“Σχέδιο, πολιτική βούληση, υπομονή και δουλειά, είναι τα συστατικά στοιχεία της «συνταγής» ανάπτυξης για τη Θεσσαλονίκη, τη Βόρεια Ελλάδα και για όλη τη χώρα” επισημαίνει σε συνέντευξή του στο “tomanifesto.gr” ο υποψήφιος βουλευτής ΝΔ στην Α΄ Θεσσαλονίκης, Στράτος Σιμόπουλος.

Κ. Σιμόπουλε, ποιο είναι το διακύβευμα των εκλογών της 7ης Ιουλίου 2019;

Θα σας απαντήσω όπως τοποθετήθηκε πρόσφατα ο Πρόεδρος της ΝΔ, Κυριάκος Μητσοτάκης. Σε αυτές τις εθνικές εκλογές οι επιλογές που έχουμε μπροστά μας είναι πολύ σαφείς. Ή θα συνεχίσουμε στη στασιμότητα, τη μιζέρια, στη φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης, όπως αυτή δρομολογήθηκε με συνειδητές κυβερνητικές επιλογές τα τελευταία τέσσερα χρόνια ή θα κάνουμε ένα τολμηρό άλμα στο μέλλον, με μια νέα πολιτική που θα μειώνει φόρους, θα προσελκύει επενδύσεις, θα δημιουργεί θέσεις απασχόλησης και θα αξιοποιεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της κάθε ελληνικής περιφέρειας.

Εσείς ο ίδιος έχετε ασκήσει σκληρότατη κριτική και επικρίνατε αυστηρά την απερχόμενη Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, για τα θέματα των υποδομών και των μεταφορών στην πόλη μας. Θα έρθω απ’ ευθείας στο θέμα του ΟΑΣΘ που καίει τους Θεσσαλονικείς. Τι προτίθεστε να κάνετε ως αυριανή κυβέρνηση για τον Οργανισμό;

Από ένα ιδιωτικό μονοπώλιο μεταβήκαμε σε «hardcore» δημόσιο με όλες τις αδυναμίες, που έχει αυτή η κατάσταση.
Σήμερα φτάσαμε στην a la carte ιδιωτικοποίηση επιμέρους τμημάτων του μεταφορικού έργου του ΟΑΣΘ, για την οποία αντιδρούν οι δημόσιοι υπάλληλοι-εργαζόμενοι του, οι οποίοι βέβαια τα θέλουν όλα “μονά-ζυγά” δικά τους.
Η μοναδική μακροπρόθεσμα βιώσιμη λύση για τις αστικές συγκοινωνίες της Θεσσαλονίκης είναι το άνοιγμα στον ανταγωνισμό. Δεν χρειαζόμαστε κρατικά μονοπώλια, όπως δεν χρειαζόμαστε και ιδιωτικά.
Ένας ΟΑΣΘ, χωρίς κομματικές παρεμβάσεις, με σύγχρονο management, με εξορθολογισμένο το κόστος λειτουργίας του, χάριν των υποδομών και της τεχνογνωσίας, που διαθέτει, δεν πρέπει να φοβάται τον ανταγωνισμό.
Το εισιτήριο φυσικά πρέπει να συνεχίσει να επιδοτείται.

Ταυτόχρονα και στο θέμα του ΜΕΤΡΟ. Θα το ολοκληρώσετε και πόσο σύντομα;

Αρχικά η κυβέρνηση της ΝΔ πρέπει να διαπιστώσει τι παραλαμβάνει στο θέμα του Μετρό Θεσσαλονίκης. Ξέρετε κάποιες φορές οι “σκελετοί κρύβονται στις ντουλάπες”.
Ούτως ή αλλιώς η κυβέρνηση και η Αττικό Μετρό έχει δημιουργήσει συνθήκες εικονικής πραγματικότητας γύρω από την κατασκευή και κυρίως όσον αφορά στο χρόνο ολοκλήρωσης.
Ας γνωρίζουν οι Θεσσαλονικείς ότι ακόμη και να αρχίζει άμεσα να κατασκευάζεται ο σταθμός Βενιζέλου, με τον τρόπο που προτείνει η κυβέρνηση και η Αττικό Μετρό (χωρίς δηλαδή απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων) θα απαιτηθούν τουλάχιστον αλλά πέντε χρόνια για την ολοκλήρωση του και η λειτουργία ΟΛΟΥ του Μετρό στο κέντρο θα πρέπει πιθανότατα να σταματήσει για ένα χρόνο.
Αντί λοιπόν και «Μετρό και αρχαία» στη Βενιζέλου, αν προχωρήσουν με την λύση που επέλεξαν, στο τέλος θα έχουμε «μόνο ή καθόλου αρχαία και σίγουρα καθόλου μετρό».
Πέρασαν 4 χρόνια, η λύση για την Βενιζέλου είναι ακόμη στα χαρτιά, με απροσδιόριστο κόστος και χρόνο υλοποίησης. Εκτός, μάλιστα συγκλονιστικού απροόπτου, το πρόβλημα αυτό θα οδηγήσει σε παράδοση αρχικά ενός «κολοβού» έργου, αποκλείοντας το ιστορικό κέντρο της πόλης.
Για να προχωρήσει το έργο πρέπει να γίνει προσωρινή απόσπαση των αρχαιοτήτων στη Βενιζέλου και να δημοπρατηθούν γρήγορα τα έργα των ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων της επέκτασης προς Καλαμαριά. Με αυτές τις προϋποθέσεις το έργο μπορεί να παραδοθεί έως το 2022.

