Σε ανύποπτο χρόνο, έμπειρος πολιτικός συντάκτης παρατηρούσε: «να δεις ότι θα έρθει η στιγμή που θα παραδεχθούμε όλοι, πόσο υπερτιμημένος είναι ο Τσίπρας».

ΤΗΣ ΛΙΝΑΣ ΚΛΕΙΤΟΥ
Στον αντίποδα, θεωρούσα ότι ένας πολιτικός που παραλαμβάνει ένα διαλυμένο κόμμα της τάξεως του 3%, το μεταμορφώνει σε παράταξη και κυβερνά επί πενταετία, μόνο τυχαίος δεν είναι και σίγουρα αποτελεί έναν διαχρονικά επικίνδυνο αντίπαλο.
Μετά και την εκλογική του ήττα την Κυριακή έχει ενδιαφέρον να θυμηθούμε τις συνθήκες υπό τις οποίες συνετελέσθη η πολιτική του εκτίναξη και το πλαίσιο στο οποίο κινήθηκε.
Ο κ.Τσίπρας από την στιγμή που αποφάσισε την κυβίστηση του 2015 ξέχασε τα επαναστατικά νταούλια, πούλησε το δημοψήφισμα και προσδέθηκε στο άρμα του ευρωπαϊκού και διεθνούς παράγοντα, είχε μια μεγάλη ευκαιρία. Να δημιουργήσει την παράταξη της σύγχρονης αριστεράς που θα ενσωματώσει ότι ευαίσθητο και προοδευτικό διαθέτει ο τόπος , να το μετουσιώσει σε πολιτική πρακτική και να πορευτεί σε νέα μονοπάτια, έστω εντός μνημονίου, αλλάζοντας την μορφή του ρέμπελου, ρουσφετολογικού κράτους.
Είχε ακροατήριο πρόθυμο να ακούσει κάτι νέο και διαφορετικό.
Στην πράξη ο πρωθυπουργός, παντελώς ανέτοιμος για εξουσία προγραμματικά και γνωστικά, έφερε στην επιφάνεια όλο τον βόρβορο, όλα τα απωθημένα και την εκδικητικότητα μιας ηττημένης τον περασμένο αιώνα αριστεράς, που επιζητούσε ρεβάνς και κατάλυση όλων των δομών της αστικής δημοκρατίας , υπό την έννοια ότι αυτές, οι δομές, θα τεθούν στην υπηρεσία της εξουσίας.
Οι παρεκβάσεις της περιόδου Τσίπρα, θα μείνουν στην ιστορία, ως μεθοδική απόπειρα κατάλυσης των θεσμών, χωρίς συνταγματική εκτροπή.
Ισχυρός βραχίονας αυτής της απόπειρας, η διάχυση φόβου και ανασφάλειας.
Η χώρα εν αναμονή να τον υποδεχθεί στην εξουσία είχε καταστεί έρμαιο ενός αλλαλάζοντος εξοργισμένου πλήθους, που ξυλοκοπούσε πολιτικούς στον δρόμο, «ασελγούσε» ατιμώρητα επί του τότε Ανώτατου Πολιτειακού Αρχοντα, λυντσάριζε την διαφορετική άποψη, χυδαιολογούσε στα μέσα.
Συν τω χρόνω και αφού η εξουσία άρχισε να τους προσδίδει έναν αέρα κανονικότητας, την σκυτάλη ανέλαβε ο ακτιβισμός, η επανεισαγωγή της νομιμοποίησης των ιδεωδών της τρομοκρατίας μέσω της θεωρίας του ανθρωπισμού και της κοινωνικής ανεκτικότητας.
Η δικαστική εξουσία μετετράπη σε όργανο πολιτικής εξόντωσης των αντιπάλων της κυβέρνησης.
Η αγάπη για την πατρίδα και η προάσπιση των εθνικών συμφερόντων παραδίδονταν στην πυρά ως ακραίος φασισμός.
Ο μικρομεσαίος πολίτης, υποχρεώνονταν με βίαια να παραστήσει τον μέγα χορηγό της κοινωνίας του οικονομικού περιθωρίου, η οποία έχει μεν ανάγκες, αλλά μια χαρά βολεύεται και στην κρατική πρόνοια θεωρώντας την συμφέρουσα, σε σχέση με την βιοπάλη. Η συνεχής καταγγελία του κατεστημένου, των ελίτ και της αριστείας, αποτελούσε τον φερετζέ για να περνά ζωή και κότα η κομματική νομενκλατούρα και να βολεύονται άνευ τυπικών προσόντων η «ημέτεροι» στην ζεστή κρατική αγκάλη.
Το μέγα ζητούμενο της περιόδου 12-15, μια άλλη εξουσία, απαλλαγμένη από τις παθογένειες των προηγούμενων, μετετράπη σε έναν σύγχρονο αριστερό εφιάλτη. Η ελπίδα προδόθηκε και ο κόσμος, άρχισε σιγά, σιγά να ακούει και την άλλη πλευρά, η οποία έλεγε: αν δεν δουλέψουμε δεν θα προκόψουμε. Αν δεν συνεννοηθούμε, δεν θα πάμε μπροστά. Αν δεν ανοίξουμε την οικονομία σε νέους ορίζοντες θα μείνουμε ένα περίκλειστο καθημαγμένο κράτος, στο οποίο θα κάνουν κουμάντο οι ξένοι… Αν συνεχίσουμε με τα επιδόματα, θα φοβόμαστε και θα πεινάμε…
Κάπου εκεί χάθηκε η μπάλα και απασφάλισαν οι διάφοροι κυβερνητικοί βραχίονες, δημιουργώντας παραπλανητική εικόνα στον παραδομένο στον τριφυλλό βίο πρωθυπουργό.
Ο κ.Τσίπρας είχε εκδηλώσει τάσεις οίησης καιρό τώρα. Ετσι έχασε και το μέτρο και τη μπάλα.
Το σοκ του αποτελέσματος σε σχέση με τα δημοσκοπικά ευρήματα που παρουσίαζαν στον στενό πυρήνα του Μ.Μαξίμου θα αποτελεί case study εις το διηνεκές για πολιτικούς επιστήμονες και δημοσκόπους, επιβεβαιώνοντας το θεώρημα , ότι οι αυλικοί γκρεμίζουν τους βασιλείς…έστω τους αριστερούς πρίγκιπες.
Είναι νομοτελειακό και θα επιβεβαιωθεί στις εθνικές εκλογές.