έχουν υπερβεί τη χρησιμότητα τους. Η κυριαρχία της κεντροδεξιάς στο νέο πολιτικό τοπίο, σε συνδυασμό με την υποχώρηση του λαϊκισμού και των ακραίων πολιτικών κομμάτων, έχει στοιχεία που εφόσον ερμηνευθούν σωστά θα ανοίξουν το δρόμο για συγκλίσεις και συνεργασίες, σε κυβερνητικό και κοινωνικό επίπεδο, με τις δυνάμεις του κέντρου.