1.600. Αυτός είναι ο αριθμός των αστέγων που διαβιούν στις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας, σύμφωνα με την τελευταία καταγραφή τους το 2018. Με εθνικό πρόγραμμα πλήρους επιδότησης ενοικίου για δύο χρόνια, μισθού για έναν χρόνο και συνεχούς ψυχοκοινωνικής υποστήριξης εντάσσουμε 800, δηλαδή τους μισούς, στην κοινωνία και την αγορά εργασίας.

Της Δόμνας Μιχαηλίδου

Η έλλειψη στέγης εξακολουθεί να αποτελεί ένα οξύ κοινωνικό πρόβλημα, που είδαμε να επιδεινώνεται με ιδιαίτερο τρόπο κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Το πρόβλημα αυτό, ευλόγως, γίνεται εντονότερο στα αστικά κέντρα, εκεί όπου τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που μπορεί να έχει κάθε άστεγος συμπολίτης μας δεν είναι πάντα έκδηλα και ο κίνδυνος του κοινωνικού αποκλεισμού πολλαπλασιάζεται.

Ως πολιτεία είμαστε δίπλα τους. Τους ακούμε. Συνομιλούμε μαζί τους για την ανάγκη τους να ενταχθούν ή να επανενταχθούν στον κοινωνικό ιστό, να αποκτήσουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας, να πάρουν οι ίδιοι πάλι τη ζωή στα χέρια τους. Και ναι! Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κάποιος ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν ανάγκη μόνο από παθητικές πολιτικές. Από μονάχα οικονομική βοήθεια και ανακουφιστικές δράσεις, που απλώς θα αντιμετωπίσουν τις άμεσες ανάγκες τους. Εχουν ανάγκη από προγράμματα ολιστικής παρέμβασης που θα δημιουργούν προϋποθέσεις για επιστροφή των άστεγων συμπολιτών μας στην αγορά εργασίας.

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, σήμερα θεσμοθετούμε. ενισχύουμε και διευρύνουμε την εφαρμογή του προγράμματος «Στέγαση και Εργασία για Αστέγους» από 14 σε 43 δήμους σε όλη την επικράτεια και εμπλουτίζουμε τις παρεχόμενες υπηρεσίες προς τους ωφελούμενους.

Το πρόγραμμα θα προκηρύσσεται τουλάχιστον ανά διετία και, το πιο σημαντικό, μετεξελίσσεται από συγχρηματοδοτούμενο σε εθνικό πρόγραμμα που χρηματοδοτείται από εθνικούς πόρους με συνολικό προϋπολογισμό 10.000.000 ευρώ.

Δικαιούχοι του προγράμματος είναι οικογένειες και άτομα που είτε καταγράφονται από τις κοινωνικές υπηρεσίες των δήμων ως άστεγοι, είτε διαμένουν σε ξενώνες μεταβατικής φιλοξενίας αστέγων είναι επίσης γυναίκες που φιλοξενούνται σε ξενώνες γυναικών θυμάτων βίας, καθώς και νεαροί ενήλικες που έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους και φιλοξενούνται σε δομές παιδικής προστασίας.

Με το πρόγραμμα καλύπτουμε πλήρως τα έξοδα ενοικίου, οικοσυσκευών και των λογαριασμών ΔΕΚΟ του ωφελούμενου για δύο χρόνια, καθώς και το μισθοδοτικό και μη μισθοδοτικό του κόστος για έναν χρόνο. Δεν περιοριζόμαστε όμως σε αυτό. Εκτός της βιοποριστικής υποστήριξης, παρέχουμε στους ωφελούμενους ψυχοκοινωνική και συμβουλευτική υποστήριξη για να διαχειριστούν τα προβλήματα της καθημερινότητάς τους, και παράλληλα τους δίνουμε πρόσβαση σε προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης που θα δημιουργήσουν καλύτερους όρους για σταθερή απασχόλησή τους.

Στην προσπάθεια αυτή, η συμβολή των δήμων με τις Κοινωνικές Υπηρεσίες τους και τις υποδομές τους είναι καθοριστική. Το πρόγραμμα στηρίζεται σε δράσεις τοπικού χαρακτήρα, οι δυνάμει ωφελούμενοι κάθε δήμου χρειάζεται να ενημερωθούν και σε αρκετές περιπτώσεις να πεισθούν για τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα. Σημαντικός είναι όμως και ο ρόλος των εργοδοτών, που επιχορηγούνται πλήρως για κάθε άτομο που εντάσσεται στη δράση αυτή. Προσκαλούμε τις επιχειρήσεις να χρησιμοποιήσουν το πρόγραμμα για να προσλάβουν ανθρώπους ικανούς. Ανθρώπους με ικανότητες και δεξιότητες. Ανθρώπους που βρέθηκαν στην αστεγία, αλλά έχουν δικαίωμα σε μια καινούργια αρχή με αξιοπρέπεια.

Δημιουργούμε τις κατάλληλες συνθήκες και τις προϋποθέσεις, ώστε οι άστεγοι συμπολίτες μας να καταφέρουν να νικήσουν τη μάχη της επανένταξής τους. Σε αυτή τη μάχη θα είμαστε δίπλα τους. Είμαστε δίπλα σε όλες και όλους. Δεν αφήνουμε κανέναν πίσω.


Η Δόμνα Μιχαηλίδου είναι Υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, αρμόδια για θέματα Πρόνοιας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Το άρθρο δημοσιεύεται στη Ναυτεμπορική