Τρία πράγματα που οφείλουν να γνωρίζουν κάποιοι στη Νέα Δημοκρατία: Πρώτον: Τα στελέχη που έχουν δημόσιο λόγο δεν θα πρέπει να ερμηνεύουν έως και να παρερμηνεύουν τον Κυριάκο Μητοστάκη. Δεύτερον: Ουδείς έχει το δικαίωμα να νοθεύει τον πολιτικό λόγο του. Τρίτον: Η μεγάλη νίκη, με υπογραφή Μητσοτάκη, είναι νίκη της Δημοκρατίας και επ’ ουδενί δεν συνιστά νίκη του φιλελευθερισμού και ήττα της Αριστεράς. Πρόκειται για βαριά ήττα του λαϊκισμού, του εξτρεμισμού και προφανώς των καθεστωτικών αντιλήψεων της κυβέρνησης. Τελεία, παράγραφος.

Του Χάρη Παυλίδη
Συνεπώς όσοι σκέφτονται ότι η ιστορική ανατροπή που συντελέστηκε το βράδυ της 26ης Μαΐου έχει ιδεολογικό πρόσημο, μάλλον θα πρέπει να αναθεωρήσουν αυτές τις σκέψεις. Και μάλιστα γρήγορα γιατί στις επόμενες μέρες θα κριθούν πολλά περισσότερα από τη «δικαίωση» που ορισμένοι έχουν στο πίσω μέρος του μυαλού τους. Είναι προφανές ότι η Νέα Δημοκρατία συντεταγμένα έδωσε τη μάχη των ευρωεκλογών και την κέρδισε. Το ίδιο θα συμβεί και στις εθνικές εκλογές. Ωστόσο οι επισημάνσεις είναι απαραίτητες γιατί η συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης, δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ψήφος είχε ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Οι ψηφοφόροι είπαν στον Αλέξη Τσίπρα και στο ΣΥΡΙΖΑ μέχρι εδώ. Φτάνει! Και ταυτόχρονα κάλεσαν τον Κυριάκο Μητσοτάκη να δώσει ουσιαστικό περιεχόμενο στην «Πολιτική Αλλαγή».

Εν ολίγοις το εκλογικό σώμα δεν ψήφισε φιλελευθερισμό. Όπως και πριν από τέσσερα χρόνια δεν ψήφισε Αριστερά. Οι Έλληνες ψήφισαν Κυριάκο Μητσοτάκη, γιατί στο πρόσωπο του βλέπουν τον πολιτικό που θα νοικοκυρέψει τη χώρα μετά το «μπάχαλο» που προξένησε μια κυβέρνηση «μπουλούκι». Σ’ αυτή τη βάση δεν περιμένουν μετά από τέσσερα χρόνια αριστερής «μπουγάδας» να ξεκινήσουν εντατικά μαθήματα φιλελευθερισμού. Αντιθέτως περιμένουν αποφασιστικότητα και αποτελεσματικότητα, ασφάλεια και επιστροφή στην κανονικότητα, δημοκρατία σε όλα τα επίπεδα χωρίς αποκλεισμούς και εξαιρέσεις. Και έκριναν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει τις προϋποθέσεις να γίνει ο πολιτικός της επόμενης μέρας που θα γυρίσει σελίδα και θα αφήσει πίσω διχαστικές λογικές.

Σ’ αυτό το πλαίσιο είναι δεδομένο ότι στο μυαλό του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν είναι να πάρει ρεβάνς από το παρελθόν, όπως επιχείρησε ο Τσίπρας και απέτυχε να πάρει ρεβάνς από την ιστορία, αλλά αξιοποιώντας την ιστορική ανατροπή να εμπνεύσει μια νέα κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία που αναζητά να εκφρασθεί πέρα από τις παραδοσιακές έννοιες, και επιζητά την εννοιδότηση των αρχών και των αξιών της δημοκρατίας με βάσει τα νέα δεδομένα. Αυτή την πλειοψηφία καλείται να εκφράσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης επαναχαράσσοντας τα όρια της Νέας Δημοκρατίας ώστε να καταστεί η παράταξη που θα υποστηρίξει τη μεγάλη πολιτική αλλαγή που ξεκίνησε.