Το τηλέφωνο του Βασίλη Γκουρογιάννη χτυπούσε συνεχώς τη μέρα που συναντηθήκαμε.

Η «Αναψηλάφηση», το νέο του μυθιστόρημα που βασίζεται σε ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα από την περίοδο της χούντας και μεταπολιτευτικά, κυκλοφόρησε πολύ πρόσφατα από τις εκδόσεις Μεταίχμιο και αρκετοί, μου λέει, τον καλούν με εντυπώσεις και ερωτήσεις. Μήπως ψάχνουν τον εαυτό τους μέσα στις σελίδες σας, τον ρωτώ και χαμογελάει. «Οποιος αναγνωρίζει τον εαυτό του μέσα στο βιβλίο ας τον αναγνωρίσει, αν τον τιμά αυτό που κάνει ας συνεχίσει να το κάνει αλλιώς να αλλάξει», θα μας πει λίγο αργότερα ο 68χρονος συγγραφέας και δικηγόρος.

Στη νομική ορολογία «αναψηλάφηση» σημαίνει την επανεξέταση μιας υπόθεσης σε περίπτωση που εμφανιστούν νέα στοιχεία. Στην «Αναψηλάφησή» του ο –νομικός το επάγγελμα– Βασίλης Γκουρογιάννης ξαναβλέπει την εποχή στην οποία και εκείνος ανδρώθηκε και με όχημα τις αναμνήσεις ενός εξόριστου φιλόλογου που επιστρέφει από την Ισπανία, ασκεί μια οξύτατη κριτική στη σημερινή πολιτική και κοινωνική κατάσταση της Ελλάδας και σε εκείνους που εξαργύρωσαν τον αντιστασιακό τους αγώνα με «μετοχές της κερδοσκοπικής επιχείρησης Ελληνική Δημοκρατία».

Ο κεντρικός ήρωας του βιβλίου, με το ψευδώνυμο Θερβάντες, επιστρέφει στην Αθήνα έπειτα από 50 χρόνια και παθαίνει σοκ με την αλλαγή των παλιών συντρόφων του που έγιναν «πράσινοι» και χρεωμένοι μεγαλοεργολάβοι, αλλάζουν υπουργεία και κόμματα, χωρίζουν τις γυναίκες τους στα γεράματα και φυτοζωούν. Προσπαθώντας να κλείσει τους λογαριασμούς του με το παρελθόν «αναψηλαφεί» τη σύλληψή του σε μια «ερασιτεχνική» φοιτητική αντιστασιακή οργάνωση, την ψυχολογική και σεξουαλική κακοποίηση που δέχθηκε, τη θητεία του στο ΕΑΤ-ΕΣΑ και τη γνωριμία του με τον Αλέκο Παναγούλη, τη φυγή του στην Ισπανία και την επιστροφή του σε έναν κατεστραμμένο τόπο που δεν αναγνωρίζει και δεν καταλαβαίνει αφού βρίσκει «λέξεις-ογκόλιθους», όπως Δημοκρατία, ελευθερία, θεσμοί, λογική, να έχουν αλλάξει νόημα μεταπολιτευτικά.

«Δεν είναι τυχαίο που ο ήρωας του βιβλίου γυρίζει μετά 50 χρόνια στην Ελλάδα και κάνει κριτική. Είναι ο μόνος που μπορεί, εμείς οι υπόλοιποι, λίγο ή πολύ, τσιμπολογήσαμε από τα Βόδια του Ηλιου, όπως λέω στο βιβλίο. Δεν τα αρμέξαμε, τα κάναμε μπριζόλες. Μέσα σε αυτούς και εγώ, δεν εξαιρώ τον εαυτό μου. Δεν είμαι εγώ ο τιμητής, είμαι και εγώ ένας από αυτούς που πικραίνονται από αυτά που έγραψα, είμαι σε μια σέλφι μαζί με τους άλλους. Το βιβλίο είναι γραμμένο από πόνο και από σιχασιά», μας λέει ο κ. Γκουρογιάννης.

Ο δεύτερος πόλος του βιβλίου είναι ο Θεόφιλος Ζήσης, ένα συμβολικό κράμα των βασανιστών Θεόδωρου Θεοφιλογιαννάκου και Νικόλαου Χατζηζήση, που συλλαμβάνει τους φοιτητές φορώντας μαύρα γυαλιά και απαγγέλλοντας ρήσεις του Ηράκλειτου. Σε ένα παραληρηματικό μονόλογο, ο Ζήσης λέει ότι θα αντιμετώπιζε τον κομμουνιστικό κίνδυνο «αφήνοντας τους αριστερούς να κυβερνήσουν». Συγκρίνει τη δικτατορία και τη Δημοκρατία, λέγοντας ότι στο πρώτο ένας «μη εκλεγμένος ηγέτης σε υποχρεώνει με το ζόρι να κάνεις κάτι», ενώ στο δεύτερο «εκλέγεις εσύ τον ηγέτη που θα σε υποχρεώσει με το ζόρι να κάνεις κάτι». «Δεν είναι αυτή μια επικίνδυνη εξίσωση;», ρωτάμε τον κ. Γκουρογιάννη.