Κ. Σιμόπουλε, ως αυριανή κυβέρνηση τι πρέπει να κάνετε ώστε η Θεσσαλονίκη να προχωρήσει αναπτυξιακά;

Σχέδιο, πολιτική βούληση, υπομονή και δουλειά, είναι τα συστατικά στοιχεία της «συνταγής» ανάπτυξης για τη Θεσσαλονίκη, τη Βόρεια Ελλάδα και για όλη τη χώρα. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι η ανάπτυξη δεν έρχεται με συνεχείς μειώσεις μισθών και συντάξεων, παράλληλα με το πάγωμα των μεταρρυθμίσεων.
Η Θεσσαλονίκη και η γενικότερη κατάσταση στην πόλη μας είναι δυστυχώς μία μικρογραφία του ευρύτερου τοπίου. Απουσία σχεδίου, κοντόφθαλμη στρατηγική, εγωισμός και συμφεροντολογική προσέγγιση χαρακτηρίζει τις προσπάθειες ανάπτυξης στην πόλη μας, σε συνδυασμό με τις εκθέσεις ιδεών των περιβόητων master plan και των επικοινωνιακών πυροτεχνημάτων της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Το λιμάνι αποτελεί έναν κρίκο, ο οποίος έρχεται να προστεθεί δίπλα στα υπόλοιπα πλεονεκτήματα της Θεσσαλονίκης, όπως είναι η γεωγραφική της θέση, το παραλιακό μέτωπο, οι τουριστικές προοπτικές και ο πρωτογενής τομέας της ευρύτερης περιοχής μας.
Οι αναπτυξιακές προοπτικές ενισχύονται από το θαλάσσιο μέτωπο της πόλης, που όμοιό του ελάχιστες πόλεις διαθέτουν σε όλον τον κόσμο και το οποίο παραμένει αναξιοποίητο, ενώ μπορεί να προσελκύσει επενδύσεις και να δημιουργηθούν πολλές χιλιάδες θέσεις εργασίας.
Μαρίνες, πλωτές υποδομές αναψυχής και διεθνείς αθλητικές δράσεις και όλα αυτά με σεβασμό στο περιβάλλον και στην ανάγκη των κατοίκων της πόλης να διατηρήσουν την «διέξοδο» τους προς την θάλασσα, έχουν βρει εφαρμογή εδώ και πολλές δεκαετίες σε άλλα αστικά κέντρα του εξωτερικού με θαλάσσιο μέτωπο.
Η σχέση της Θεσσαλονίκης με την θάλασσα αποτελεί αφορμή και κίνητρο για ανάπτυξη πλήθους δορυφορικών επιχειρηματικών πρωτοβουλιών, οι οποίες ακόμη φαντάζουν «εξωτικές» για την πόλη και τη χώρα μας.
Στο πεδίο του ιατρικού τουρισμού, τα κέντρα αιμοκάθαρσης στο εξωτερικό μπορούν να λειτουργούν και μέσα σε ξενοδοχεία. Εδώ δεν είναι εφικτό κάτι τέτοιο, παρόλο που είναι προφανές πως τέτοιες υποδομές μπορούν να ανθήσουν αρκεί να υπάρχει το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο, ένα «επιθετικό» marketing και πολιτική βούληση, προκειμένου να ξεπεραστούν αγκυλώσεις και συντεχνιακές νοοτροπίες.
Οι τελευταίες είναι αυτές που πολλές φορές αποτέλεσαν εμπόδιο, προκειμένου τα Πανεπιστήμια της Θεσσαλονίκης, που είναι η μεγαλύτερη Πανεπιστημιούπολη των Βαλκανίων, να λειτουργήσουν ως κύτταρα καινοτομίας και να συνδέσουν την έρευνα, την παραγωγή και την αγορά.
Στο κομμάτι της καινοτομίας, η πόλη επί πολλά χρόνια συζητά για την Ζώνη Καινοτομίας, η οποία μπορεί να έχει το κέντρο της ανατολικά, αλλά έχει την δυνατότητα να αξιοποιήσει και δεκάδες άδεια κτιριακά συγκροτήματα σε όλο το πολεοδομικό συγκρότημα.
Υπάρχουν, όμως, και περιοχές στη Θεσσαλονίκη, όπως είναι η περιοχή γύρω από τη Λέοντος Σοφού και την Πτολεμαίων, που παλαιότερα έσφυζαν από ζωή, αλλά τώρα βιώνουν την εγκατάλειψη. Αυτές οι περιοχές του αστικού ιστού με σχέδιο, υπομονή και αξιοποιώντας και κεφάλαια των Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων, μπορούν σταδιακά να αναπλασθούν.
Μεγάλης κλίμακας ανάπλαση χρειάζεται και το εκθεσιακό κέντρο της Θεσσαλονίκης, όπου είναι προφανές πως έφτασε η ώρα να προσελκυσθεί ένας ιδιώτης επενδυτής με εκθεσιακή τεχνογνωσία και κεφάλαια.
Στην Ελλάδα, συνήθως, οι λίγοι μπλοκάρουν ό,τι ωφελεί τους πολλούς παραβλέποντας ότι κάποια στιγμή θα βρεθούν και οι ίδιοι μέσα στους πολλούς. Από αυτήν τη νοοτροπία πρέπει να απαλλαγούμε με δουλειά και μεταρρυθμίσεις, ώστε η χώρα και, βέβαια, η Θεσσαλονίκη να γνωρίσει περίοδο θεαματικής ανάπτυξης και μείωσης της ανεργίας.
Ο αναπτυξιακός προσανατολισμός της Θεσσαλονίκης και η υπερτοπική της σημασία, μέσα από την αλληλεπίδραση με τον βαλκανικό περίγυρο και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, απασχόλησαν κατά καιρούς τη δημοσιότητα με τη μορφή συνθηματολογίας και όχι ως τμήμα ενός ευρύτερου και υλοποιήσιμου σχεδίου. Προτείνω, λοιπόν, να περάσουμε από τα λόγια στις πράξεις και να αξιοποιήσουμε αφενός τα χρηματοδοτούμενα από το ΕΣΠΑ μεγάλα έργα και αφετέρου τις ιδιωτικοποιήσεις που έγιναν την τελευταία δεκαετία και να καταστήσουμε την πόλη μας κόμβο των διευρωπαϊκών δικτύων μεταφορών, δημιουργώντας παράλληλα πολλές δεκάδες χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας.
Τα διευρωπαϊκά δίκτυα μεταφορών είναι μια ευρωπαϊκή πολιτική, η οποία αποσκοπεί στην κατασκευή διαλειτουργικών υποδομών, που εξασφαλίζουν την ελεύθερη και άνετη διακίνηση προσώπων και προϊόντων εντός της Ε.Ε, την καλή λειτουργία της κοινής αγοράς και κατ’ επέκταση την οικονομική και κοινωνική συνοχή της Ε.Ε.

