Θυμάμαι παλιά, στις εφημερίδες, τότε που αυτές εκδίδονταν σε μεγάλο σχήμα, οι διεθνείς ειδήσεις δημοσιεύονταν στην τελευταία σελίδα, σκόρπιες ανάμεσα σε άλλες ειδήσεις της τελευταίας στιγμής. Κι αν τελικά δεν χωρούσαν όλες οι ειδήσεις της τελευταίας στιγμής, τα πρώτα θύματα ήταν οι διεθνείς ειδήσεις που πετιούνταν αμέσως – βάσει της αξιολόγησης της νυχτερινής βάρδιας,

Γράφει η Σοφία Βούλτεψη*

Εδώ να θυμίσω πως στα «χρόνια τα παλιά» οι εφημερίδες τυπώνονταν νωρίς για να προλάβουν τα αεροπλάνα που θα τις μετέφεραν στην επαρχία και σε δεύτερη έκδοση, με αλλαγές που γίνονταν στις 4 το πρωί, κυκλοφορούσαν στην Αθήνα.

Θυμάμαι επίσης πολλές φορές, μια είδηση που την έπιασε στο φτερό ο νυχτερινός «εξωτερικατζής» και πετάχτηκε κατά την διαλογή, να γίνεται πρώτη είδηση την επομένη.

Ήταν η μέρα που ο αρχισυντάκτης έκανε την τιμή να μπει στο γραφείο του εξωτερικού τμήματος και με ιερή οργή να φωνάζει πως χάσαμε την είδηση και πως ο νυχτερινός κοιμήθηκε και άλλα τέτοια. Ήμουν τότε στα πρώτα μου βήματα και παρακολουθούσα κάθε φορά το ίδιο επεισόδιο.

Ο προϊστάμενος διεθνούς ρεπορτάζ ξυπνούσε τον νυχτερινό, ο οποίος έδινε πάντα την ίδια απάντηση. Το είχε δώσει αλλά προφανώς το είχαν πετάξει το πρωί για να μπει κάτι άλλο. Για την είδηση είχε ενημερωθεί μόνο η επαρχία…

Έφευγε τότε ο αρχισυντάκτης για να τα βάλει με τον επόμενο υπεύθυνο και άκουγα τους παλιότερους να μουρμουρίζουν μεταξύ τους: «Εμείς το δώσαμε, κάναμε το καθήκον μας, εξάλλου δουλεύουμε από χόμπι», έλεγε ο ένας. «Θα έλθει η ώρα που θα μπούμε στην πρώτη σελίδα», απαντούσε ο άλλος γελώντας.

Η ώρα ήλθε την 11η Σεπτεμβρίου του 2001. Τότε είχαν πια εκδοθεί τα ταμπλόιντ και οι εξωτερικές ειδήσεις είχαν αποκτήσει τη δική τους σελίδα ή και δισέλιδο. Και είχε έλθει η ώρα να βρεθούμε στην πρώτη σελίδα. Και εκεί μείναμε…

Επιπλέον, το ρεπορτάζ αυτό έχει και μια σημαντική δημοσιογραφική ιδιαιτερότητα: Υπήρξε πάντα δύσκολο να γίνει αντικείμενο διαστρέβλωσης, κυρίως επειδή όταν κάτι συμβαίνει μακριά ο δημοσιογράφος δύσκολα θα βάλει την προσωπική του άποψη.

Κατά διαστήματα είχαν παρατηρηθεί φαινόμενα παράλειψης εξωτερικών ειδήσεων που δεν βόλευαν το εγχώριο πολιτικό σκηνικό, αλλά γενικά οι εξωτερικές ειδήσεις δημοσιεύονταν και δημοσιεύονται αλώβητες.

Γι’ αυτό και οι «εξωτερικατζήδες» απέκτησαν τη φήμη του αμερόληπτου έως απολιτίκ δημοσιογράφου.

Ωστόσο δεν είναι αυτό το βασικό χαρακτηριστικό τους. Το βασικό χαρακτηριστικό τους είναι πως παρουσιάζοντας τα θετικά ή τα αρνητικά στοιχεία άλλων χωρών, αναδεικνύουν πλευρές από την διεθνή πραγματικότητα που αξίζει να μιμηθούμε ή να απορρίψουμε.

Υπάρχει δηλαδή το στοιχείο ενός παιδευτικού ρόλου. Χωρίς σχόλια, με μόνη την παράθεση του γεγονότος και τις απόψεις όλων των πλευρών, το διεθνές ρεπορτάζ κατέληξε να γίνει το πιο αντικειμενικό στο εσωτερικό της χώρας.

Γιατί, όμως, τα γράφω όλα αυτά;

Επειδή διαπιστώνω ότι τώρα, με την κρίση της πανδημίας, μια παγκόσμια κρίση της οποίας κατ’ εξοχήν αξίζει να δούμε τις διεθνείς διαστάσεις της, πολλοί, πολιτικοί αλλά δυστυχώς και δημοσιογράφοι, προσπαθούν να απαξιώσουν το διεθνές ρεπορτάζ.

