Στο βαρύ κατηγορητήριο κατά του πρώην υπουργού και της εισαγγελέως περιγράφεται λεπτομερώς ο τρόπος που στήθηκε η σκευωρία Novartis.

Ειδικός συνεργάτης

Για φορτικές παρεμβάσεις στο έργο της Δικαιοσύνης, στις οποίες προέβη εκμεταλλευόμενος την ιδιότητά του ως αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης, κατηγορείται ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος, ο οποίος φέρεται να υποδείκνυε στην τότε προϊσταμένη της Εισαγγελίας κατά της Διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη συγκεκριμένους δικονομικούς χειρισμούς στην υπόθεση που ερευνούσαν για τη Novartis με σκοπό να βλάψει τα δέκα πολιτικά πρόσωπα μέσω άδικων ποινικών διώξεων.

Ειδικότερα στο κατηγορητήριο που έχει συνταχθεί σε βάρος του και για το οποίο η αρμόδια αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητεί την παραπομπή του στο Ειδικό Δικαστήριο βάσει του νόμου περί ευθύνης υπουργών, ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος φέρεται από τον Απρίλιο του 2017 έως τις αρχές Ιουνίου του 2019, στο πλαίσιο της προκαταρκτικής εξέτασης που διενεργούσε η εισαγγελέας κατά της Διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη, να της υπέδειξε να σχηματίσει δικογραφία σε βάρος των δέκα πολιτικών προσώπων, καθιστώντας τους αβάσιμα υπόπτους για δωροληψία, παθητική δωροδοκία και απιστία.

«Ψευδή και κατασκευασμένα στοιχεία»

Μάλιστα, καταλογίζεται στον πρώην υπουργό της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ότι αυτός ήταν ο εμπνευστής της αποστολής (και όχι αμελητί όπως ορίζει ο νόμος) με ψευδή και κατασκευασμένα στοιχεία που συνέλεξε στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου για διαβίβαση στη Βουλή προκειμένου να ενεργοποιηθεί ο νόμος περί ευθύνης υπουργών. «Με σκοπό να βλάψεις», «παρενέβης», «υπέδειξες φορτικά» σημειώνεται μεταξύ άλλων στο κατηγορητήριο με το οποίο αναδεικνύεται ως γεγονός πως η Ελένη Τουλουπάκη λειτουργούσε κατ’ εντολή του πρώην υπουργού.

Στη συνέχεια, κατά τις υποδείξεις του, εντόπισε τους μάρτυρες στους οποίους έδωσε τις κωδικές ονομασίες «Μάξιμος Σαράφης», «Αικατερίνη Κελέση» και «Ιωάννης Αναστασίου» και, χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις, τους έθεσε σε καθεστώς προστατευόμενων μαρτύρων, «βαφτίζοντάς τους» στη συνέχεια μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος. Κι αυτό για να τους παράσχει ποινική ασυλία που δεν δικαιούντο, αφού οι πληροφορίες που έδιναν δήθεν στις καταθέσεις τους δεν συνέβαλλαν ουσιωδώς στην ερευνώμενη από την Εισαγγελία Διαφθοράς υπόθεση της Novartis.

Πιο συγκεκριμένα, στο σημείο αυτό του κατηγορητηρίου αναφέρεται χαρακτηριστικά για το περιεχόμενο των καταθέσεων των προστατευόμενων μαρτύρων ότι «δεν διελαμβάνοντο σε αυτές γεγονότα αλλά κρίσεις, εικασίες και υποθέσεις, χωρίς να συνδέονται αναπόσπαστα με γεγονότα, με τελική έκβαση της υπόθεσης ως προς τα μεν επτά πολιτικά πρόσωπα να τεθεί στο αρχείο, ως προς τα δύο πρόσωπα, ήτοι τον Αδωνι Γεωργιάδη και τον Δημήτριο Αβραμόπουλο, να συνεχιστεί η προκαταρκτική εξέταση και ως προς τον έναν, τον Ανδρέα Λοβέρδο, ασκήθηκε ποινική δίωξη».

Το who is who των μαρτύρων    

Σύμφωνα πάντα με την απαγγελία της κατηγορίας, οι τρεις μάρτυρες απέβλεπαν σε ίδιον όφελος, διότι έχουν καταθέσει επανειλημμένα ως μάρτυρες στο FBI στο πλαίσιο της εκεί έρευνας για τις παράνομες πρακτικές της Novartis και προσδοκούν οικονομικό αντάλλαγμα από 10 έως 30% του επιβληθέντος προστίμου σε βάρος της εταιρείας. Παράλληλα, ήταν εμπλεκόμενοι στα διερευνώμενα από την Εισαγγελία Διαφθοράς Εγκλήματα και ειδικά ο «Ιωάννης Αναστασίου», που προέκυψε ότι ήταν ο καθηγητής Νίκος Μανιαδάκης.