Κατεβαίνετε ως υποψήφιος Βουλευτής στην Α’ εκλογική περιφέρεια της Θεσσαλονίκης. Γιατί θα πρέπει να σας εμπιστευτούν οι ψηφοφόροι;

Συνδυάζοντας τις ιδιότητες του μηχανικού και του πολιτικού, δεν ταυτίστηκα ποτέ όλα αυτά τα χρόνια με όσους ασκούν κριτική δίχως να μετρούν το αύριο, το «δια ταύτα». Αυτή, λόγω χαρακτήρα, είναι και η αγωνία μου. Να συμβάλλω μέσα από την πολιτική ενασχόληση στον σχεδιασμό της επόμενης μέρας με παρεμβάσεις, προτάσεις, θέσεις και δράσεις. Η οπτική μου στα πράγματα παραμένει συνεπής, αταλάντευτη, έχει κανόνες και αρχές, αναπτυγμένες στο στέρεο έδαφος της εμπειρίας που απέκτησα στην αγορά και στα ρίσκα της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Χωρίς αλλαγή πολιτικής, η συζήτηση για τη Θεσσαλονίκη δεν μπορεί να αποκτήσει ουσιαστικό περιεχόμενο. Η Θεσσαλονίκη δύσκολα θα μπορέσει να αξιοποιήσει τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα και να προχωρήσει μπροστά προς όφελος των κατοίκων της, της Βόρειας Ελλάδας και όλης της χώρας. Αυτή λοιπόν η πολιτική αλλαγή ολοκληρώνεται στις 7 Ιουλίου και με την δική μου προσπάθεια που παίρνει «σάρκα και οστά» με τη συμμετοχή μου στο ψηφοδέλτιο της Α’ Θεσσαλονίκης της Νέας Δημοκρατίας.