Μετά την ανάδειξή του στη θέση του προέδρου της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος, ο Ευριπίδης Στυλιανίδης τόνισε πως το στοίχημα αυτής της Επιτροπής είναι να εκπέμψει ένα πολύ ισχυρό μήνυμα συνεργασίας και θεσμικής συνεννόησης.

«Πιστεύω ότι, παρά τον περιορισμένο χαρακτήρα αυτής της Αναθεώρησης, επειδή μιλούμε για ένα αυστηρό και ανοιχτό Σύνταγμα, όπως είναι το ελληνικό, θα πρέπει την αναθεωρητική διαδικασία να μην την αντιμετωπίσουμε ως μια απλή διαδικασία ενός κοινού νόμου, αλλά ως την αλλαγή του πολιτειακού χάρτη της χώρας μας και, βεβαίως, και ως τον επαναπροσδιορισμό του αξιακού κώδικα του πολιτισμού μας, όπως αυτός ο κώδικας αποτυπώνεται στο θεμελιώδη νόμο που είναι το Σύνταγμά μας», είπε ειδικότερα και πρόσθεσε:

«Το στοίχημα αυτής της επιτροπής είναι να εκπέμψει ένα πολύ ισχυρό μήνυμα, για τη νέα νοοτροπία που εκπροσωπεί πιστεύω το σύνολο του πολιτικού κόσμου. Αυτή η Επιτροπή, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να εκπέμψει σήμα συνεργασίας, θεσμικής συνεννόησης, μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, δυνατότητα σύνθεσης, μεταξύ διαφορετικών ιδεολογικών προσεγγίσεων, και βεβαίως τη δυνατότητα να βγάλει μια απόφαση στο τέλος, όχι με την μικροκομματική λογική, που έχει το βλέμμα στραμμένο στις επόμενες εκλογές, αλλά με μια λογική θεσμική που θα έχει το βλέμμα των βουλευτών και του Κοινοβουλίου, στραμμένο στις επόμενες γενιές».

Η Επιτροπή έχει να συζητήσει 49 διατάξεις, εκ των οποίων οι 10 είναι καταργήσεις μεταβατικών διατάξεων που υπάρχουν στο υφιστάμενο Σύνταγμα. Ο κ. Στυλιανίδης εισηγήθηκε η συζήτηση αυτών των 49 άρθρων να δομηθεί σε 10 κεφάλαια.

«Η αναθεώρηση του Συντάγματος είναι η κορυφαία διαδικασία στην οποία δεν υπάρχουν ούτε κυβέρνηση ούτε υπουργοί. Είναι διαδικασία που αφορά τους βουλευτές και γι΄αυτό είναι μεγάλη τιμή για όσους συμμετέχουμε σε αυτή τη διαδικασία», είπε ο βουλευτής της ΝΔ, Γιάννης Τραγάκης. Ο γραμματέας της ΚΟ της ΝΔ, Σταύρος Καλαφάτης, είπε ότι έχει γίνει σοβαρή προεργασία από την πλευρά του κ. Στυλιανίδη για την κατανομή της συζήτησης σε κεφάλαια.

«Θα επιδιώξουμε και εμείς τη συναίνεση στην αίθουσα αυτή», ανέφερε ο Γιώργος Κατρούγκαλος (ΣΥΡΙΖΑ) και πρόσθεσε: «Θεωρούμε ότι η αναθεωρητική διαδικασία είναι κορυφαία στιγμή του πολιτεύματος και πρέπει να έχει την αντίστοιχη συμπεριφορά εκ μέρους όλων μας.

«Εμείς έχουμε συνεπή στάση ως προς όλες τις προτάσεις που είχαμε θέσει στην προηγούμενη Βουλή. Όταν, για παράδειγμα, έρθει η ώρα, θα φανεί ότι δεν έχουμε διαφοροποιήσει τη θέση μας, σε σχέση με την επιλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, όπως έχουν άλλα κόμματα και δη το κυβερνών», είπε ακόμα ο κ. Κατρούγκαλος και πρότεινε μαζί με τη συζήτηση για τα αναθεωρητέα άρθρα, να γίνεται και μια συζήτηση για τα νομοσχέδια που πρέπει να ακολουθήσουν, όπως η ψήφος των ομογενών και ανακοίνωσε ότι τη Δευτέρα ο ΣΥΡΙΖΑ καταθέτει πρόταση νόμου για την ψήφο των ομογενών.

Ο βουλευτής του ΚΚΕ, Γιάννης Γκιόκας, είπε ότι ο ένας μήνας είναι ασφυκτικός για ολοκληρωμένη συζήτηση όλων των ενοτήτων και ζήτησε να γίνεται εκ των προτέρων γνωστό τι προτείνει η κυβερνητική πλειοψηφία για τη νέα διατύπωση των άρθρων.

«Ελπίζω να είμαστε πρακτικοί και γρήγοροι και ελπίζω οι συνταγματολόγοι της Επιτροπής να ακούνε και όσα λένε στις συνεδριάσεις και οι πολιτικοί», ανέφερε ο βουλευτής του Κινήματος Αλλαγής, Κώστας Σκανδαλίδης, και πρόσθεσε ότι αν χρειαστεί περισσότερος χρόνος πρέπει να δοθεί.

Ο βουλευτής της Ελληνικής Λύσης, Κωνσταντίνος Χήτας, είπε ότι η Επιτροπή πρέπει να προχωρήσει με γνώμονα το εθνικό συμφέρον και την ευημερία του ελληνικού λαού.

Ασφυκτικό χαρακτήρισε το χρονοδιάγραμμα για μια σοβαρή επεξεργασία και μια δημιουργική διακομματική δουλειά, η βουλευτής του ΜέΡΑ 25, Αγγελική Αδαμοπούλου.

Να συζητηθούν σε αυτοτελές κεφάλαιο οι σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας, ζήτησε ο ΣΥΡΙΖΑ και περισσότερες συνεδριάσεις για το κεφάλαιο που αφορά στα κοινωνικά δικαιώματα. Και τα δύο έγιναν αποδεκτά από τον πρόεδρο της Επιτροπής, καθώς τέθηκαν και από άλλα κόμματα.

Ο κ. Στυλιανίδης, ακούγοντας εισηγήσεις βουλευτών των άλλων κομμάτων, δήλωσε ότι «εφόσον διαπιστώνονται συγκλίσεις σε κάθε κεφάλαιο, θα διαμορφώνεται ένα τελικό κείμενο προτού κλείσει η συνεδρίαση της Επιτροπής, το οποίο θα τεθεί σε ψηφοφορία στην Ολομέλεια.

Η Τετάρτη και η Πέμπτη είναι οι μέρες που ορίστηκαν ως σταθερές ημέρες των συνεδριάσεων της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος. Ο πρόεδρος της Επιτροπής άφησε, όμως, ανοιχτό να οργανώνονται και άλλες συνεδριάσεις αν κρίνεται απαραίτητο.