Δεν πέρασαν λίγες ώρες από τη στιγμή που ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κατηγόρησε τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ πως γίνονται «βασιλικότεροι» του Βαξεβάνη, αναδεικνύοντας με τον τρόπο αυτό τις υπόγειες διαδρομές μεταξύ Κουμουνδούρου και δημοσιευμάτων που στόχο έχουν εκτόξευση λάσπης κατά του πρωθυπουργού κυρίως και ο επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης έσπευσε να επιβεβαιώσει όλα όσα αναφέρονται καταθέτοντας επίκαιρη ερώτηση προς τον πρωθυπουργός.

Γράφει η Ελευθερία Γεωργίου

Συγκεκριμένα, ο Αλέξης Τσίπρας υιοθετώντας το δημοσίευμα στο οποίο δεν υπάρχει η παραμικρή απόδειξη για τα όσα υποστηρίζει σχετικά με τις παρακολουθήσει υπουργών και στελεχών της κυβέρνησης ( χωρίς να διευκρινίζει αν αφορούν επισυνδέσεις της ΕΥΠ ή τη χρήση ενός παράνομου κακόβουλου λογισμικού παρακολούθησης εγκαλεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη διότι δεν αποδέχθηκε τους όρους που έθεσε, δηλαδή να τεθεί υπό ομηρία στο δρόμο προς τις εκλογές,

Παράλληλα ζητά να ενημερωθεί αν τα κυβερνητικά στελέχη που αναφέρονται στο άνευ άλλων στοιχείων δημοσίευμα, ήταν παράλληλα υπό παρακολούθηση και από την ΕΥΠ. Στο σύνολό της όμως η ερώτηση αναδεικνύει ότι το δημοσίευμα αναπαράγει την κεντρική γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ. Αφενός γίνεται με αφορμή αυτό αφετέρου σημειώνεται πως « σε μία ευνομούμενη Δημοκρατική Πολιτεία είναι αδιανόητο πολιτικοί αντίπαλοι αλλά ακόμα και στενοί σας συνεργάτες, υπουργοί και πρώην Πρωθυπουργοί, να τελούν υπό παρακολούθηση από κακόβουλο λογισμικό, το οποίο έχει έρθει στη χώρα με τη μεσολάβηση συνεργατών σας που τελούσαν υπό τον άμεσο έλεγχό σας μέσα στο Μέγαρο Μαξίμου».

Και συνεχίζει λέγοντας πως «με δική σας εντολή τα κρίσιμα πρόσωπα που σε πλειάδα εμπεριστατωμένων ρεπορτάζ αλλά και όπως προέκυψε από τα πορίσματα όλης της αντιπολίτευσης στην Εξεταστική Επιτροπή, αναδεικνύονται ως οι ‘κρίσιμοι κρίκοι’ για τη μεταφορά και λειτουργία του παράνομου λογισμικού στη χώρα μας, δεν εκλήθησαν καν στην Εξεταστική επιτροπή και δεν κατέθεσαν ούτε στην PEGA, αφού θελήσατε να τους προστατεύσετε και να προστατευτείτε».

Επαναλαμβάνει δε τα περί θεσμικής «και ενδεχομένως πολιτειακής» κρίσης προχωρώντας ένα βήμα παραπάνω και αναπαράγει τη λάσπη και την προσπάθεια μεταβολής της χώρας σε βούρκο επιβεβαιώνοντας πλήρως τον κυβερνητικό εκπρόσωπο που μόλις το μεσημέρι τόνιζε πως ένα από τα συμπεράσματα που εξάγονται «από τη μεθόδευση της παρουσίασης των ισχυρισμών περί υποκλοπών έχει να κάνει με τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ»

Όπως σημείωσε ο κ. Οικονόμου «θα περίμενε κανείς» ο ΣΥΡΙΖΑ «όντας το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, να μην φτάσει σε αυτό το έσχατο σημείο ευτέλειας. Ο ΣΥΡΙΖΑ, δια του Αρχηγού του μάλιστα, υιοθέτησε τους ισχυρισμούς ασμένως, χωρίς να περιμένει την παρουσίαση των στοιχείων, χωρίς να περιμένει την αξιολόγησή τους από καμιά δημόσια αρχή. Αυτό είναι ένα τραγικό θεσμικό ατόπημα για θεσμικό κόμμα. Δεν έμεινε όμως μόνο εκεί. Έχοντας στην ουσία προαναγγείλει το περιεχόμενο του «Documento» της Κυριακής -το οποίο είναι εύλογο να υποθέσουμε ότι γνώριζε από καιρό- ο κ. Τσίπρας έθεσε, για πρώτη φορά στην μεταπολιτευτική ιστορία μας, θέμα αξιοπιστίας των εκλογών!»

Και συνέχισε λέγοντας ότι  «ο ΣΥΡΙΖΑ, με το να υιοθετεί -επαναλαμβάνω- δημοσιεύματα χωρίς την απαραίτητη τεκμηρίωση, τα οποία δεν έχουν διερευνηθεί από καμία δημόσια αρχή, και να προβαίνει σε πολιτικές κρίσεις βασισμένος σε αφηγήσεις, αποδεικνύει ότι τρέφεται από  συνθήκες   πολιτικής ανωμαλίας και αποσταθεροποίησης. Για να βρει αφήγημα δικαιολόγησης της διαφαινόμενης εκλογικής του ήττας, στις εκλογές, δεν διστάζει να ρίξει νερό στο μύλο όσων αμφισβητούν τη δημοκρατική λειτουργία και βάζουν εντός αγκυλών, εντός αμφισβήτησης το σκληρό πυρήνα της Δημοκρατίας μας, τα ιερά και τα όσια του Πολιτεύματός μας: τη λαϊκή ετυμηγορία»

Για να καταλήξει τονίζοντας πως «ακόμα και στην περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε ενεργό ρόλο στην ιστορία δημοσιοποίησης των ισχυρισμών αυτών, η σπουδή του να γίνει βασιλικότερος του κ. Βαξεβάνη αποδεικνύει ότι είναι ένα κόμμα που λειτουργεί με βάση το δόγμα «γαία πυρί μιχθήτω». Επειδή δεν έχει πολιτική πρόταση για τα μεγάλα και υπαρκτά που απασχολούν την κοινωνία και τους πολίτες, προσδοκά μια μεγάλη αναστάτωση, μήπως και αλλάξει η κατάσταση. Και δεν την προσδοκά παθητικά, την πυροδοτεί κιόλας»