«Ο ΣΥΡΙΖΑ λέει «όχι» σε ό,τι θετικό συμβαίνει. Ακόμη και σ΄εκείνα που ξεκίνησαν από την Κυβέρνησή του», τονίζει ο Υφυπουργός Μακεδονίας – Θράκης Σταύρος Καλαφάτης σε συνέντευξη στην εφημερίδα “Ναυτεμπορική” και τη δημοσιογράφο Κατερίνα Κοκκαλιάρη.  Και εξηγεί: «Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι έφτασαν στο σημείο να καταγγέλλουν ακόμη και πολιτικές που οι ίδιοι υπηρέτησαν, όπως η συμφωνία για την επέκταση της στρατηγικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ, για την οποία οι ίδιοι είχαν προτείνει επιπλέον περιοχές αμερικανικής παρουσίας.  Αλλά και τη συμφωνία  με τη Γαλλία, που συνιστά εθνική -και όχι μόνο κυβερνητική- επιτυχία και επικροτείται από την πλειονότητα των Ελλήνων».

Αναφερόμενος στην εξέλιξη της πανδημίας ο κ. Καλαφάτης υπογραμμίζει ότι: «Η απάντηση για την αποτροπή του κινδύνου, από τη στιγμή που έχουμε το προνόμιο του εμβολίου, δεν είναι ούτε το πάγωμα της οικονομίας ούτε το κλείσιμο  της κοινωνίας. Είναι  ο εμβολιασμός».

Για την αντιμετώπιση από τη χώρα μας των συνεπειών της παγκόσμιας ενεργειακής κρίσης, ο  Στ. Καλαφάτης σημειώνει: «Ήδη η Κυβέρνηση έχει θεσπίσει μέτρα μισού δισ. ευρώ, για την κάλυψη των αυξήσεων στο ρεύμα και τη θέρμανση, ενώ ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και οι υπουργοί Οικονομικών και Ενέργειας βρίσκονται στην πρωτοπορία των προσπαθειών για ουσιαστικές παρεμβάσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή». 

Για την προσέλκυση επενδύσεων στη Βόρεια Ελλάδα, επισημαίνει: «Ο κόσμος που έρχεται απαιτεί να θέσουμε και να πετύχουμε δύο βασικούς στόχους: Την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση. Και οι στόχοι αυτοί αποτελούν ήδη βασικούς  πυλώνες του Εθνικού  Σχεδίου Ανάκαμψης. Απαιτείται ταυτόχρονα έμφαση στην έρευνα, την καινοτομία, την εξωστρέφεια, την προσέλκυση νέων επενδύσεων και τη δημιουργία νέων ποιοτικών θέσεων εργασίας. Αυτοί είναι οι στόχοι της Κυβέρνησης και αφορούν ιδιαίτερα τη Θεσσαλονίκη, τη Μακεδονία και τη Θράκη».

 

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης:

 

Οι ειδικοί χτυπούν καμπανάκι για την πορεία της  πανδημίας, λόγω της επιστροφής στους κλειστούς χώρους και της στασιμότητας στον ρυθμό των εμβολιασμών. Σχεδιάζει η Κυβέρνηση πρόσθετα μέτρα για να αποφευχθεί μια αναζωπύρωση της πανδημίας το χειμώνα; 

 

Ξέρουμε όλοι ότι ένα τέταρτο κύμα πανδημίας χτυπά ήδη τις χώρες (Ρωσία, Ρουμανία) με χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη και προφανώς θα εμφανιστεί και στη χώρα μας.   Όπως ήδη επεσήμανε ο καθηγητής κ. Σ. Τσιόδρας -και όχι μόνο- η χειμερινή περίοδος δεν προμηνύεται εύκολη. Θα βρεθούμε αντιμέτωποι με την επιδημία των ανεμβολίαστων. Και όσο περισσότεροι είναι, τόσο περισσότεροι θα πληγούν, τόσο μεγαλύτερο θα είναι το πρόβλημα. Η απάντηση λοιπόν για την αποτροπή του κινδύνου, από τη στιγμή που έχουμε το προνόμιο του εμβολίου, δεν είναι ούτε το πάγωμα της οικονομίας ούτε το κλείσιμο  της κοινωνίας. Είναι  ο εμβολιασμός. Μην ξεχνάμε ότι εννιά στους δέκα συμπολίτες μας που βρίσκονται στις ΜΕΘ είναι ανεμβολίαστοι.