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη οπισθοδρόμηση.

Και καλά ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Τσίπρας προσωπικά που βγαίνουν και αναφέρονται σε διάφορα παραδείγματα από το εξωτερικό, μεμονωμένα και αποσπασματικά, κατά πως τους βολεύουν και χωρίς να «βλέπουν» τη μεγάλη εικόνα. Αυτό γίνεται από κομματική τυφλότητα.

Επειδή, όμως, η μεγάλη εικόνα από τις άλλες χώρες είναι καταιγιστική, μόλις πάρουν τις δέουσες απαντήσεις για όσα πραγματικά συμβαίνουν αλλού, έχουμε δύο ειδών αντιδράσεις:

Οι Συριζαίοι ειρωνεύονται με την τυποποιημένη απάντηση «μας κάνατε ένα τουρ στις άλλες χώρες, αλλά για την Ελλάδα δεν λέτε κάτι». Κι’ όταν τους απαντάς «μα ο αρχηγός σας, μέσα στη Βουλή μας λέει τι έκανε ο ένας ή ο άλλος φέρνοντάς μας μάλιστα ως παραδείγματα χώρες με πάνω από 100.000 νεκρούς», απλά κάνουν ότι δεν ακούν.

Και πολλοί δημοσιογράφοι σπεύδουν κι’ αυτοί να κόψουν τη συζήτηση, λέγοντας «δεν μας ενδιαφέρει τι γίνεται αλλού, για την Ελλάδα μιλάμε».

Φυσικά, οι εξωτερικατζήδες κάνουν τη δουλειά τους και αναφέρουν όσα συμβαίνουν εκτός συνόρων. Και πολλοί παρουσιαστές φέρνουν στις δημόσιες συζητήσεις ως αντίλογο όσα συμβαίνουν αλλού.

Θα πρέπει να το καταλάβουν και εκείνοι που δίνουν την εντύπωση ότι δεν θέλουν να ακούσουν.

Με δεδομένο ότι οι δημοσιογράφοι υπάρχουν για να μαθαίνουν και να λένε περισσότερα και όχι λιγότερα, όταν κόβεις τη συζήτηση για το πιο διεθνές ζήτημα που ξέσπασε στον πλανήτη, διαπράττεις ένα από τα σημαντικότερα δημοσιογραφικά λάθη.

Δεν ζούμε σε γαλατικό χωριό. Δεν προχωρούμε ανεξάρτητα από το τι συμβαίνει στον υπόλοιπο κόσμο. Δεν λειτουργούμε εκτός διεθνούς πραγματικότητας.

Και κυρίως δεν μπορούμε να συμμετέχουμε στην αποσιώπηση γεγονότων, εμποδίζοντας την ροή των πληροφοριών που για τη δουλειά του δημοσιογράφου και, πάνω απ’ όλα, για τον κόσμο που ακούει είναι πολύτιμες όσο το οξυγόνο.

Με λίγα λόγια: Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ένα «έργο» να φέρει σε πέρας. Και το κάνει με κάθε προπαγανδιστικό μέσο – διογκώνοντας τις μικρές ειδήσεις, αποσιωπώντας τις μεγάλες, γενικεύοντας, αποσπώντας, χρησιμοποιώντας μισές αλήθειες, μαγικές λέξεις και χονδροειδή ψέματα, καταφεύγοντας πότε στην τακτική της πλημμυρίδας και πότε σ’ αυτή του σταγονόμετρου.

Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να τα παρουσιάσει όλα μαύρα. Για να το πράξει πρέπει να αποσιωπήσει την έκρυθμη κατάσταση που επικρατεί ακόμη και στις πιο ισχυρές και τις πιο πλούσιες χώρες, όπως για παράδειγμα η Γερμανία ή η Ελβετία.

Θέλει επίσης ο ΣΥΡΙΖΑ να μην ακούγεται πως είναι η μοναδική αξιωματική αντιπολίτευση, για την ακρίβεια το μοναδικό κοινοβουλευτικό κόμμα του δημοκρατικού τόξου επί του πλανήτου – εξαιρουμένου του Ιγκλέσιας στην Ισπανία – που συμπεριφέρεται μ’ αυτόν τον τρόπο, βρίζοντας και χρησιμοποιώντας μια γλώσσα του μίσους από το πρωί ως το βράδυ.

Αλλά κανένας άλλος δεν έχει λόγο να μην επιθυμεί να ακουστεί η αλήθεια. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ!

Και πάνω απ’ όλα κανένας δημοσιογράφος – εκτός από αυτούς που βρίσκονται σε διατεταγμένη υπηρεσία και είναι ελάχιστοι…


*Βουλευτής Β3 Νοτίου Τομέα Αθηνών, Ν.Δ., υφυπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, δημοσιογράφος