Με μισθούς… πείνας κάτω από τα 500 ευρώ τα βγάζουν πέρα 571.000 άτομα που απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα. Ακόμη χειρότερα 251.000 εργαζόμενοι αμείβονται με 250 ευρώ τον μήνα. Περίπου 700.000 άτομα εμφανίζουν μέσο μισθό στα 375 ευρώ δηλαδή στο όριο της φτώχειας.

Μάλιστα από το 2010 έως το τέλος του 2018 ο αριθμός όσων παίρνουν έως 250 ευρώ σχεδόν τετραπλασιάστηκε από 64.000 το 2010 σε 190.927 το 2015 και 251.020 το 2018. Την ίδια περίοδο τριπλασιάστηκε ο αριθμός όσων αμείβονται με 500-600 ευρώ.

Τα στοιχεία αυτά περιέχονται στην Ετήσια Έκθεση Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ για την ελληνική οικονομία και απασχόληση στην οποία αποτυπώνονται οι απογοητευτικές συνθήκες οι οποίες επικρατούν στην αγορά εργασίας παρά τους «πανηγυρισμούς» της κυβέρνησης για δήθεν επιστροφή στην κανονικότητα.

Πιο αναλυτικά η έκθεση καταλήγει στα ακόλουθα συμπεράσματα :
– Εξετάζοντας τις αποδοχές των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα κατά το 2018 με βάση τα στοιχεία του ΕΦΚΑ, επί συνόλου 2.396.602 εργαζομένων οι μέσες τακτικές αποδοχές ανέρχονται σε 898,59 ευρώ. Συγκεκριμένα το 29% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα (696.825 άτομα) είχε σχέση μερικής απασχόλησης με μέσο μισθό 375,53 ευρώ ενώ το 71% (1.702.675 άτομα) είχε σχέση πλήρους απασχόλησης με μέσο μισθό1.111,09 ευρώ .

-Κάθε απόλυση στοιχίζει στον άνεργο 8.126 ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 50% του μέσου καθαρού εισοδήματος από εργασία. Ένας άνεργος κατά τον πρώτο χρόνο της ανεργίας λαμβάνει αναλογικά μειωμένο εισόδημα κατά 1/3 σε σχέση με αυτό το οποίο θα λάμβανε κατά μέσο όρο σε άλλη χώρα του ΟΟΣΑ.
-Το 2018 οι κοινωνικές παροχές κατέγραψαν μείωση κατά 130 εκατ. ευρώ. Συγκριτικά με το 2009 οι κοινωνικές παροχές έχουν υποχωρήσει κατά 21,7%.

-Οι πολιτικές λιτότητας και υπερπλεονασμάτων έχουν επιβαρύνει σημαντικά το προσαρμοσμένο ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, το οποίο την περίοδο 2009-2017 σημείωσε πτώση 33,7%, διαταράσσοντας τη μακροοικονομική και τη χρηματοπιστωτική συνοχή της οικονομίας.

– Η χρηματοοικονομική θέση των νοικοκυριών είναι ιδιαίτερα εύθραυστη λόγω αρνητικών νέων αποταμιεύσεων και χαμηλού επιπέδου εισοδημάτων σε σχέση με τις δανειακές τους υποχρεώσεις. Δεδομένης της εξάρτησης της δυναμικής της οικονομίας από την εγχώρια κατανάλωση, η χρηματοοικονομική κατάσταση των νοικοκυριών περιορίζει τις προσδοκίες αναπτυξιακής δυναμικής της οικονομίας.
-Οι ελληνικές εξαγωγές αυξήθηκαν, αλλά η επίδρασή τους στο ΑΕΠ ήταν σχεδόν μηδενική λόγω αντίστοιχης αύξησης των εισαγωγών. Η διάρθρωση του παραγωγικού τομέα δεν επιτρέπει την επίτευξη διατηρήσιμου εμπορικού πλεονάσματος, λόγω της μεγάλης εξάρτησής του από τις εισαγωγές.
-Το 2018 ο ρυθμός μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας συνέχισε τη σταθερή θετική του πορεία. Ωστόσο, παρατηρείται μια συνεχόμενη δυναμική απόκλισης από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης και τα κράτη-μέλη της νότιας περιφέρειάς της.
-Από το 2014 και μετά οι δείκτες φτώχειας και οικονομικής ανισότητας σημειώνουν βελτίωση. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ο δείκτης φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού εμφανίζει σταθερή υποχώρηση επί τρία συναπτά από 36% το 2014 σε 34,8% το 2017.
Παρουσιάζοντας την έκθεση ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Γιάννης Παναγόπουλος Πολιτικό αναφέρθηκε στην συζήτηση που έχει ανοίξει για την 7ήμερη εργασία κάνοντας λόγο για πλιάτσικο σε βάρος του κόσμου της εργασίας από τα κόμματα. Πρόσθεσε πως το πρόβλημα βρίσκεται στις δυσμενείς αλλαγές που συντελέστηκαν τα τελευταία χρόνια στη διευθέτηση του χρόνου εργασίας. Αναφέρθηκε στην αύξηση των εργάσιμων ωρών ανά ημέρα σε 13 από 11, την μείωση της ημερήσιας ανάπαυσης από 12 σε 11, στη θεσμοθέτηση φθηνότερων υπερωριών, στην κατάργηση της κυριακάτικης αργίας και της εξαήμερης εργασίας στο εμπόριο, στις «ψευτοσυμβάσεις» μερικής απασχόλησης που υποκρύπτουν πλήρη απασχόληση και «μαύρες» υπερωρίες και τη λειτουργία βιομηχανιών σε 7ήμερη βάση με την επίκληση χρόνου συντήρησης.