Οχι αντικειμενική έρευνα

Αναλυτικότερα αναφέρεται στο κατηγορητήριο: «Στη συνέχεια της υπέδειξες και αυτή προέβη κατά παράβαση των δικονομικών εγγυήσεων με τη μεθοδολογία λήψης διαδοχικών χειραγωγημένων και κατευθυνόμενων καταθέσεων, να εξετάσει αυτούς σε διάρκεια μηνών, επιχειρώντας με κάθε επόμενη κατάθεση να συμπληρώσει την προηγούμενη αντί να λαμβάνονται αυτές άπαξ έστω και για πολλές ώρες και να ολοκληρώνονται σε μία φορά, χωρίς να προκύπτει λόγος που να δικαιολογεί τη διακοπή της κατάθεσης και τη μη ολοκλήρωσή της, επιτρέποντας σε αυτούς αλλά και επιβάλλοντας, με εκμετάλλευση της δυσχερούς θέσης τους ότι ως εμπλεκόμενοι μπορούν να καταστούν ανά πάσα στιγμή κατηγορούμενοι, να καταθέσουν εν γνώσει σου ψευδή περιστατικά, που συνίσταντο κυρίως σε έκφραση απλής γνώμης, χωρίς αυτή να στηρίζεται σε κανένα απολύτως αποδεικτικό στοιχείο, αλλά σε κρίσεις, εικασίες και υποθέσεις».

Παράλληλα, φέρεται να έπεισε την εισαγγελέα Διαφθοράς να απέχει από διενέργεια οποιασδήποτε πράξης έρευνας που θα μπορούσε να εισφέρει στην έρευνα αντικειμενικά στοιχεία, διότι αυτά θα αντιστρατεύονταν τις ψευδείς καταθέσεις, αλλά και χωρίς να ερευνήσουν επί μήνες απολύτως τίποτε άλλο, όπως οι επιλήψιμες δραστηριότητες της εταιρείας Novartis, δωροδοκίες γιατρών, ξέπλυμα κ.ά.

Επίσης δεν ερευνήθηκαν στοιχεία που αναφέρονται σε έγγραφο του υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ (π.χ. το περιεχόμενο 14 λογαριασμών της Novartis, 19 υποδειχθέντες υπάλληλοι της εταιρείας) και το ερευνητικό ενδιαφέρον της στράφηκε στην αναζήτηση στοιχείων σε βάρος των πολιτικών προσώπων.

Δεν διαβίβασε αμελητί

Κατά παράβαση του νόμου για τα πολιτικά πρόσωπα, κατόπιν υποδείξεων του Δ. Παπαγγελόπουλου, η εισαγγελέας κατά της Διαφθοράς δεν διαβίβασε στη Βουλή αμελητί τα στοιχεία για τα πολιτικά πρόσωπα, όπως ορίζει το άρθρο 86 παρ. 3 του συντάγματος, ενώ οι μάρτυρες τουλάχιστον από τις 6/11/2017 είχαν αναφερθεί σε αυτά, εκείνη συνέχισε ανακριτικές πράξεις στοχευμένα σε βάρος πολιτικών προσώπων για χρονικό διάστημα τριών μηνών (6/11/2017 έως 5/02/2018) κατευθύνοντας την έρευνα αφού ζήτησε ευθέως από τους προστατευόμενους μάρτυρες να καταθέσουν στοιχεία σε βάρος των πολιτικών προσώπων.

Σε αυτό το σημείο χαρακτηριστικά αναφέρεται στο κατηγορητήριο ότι «ακολούθως της υπέδειξες και αυτή προέβη να κατευθύνει τις καταθέσεις των προστατευόμενων μαρτύρων δίνοντας πληροφορίες, έγγραφα και στοιχεία της δικογραφίας με βάση τα οποία διαμόρφωναν το περιεχόμενο των καταθέσεών τους, που δεν είχαν στην κατοχή τους, αφού ήταν κατασχεμένα, με σκοπό να ενισχύσουν την αξιοπιστία τους και να ενδυναμωθούν οι κατηγορίες κατά των πολιτικών προσώπων που είχαν στοχοποιηθεί (…). Ωσαύτως οι καταθέσεις των μαρτύρων να μη δίνονται αυτούσια ενώπιόν της, αλλά να αποτελούν μακροσκοπικά προϊόν συρραφής προδιατυπωμένων κειμένων σε αρχείο υπολογιστή που δόθηκε σ’ αυτήν, κατόπιν υποδείξεών σου, με email ή memorystick και να ενσωματώσει παράνομα ως έτοιμο κείμενο κατάθεσης χωρίς να γίνει ζωντανή εξέταση».