Το εξώφυλλο του βιβλίου, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

«Σε καμία περίπτωση δεν τα εξισώνω, απλώς παίζω λίγο με τα όρια. Κατά κάποιον τρόπο η δικτατορία έκανε αυτά που έκανε με το έτσι θέλω. Εμείς έχουμε εκλέξει ανθρώπους που με τις αποφάσεις τους προκάλεσαν πόνο στον λαό. Εγώ θέλω τη Δημοκρατία να λειτουργεί με τους κανόνες της, να μην είναι ημίαιμη ή όπως μας βολεύει. Δεν θέλω να βλέπω αυτή τη γελοιοποίηση που έχουμε σήμερα, με πολιτικούς περιφερόμενους κατά το συμφέρον τους, με πολιτικούς που ξεκίνησαν με ιδέες και ιδανικά και βρέθηκαν φυλακισμένοι για διαφθορά. Δεν θέλω να είμαι εύκολος ή ευνοϊκός απέναντι σε κάποιους επειδή θα ενοχληθούν», μας λέει ο συγγραφέας που έχει αποδείξει στο παρελθόν, με το βιβλίο του

«Κόκκινο στην Πράσινη Γραμμή» (εκδ. Μεταίχμιο) ότι δεν χαρίζεται εύκολα.

«Βίωσα όλο αυτό που έζησε η Ελλάδα μεταπολιτευτικά. Ξεκινήσαμε με όνειρα για έναν κόσμο καλύτερο, τα οποία όμως εκφυλίστηκαν από τις προσωπικές φιλοδοξίες ανθρώπων, από την ασυνέπεια λόγων και έργων, με αποτέλεσμα το πολίτευμά μας να έχει αλλοιωθεί. Εχουμε ένα είδος εφαρμοσμένης δημοκρατίας, ένα είδος αυθαιρεσίας και ασυδοσίας. Γι’ αυτό και δίνω πειστικό λόγο σε βασανιστές, τους οποίους απεχθάνομαι, αλλά το κάνω για να συνειδητοποιήσουμε πού έχουμε βρεθεί, για να μας τσούξει. Δεν τους χαριζόμαστε», τονίζει ο συγγραφέας και προσθέτει ότι για την απόδοση του λόγου των βασανιστών στηρίχθηκε σε μαρτυρίες και στο βιβλίο «Ανθρωποφύλακες» του Περικλή Κοροβέση.

Ο «βιολογικός καθαρισμός»

«Τιμώ τους πραγματικούς αγωνιστές, όπως τον Παναγούλη που αναφέρεται στο βιβλίο, τους αφανείς ήρωες αλλά αποδομώ τους περισσότερο επιφανείς που ήταν αντιστασιακοί και μετά εκμεταλλεύθηκαν το νέο καθεστώς», σημειώνει. «Σήμερα ζούμε την εμπλοκή του “βιολογικού καθαρισμού”, σε όλους τους θεσμούς, σήμερα επιπλέουν τα περιττώματα. Δεν έχει “βιολογικό καθαρισμό” κανένα αξιακό μας σύστημα», μας λέει ο κ. Γκουρογιάννης που δηλώνει κάθε άλλο παρά αισιόδοξος για το μέλλον.

Γεννημένος στη Γρανίτσα των Ιωαννίνων, σε μια περιοχή ενταγμένη στον ΕΔΕΣ κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, ο κ. Γκουρογιάννης θυμάται την περίοδο που το πατρικό του σπίτι γειτνίαζε με τον στρατιωτικό λόχο που διοικούσε ο μετέπειτα «αόρατος δικτάτορας» Δημήτριος Ιωαννίδης. «Η μάνα μου, που πέθανε πριν από δύο μήνες στα 97 της χρόνια, πάντα μου έλεγε: “Αν μου έδινες ένα ξυράφι, θα έκοβα τον Ιωαννίδη φέτες”. Τον απεχθανόταν γιατί βασάνιζε, μάλιστα ο ίδιος, πολύ σκληρά τους αιχμαλώτους. Η αποστροφή μου προς τη δικτατορία και τους βασανιστές είναι εμποτισμένη μέσα μου από την ίδια μου τη μητέρα», μας λέει ο συγγραφέας που έχει εντάξει το γεγονός μέσα στην ιστορία. Υπάρχει, όμως, και ένα άγνωστο περιστατικό που μας διηγείται, η κατάληξη του οποίου θα μπορούσε να είχε αλλάξει τον ρουν της Ιστορίας. «Ο Ιωαννίδης δεν ήταν σκληρός μόνο με τους αιχμαλώτους. Θυμάμαι όταν ένας χωριανός έκλεψε μια κότα, εκείνος τον κρέμασε ανάποδα. Ο αδελφός τού κρεμασμένου, δικός του αντάρτης, έτρεξε να δει τι συμβαίνει κρατώντας ένα αυτόματο Στεν. Οταν έμαθε, σήκωσε το Στεν να πυροβολήσει τον Ιωαννίδη, αλλά την τελευταία στιγμή ένας άλλος στρατιώτης του κατέβασε απότομα τα χέρια και η ριπή χτύπησε στο χώμα. Αλλιώς μπορεί να είχε γλιτώσει η Κύπρος».

Η παρουσίαση του βιβλίου «Αναψηλάφηση» θα γίνει τη Δευτέρα 8 Aπριλίου στον Ιανό και ώρα 8.30 μ.μ.