 

Η  Κυβέρνηση δηλώνει ότι εστιάζει στην επόμενη ημέρα της οικονομίας και δίνει βαρύτητα στην προσέλκυση επενδύσεων και στη δημιουργία νέων  θέσεων εργασίας. Τι αναμένουμε σε αυτό το «μέτωπο»; Και ποιες κινήσεις γίνονται ειδικά για τη Βόρεια Ελλάδα; 

 

Ο κόσμος που έρχεται απαιτεί να θέσουμε και να πετύχουμε δύο βασικούς στόχους: Την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση. Και οι στόχοι αυτοί αποτελούν ήδη βασικούς  πυλώνες του Εθνικού  Σχεδίου Ανάκαμψης. Απαιτείται ταυτόχρονα έμφαση στην έρευνα, την καινοτομία, την εξωστρέφεια, την προσέλκυση νέων επενδύσεων και τη δημιουργία νέων ποιοτικών θέσεων εργασίας. Αυτοί είναι οι στόχοι της Κυβέρνησης και αφορούν ιδιαίτερα τη Θεσσαλονίκη, τη Μακεδονία και τη Θράκη. Ήδη, με προσπάθειες του ίδιου του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη,  βρίσκονται και προωθούν μεγάλες επενδύσεις  στην πόλη μας, στη Β. Ελλάδα, παγκόσμιοι κολοσσοί όπως η Cisco, η Pfizer, η Microsoft, η Amazon. Δημιουργούν θέσεις εργασίας  για τους πτυχιούχους των Πανεπιστημίων μας και φέρνουν πίσω τα παιδιά μας που έφυγαν στη διάρκεια της κρίσης.

 

Το τελευταίο διάστημα βλέπουμε να ανεβαίνουν οι τόνοι ανάμεσα στην κυβέρνηση και το ΣΥΡΙΖΑ για μια σειρά θεμάτων της επικαιρότητας (από την οικονομία μέχρι την εξεταστική για τη χρηματοδότηση στα μέσα ενημέρωσης). Μήπως αυτό δείχνει εκλογές το 2022; 

 

Όπως έχει πει πολλές φορές έως τώρα ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας. Είμαστε στο μέσο της διαδρομής και έχουμε πολλά να κάνουμε. Στο μεταξύ, ενώ η χώρα έχει αντιμετωπίσει πρωτόγνωρες προκλήσεις και δύσκολες καταστάσεις, η Νέα Δημοκρατία συγκεντρώνει ποσοστά μεγαλύτερα από εκείνα των εκλογών, ο ΣΥΡΙΖΑ χαμηλότερα και η διαφορά μεταξύ των δύο κινείται σε διψήφια ποσοστά. Η πραγματικότητα αυτή δημιουργεί πανικό στην ηγεσία της Κουμουνδούρου και την οδηγεί σε απόπειρες πόλωσης και φανατισμού, σε στείρα αντίδραση για όλα. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι έφτασαν στο σημείο να καταγγέλλουν ακόμη και πολιτικές που οι ίδιοι υπηρέτησαν, όπως η συμφωνία για την επέκταση της στρατηγικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ, για την οποία οι ίδιοι είχαν προτείνει επιπλέον περιοχές αμερικανικής παρουσίας.  Αλλά και τη συμφωνία  με τη Γαλλία, που συνιστά εθνική -και όχι μόνο κυβερνητική- επιτυχία και επικροτείται από την πλειονότητα των Ελλήνων. Ο ΣΥΡΙΖΑ λέει «όχι» σε ό,τι θετικό συμβαίνει. Ακόμη και σ΄εκείνα που ξεκίνησαν από την Κυβέρνησή του.

 

Ένα πρώτο πακέτο μέτρων έχει ανακοινωθεί για να αντιμετωπιστεί το εισαγόμενο ράλι ακρίβειας, κυρίως στην ενέργεια. Να αναμένουμε πρόσθετες παρεμβάσεις και αν ναι σε ποια κατεύθυνση; 

 

Είμαστε αντιμέτωποι με μια παγκόσμια ενεργειακή κρίση που αναπόφευκτα πλήττει και τη χώρα μας, τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Είναι αποκαλυπτικό το γεγονός ότι, το Σεπτέμβριο, ο πληθωρισμός στην Ε.Ε.  έφτασε -σύμφωνα με τη Eurostat-  το 3,6%, ενώ στη χώρα μας το 1,9%. Είμαστε κάτω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο και συγκεκριμένα στην τρίτη θέση με τον χαμηλότερο πληθωρισμό. Ήδη η Κυβέρνηση έχει θεσπίσει μέτρα μισού δισ. ευρώ, για την κάλυψη των αυξήσεων στο ρεύμα και τη θέρμανση, ενώ ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και οι υπουργοί Οικονομικών και Ενέργειας βρίσκονται στην πρωτοπορία των προσπαθειών για ουσιαστικές παρεμβάσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.  Ξέρουμε πολύ καλά ότι πλήττονται όλα τα νοικοκυριά, αλλά το βάρος γίνεται αβάσταχτο για τους αδύναμους. Γι΄αυτό, δεν μπορεί παρά να  αξιολογείται συνεχώς η κατάσταση και να εξετάζεται κάθε δυνατότητα για περαιτέρω παρεμβάσεις. Και αυτό ακριβώς γίνεται.