Απόκρυψη στοιχείων

Συγχρόνως ο τότε αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης φέρεται να υπέδειξε στην Ελένη Τουλουπάκη να προβεί στην απόκρυψη στοιχείων ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για τη σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής ή και την άσκηση ποινικής δίωξης για ξέπλυμα, αφού όταν διαβιβάστηκε η δικογραφία στη Βουλή για τον Δημήτρη Αβραμόπουλο απέκρυψε την από 30/7/2014 διάταξη των τότε εισαγγελέων Διαφθοράς Αντώνη Ελευθεριάνου και Ιωάννη Σέβη, με την οποία τέθηκε στο αρχείο μήνυση σχετικά με την προμήθεια του εμβολίου κατά του H1Ν1, όπως και την υπόθεση της διενέργειας μοριακού ελέγχου, δεν έβαλε το πόρισμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου το οποίο ενέκρινε ως νόμιμες τις συμβάσεις και επέτρεψε την υπογραφή τους. Ακόμα, δεν απέστειλε στη διαβίβαση της δικογραφίας στη Βουλή το σύνολο της αλληλογραφίας με το FBI, αν και δεν υπήρχε διαβάθμιση απορρήτου, και μάλιστα έγγραφα που περιλαμβάνουν στοιχεία υπέρ των πολιτικών προσώπων, όπως τα πληροφοριακά δελτία από τα οποία προκύπτει ότι το FBI δεν έχει κανένα στοιχείο σε βάρος πολιτικών προσώπων, ούτε στοιχεία για άσκηση επιρροής κατά την τιμολόγηση των φαρμάκων. Ετσι, όταν κλήθηκαν οι βουλευτές να αποφασίσουν τη σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής για τα δέκα πολιτικά πρόσωπα, δεν είχαν ούτε γνώριζαν ότι υπήρχαν κι άλλα έγγραφα του FBI, εκτός από δύο τα οποία ήταν τα μοναδικά που έστειλε στη Βουλή.

Πιέσεις στους μάρτυρες

Ακόμα, πάντα κατόπιν υποδείξεών του και με σκοπό να βλάψει τα πολιτικά πρόσωπα, η εισαγγελέας Διαφθοράς άσκησε πιέσεις σε μάρτυρες και κατηγορούμενους προκειμένου να καταθέσουν για έκνομες πράξεις αυτών, που δεν γνώριζαν, όπως στις 29 Μαΐου 2018 άσκησε επανειλημμένα πιέσεις στον κατηγορούμενο Κων/νο Φρουζή, παρουσία μάλιστα των δύο δικηγόρων του, για να αποκαλύψει ονόματα μεταξύ των δέκα πολιτικών προσώπων προκειμένου να υπαχθεί στις ευεργετικές διατάξεις του νόμου, λέγοντάς του μάλιστα ότι έχουν συντριπτικά στοιχεία σε βάρος του, επιδιώκοντας να καταθέσει επιβαρυντικά στοιχεία για τους πολιτικούς που θα του υποδείκνυε αυτή η ίδια.

Την ίδια τακτική φέρεται να ακολούθησε και με τον Ιωάννη Μανιαδάκη για να καταθέσει ότι είχαν χρηματισθεί συγκεκριμένα πολιτικά πρόσωπα και ότι έχουν προβεί γενικά σε παράνομες πράξεις κυρίως οι Αδωνις Γεωργιάδης, Ιωάννης Στουρνάρας, Αντώνης Σαμαράς και δευτερευόντως Ευάγγελος Βενιζέλος και Ανδρέας Λοβέρδος, τις οποίες δεν γνώριζε. Μάλιστα, στις πιέσεις που ασκούσε στον συγκεκριμένο μάρτυρα φέρεται να του έλεγε «τώρα πια σε ξέρει όλη η Ελλάδα, η μόνη σου προστασία είναι αυτοί να πάνε φυλακή. Μην ανησυχείς, θα πρέπει να συνεισφέρεις να μην επανεκλεγούν, να μην έρθουν στην κυβέρνηση και να πάνε φυλακή».

Από την έντυπη έκδοση της εφημερίδας “Τo Μanifesto”