Η διαχείριση των επιπτώσεων των συνεχών κρίσεων (πανδημία, γεωπολιτικές εξελίξεις, ενεργειακή κρίση κ.ά.), η αποτελεσματική αξιοποίηση των δυνατοτήτων που παρέχονται από το νέο ευρωπαϊκό ταμείο αλιείας, θάλασσας και υδατοκαλλιέργειας αλλά και η ενίσχυση του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος των ελληνικών προϊόντων ιχθυοκαλλιέργειας σε υφιστάμενες και νέες αγορές αποτελούν τις βασικές προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει το επόμενο διάστημα η Ελληνική Οργάνωση Παραγωγών Υδατοκαλλιέργειας (ΕΛΟΠΥ).

Παράλληλα, η ολοκλήρωση του χωροταξικού σχεδιασμού με την ίδρυση των Περιοχών Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (ΠΟΑΥ) αναμένεται να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα των εταιρειών και να προσελκύσει νέες επενδύσεις. Τα παραπάνω επεσήμανε, μεταξύ άλλων, εχθές ο πρόεδρος της ΕΛΟΠΥ, Απόστολος Τουραλιάς στο πλαίσιο εορταστικής εκδήλωσης κοπής της πρωτοχρονιάτικης πίτας της οργάνωσης.

Έχοντας κατακτήσει την Ευρώπη με εξαγωγές σε προϊόντα ιχθυοκαλλιέργειας ο κλάδος θέτει για το 2023 νέα αγορά στόχο, την Αμερική και ειδικότερα την Νέα Υόρκη που απορροφά έως τώρα το 50% των ψαριών που εξάγονται από την Ελλάδα. Στο πλαίσιο αυτό, θα διατεθεί από την ΕΛΟΠΥ εφέτος κονδύλι που θα ξεπεράσει το 1 εκατ. ευρώ για δράσεις προβολής και προώθησης ελληνικών προϊόντων ιχθυοκαλλιέργειας. Στο πλαίσιο αυτό, αναλαμβάνονται πρωτοβουλίες σε συνεργασία με την ελληνική πρεσβεία αλλά και εμπορικούς αντιπροσώπους ώστε στο δεύτερο εξάμηνο του έτους να ξεκινήσει η υλοποίηση των δράσεων.

Σημειώνεται ότι η ΕΛΟΠΥ από το 2019 και μετά που ξεκίνησε τη δράση της έχει επενδύσει 6 εκατ. ευρώ σε δράσεις προώθησης ελληνικών προϊόντων ιχθυοκαλλιέργειας, εκ των οποίων 2 εκατ. ευρώ διατέθηκαν το 2022. Για το 2023 ο συνολικός προϋπολογισμός που εγκρίθηκε από τη γενική συνέλευση των μελών της οργάνωσης που αντιπροσωπεύουν περίπου το 80% των ελληνικών ιχθυοκαλλιεργειών, προσεγγίζει τα 3,5 εκατ. ευρώ.

Σύμφωνα με όσα ανέφερε ο κ. Τουραλιάς, η αγορά της Αμερικής έχει μεγάλη δυναμική και θα δώσει περαιτέρω ώθηση στα έσοδα των επιχειρήσεων. «Ο κλάδος γίνεται ακόμα πιο εξωστρεφής και στοχεύει σε πραγματικά και μετρήσιμα αποτελέσματα στις ευρωπαϊκές και στις παγκόσμιες αγορές» σημείωσε. Στόχος είναι οι εξαγωγές στην Αμερική 20.000 τόνων ψαριών (τσιπούρα, λαβράκι και φαγκρί) σε διάστημα τριετίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΟΠΥ, το 2021 οι εξαγωγές δεν ξεπέρασαν τους 3.000 τόνους. Συνολικά προς τη Βόρεια Αμερική η εξαγωγική δραστηριότητα αφορούσε 4.000 τόνους. Αντίστοιχα οι τουρκικές εξαγωγές ψαριών στις ΗΠΑ διαμορφώθηκε σε 4.500 τόνους. Πλέον οι ελληνικές εξαγωγές στην Αμερική έχουν φτάσει τους 6.000 τόνους.

Εστιάζοντας στην περυσινή χρονιά σημείωσε ότι ήταν δύσκολη για τον κλάδο της ιχθυοκαλλιέργειας καθώς εκτός από τη συνεχιζόμενη πίεση λόγω του ανταγωνισμού, οι επιχειρήσεις ήρθαν αντιμέτωπες με την αύξηση του κόστους παραγωγής, η οποία προσδιορίζεται στο 25%. Το μεγαλύτερο κόστος για τους επαγγελματίες του κλάδου είναι οι πρώτες ύλες για τις ιχθυοτροφές. Είναι χαρακτηριστικό, όπως αναφέρθηκε, ότι ένας ιχθυοπαραγωγός στο τέλος του 2021 θα μπορούσε να προμηθευτεί μια αξιόπιστη ιχθυοτροφή με 1,1 ευρώ το κιλό. Σήμερα η ίδια ιχθυοτροφή, υπερβαίνει το 1,4 ευρώ το κιλό. «Αν σκεφτείτε ότι στη δουλειά μας θέλουμε 2,5 κιλά τροφής περίπου για να πάρουμε 1 κιλό σάρκας ψαριού αντιλαμβάνεστε ότι μιλάμε για αύξηση του κόστους κατά 0,80 ευρώ προερχόμενη από τις ιχθυοτροφές» τόνισε ο κ. Τουραλιάς. Πρόσθεσε μάλιστα, ότι οι Έλληνες παραγωγοί μέχρι στιγμής έχουν καταφέρει να απορροφήσουν σημαντικό μέρος αυτού του αυξημένου κόστους ωστόσο σημείωσε ότι ο κλάδος δεν μπορεί να απορροφήσει περαιτέρω το κόστος του παραγόμενου προϊόντος.

Την ίδια στιγμή συνεχίζει να προβληματίζει η θεσμοθέτηση των Περιοχών Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών. Όπως αναφέρθηκε, έχουν ήδη θεσμοθετηθεί επτά ΠΟΑΥ, από τις 23 που προβλέπει το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τις Υδατοκαλλιέργειες και στο τέλος του 2023 αναμένεται να ξεπεράσουν τις 10 οι θεσμοθετημένες. Εφόσον προχωρά η χωροθέτηση εκτιμάται ότι τα επόμενα χρόνια θα αυξηθεί η ελληνική παραγωγή.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΟΠΥ οι συνολικές ελληνικές εξαγωγές ψαριών ιχθυοκαλλιέργειας το 2021 ανήλθαν σε 100.361 τόνους (τσιπούρα και λαβράκι) αξίας σχεδόν 499 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 9,3% ως προς τον όγκο και 9% ως προς την αξία εξαγωγών σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο κατατάσσοντας την ιχθυοκαλλιέργεια τον πρώτο εξαγωγικό κλάδο ζωικής παραγωγής της χώρας. Το 2022 η παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού παρουσίασε αύξηση περίπου 2% και ξεπέρασε τους 127.000 τόνους.