Πλήρως ευθυγραμμισμένο με το υπουργείο Οικονομικών εμφανίζεται το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής το οποίο υποστηρίζει ότι οι προεκλογικές παροχές της κυβέρνησης βρίσκονται μέσα στα δημοσιονομικά όρια και ως εκ τούτου δεν επηρεάζεται ο φετινός στόχος για το πρωτογενές έλλειμμα.
Βέβαια για να φθάσει στο συμπέρασμα αυτό αφενός δεν λαμβάνει υπόψη του υπουργικές αποφάσεις που ανεβάζουν το κόστος της «13ης σύνταξης» στα 971 εκατ. ευρώ έναντι 830 που υπολόγιζε αρχικά το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και αφετέρου υπολογίζει τα αμφίβολα έσοδα από τις ρυθμίσεις χρεών.
Πιο αναλυτικά στην τριμηνιαία έκθεση του Γραφείου ο δημοσιονομικός χώρος του τρέχοντος έτους υπολογίζεται στο 0,6% του ΑΕΠ και το κόστος των μέτρων στο 0,55% του ΑΕΠ..
Όπως εξήγησε ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού κ. Φραγκίσκος Κουτεντάκης το 0,55% προκύπτει από τα ακόλουθα δεδομένα :
-441 εκατ. ευρώ απώλειες εσόδων από τις μετατάξεις προϊόντων και υπηρεσιών από υψηλότερους σε χαμηλότερους συντελεστές ΦΠΑ.
-830 εκατ. ευρώ το κόστος του συνταξιοδοτικού βοηθήματος
– 80 εκατ. ευρώ το κόστος από τις αλλαγές στις συντάξεις χηρείας
-Επιπλέον έσοδα 59 εκατ. ευρώ από τη ρύθμιση των 120 δόσεων στα ασφαλιστικά ταμεία και 233 εκατ. ευρώ από τη ρύθμιση χρεών στην εφορία. Να σημειώσουμε πως οι Θεσμοί όχι μόνο δεν βλέπουν επιπλέον έσοδα από τις ρυθμίσεις αλλά εκτιμούν ότι θα οδηγήσουν σε απώλειες εσόδων ύψους 1 δις ευρώ.
Όσον αφορά στα επόμενα χρόνια στην έκθεση τονίζεται πως «με δεδομένο τον μόνιμο χαρακτήρα των μέτρων, η επίπτωσή τους θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στην κατάρτιση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος και των ετήσιων προϋπολογισμών ώστε να διασφαλιστεί η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα».