Χιλιάδες αστυνομικοί και στρατιώτες περιπολούν στις μεγάλες αμερικανικές πόλεις, την επομένη μίας ακόμη νύκτας διαδηλώσεων κατά του ρατσισμού που εκτράπηκαν σε βίαιες ταραχές, ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ και η κυβέρνησή του επιρρίπτουν την ευθύνη σε οργανώσεις της άκρας αριστεράς.

Η οργή που σάρωσε τις ΗΠΑ μετά την δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ από λευκό αστυνομικό προκάλεσε βίαια επεισόδια που συνοδεύθηκαν από λεηλασίες και εμπρησμούς στην Μινεάπολις.

Ο οδηγός δεξαμενοφόρου κινήθηκε μέσα σε πλήθος διαδηλωτών στον κλειστό διαπολιτειακό αυτοκινητόδρομο 35 West στη Μινεάπολη, πάντως δεν τραυματίστηκε κανείς, μεταδίδει το πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς.

Ο οδηγός του φορτηγού κατέβηκε από το όχημα και υπέστη ξυλοδαρμό από διαδηλωτές, προσθέτει το πρακτορείο.

Παρά την ανάπτυξη αστυνομικών δυνάμεων και σε ορισμένες περιπτώσεις την επιβολή απαγόρευσης της κυκλοφορίας, η βία εξαπλώθηκε σε πολλές άλλες πόλεις, την Νέα Υόρκη, την Φιλαδέλφεια το Ντάλας το Λας Βέγκας, το Σιάτλ, το Ντε Μόιν, το Μέμφις, την Ατλάντα, το Λος Αντζελες, το Μαϊάμι, το Πόρτλαντ, το Σικάγο, την Ουάσινγκτον.

Δρόμοι αποκλείσθηκαν, αυτοκίνητα και καταστήματα πυρπολήθηκαν και οι δυνάμεις ασφαλείας, ανεπτυγμένες σε μεγάλους αριθμούς, απάντησαν με δακρυγόνα και σε ορισμένες περιπώτσεις με σφαίρες από καουτσούκ.

Απαγόρευση της κυκλοφορίας επιβλήθηκε στην Ουάσινγκτον μετά τις νέες διαδηλώσεις κοντά στον Λευκό Οίκο, ανακοίνωσε η δήμαρχος της πρωτεύουσας των ΗΠΑ, η Μιούριελ Μπάουζερ, την επομένη μιας νύχτας που σημαδεύτηκε από βίαια επεισόδια σε πολλές πόλεις της χώρας.

Η απαγόρευση θα ισχύσει από τις «23:00 της Κυριακής ως τις 06:00 της Δευτέρας», διευκρίνισε η Μπάουζερ μέσω Twitter, προσθέτοντας ότι έδωσε εντολή να αναπτυχθεί η Εθνοφρουρά στην πόλη για να ενισχύσει την αστυνομία.

Η αστυνομία έκανε εκτεταμένη χρήση δακρυγόνων το βράδυ της Κυριακής (τοπική ώρα· το πρωί της Δευτέρας ώρα Ελλάδας) για να διαλύσει τους συμμετέχοντες σε διαδήλωση εναντίον της αστυνομικής βίας και του ρατσισμού μπροστά στον Λευκό Οίκο, καθώς ξέσπασαν επεισόδια σε διάφορες περιοχές της Ουάσινγκτον.

Πλήθος διαδηλωτών συγκεντρώθηκε μπροστά στην επίσημη κατοικία του Ρεπουμπλικάνου προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, φωνάζοντας συνθήματα, κρατώντας πλακάτ και βάζοντας φωτιές, παρότι στην αμερικανική πρωτεύουσα έχει τεθεί σε εφαρμογή απαγόρευση της κυκλοφορίας. Σύμφωνα με πληροφορίες που δημοσιεύει και ο Guardian ο πρόεδρος μεταφέρθηκε σε καταφύγιο.

Λεηλασίες καταστημάτων αναφέρθηκαν στη Σάντα Μόνικα, παραθαλάσσια πόλη σε μικρή απόσταση από το Λος Άντζελες.

Το απόγευμα της Κυριακής (τοπική ώρα), τοπικά ΜΜΕ μετέδωσαν πλάνα με ανθρώπους να ορμούν σε καταστήματα σε πεζόδρομο στη Σάντα Μόνικα. Αστυνομικοί έφθασαν επιτόπου και το πλήθος φάνηκε να σκορπίζει.

Στο κέντρο του Λος Άντζελες ταυτόχρονα βρισκόταν σε εξέλιξη μαζική πορεία διαμαρτυρίας εναντίον του ρατσισμού.

«Πρέπει ν΄αλλάξει»

Οι διαδηλωτές φώναζαν «”Black Lives Matter» και «I Can’t Breath» (τις τελευταίες λέξεις του Τζορτζ Φλόιντ πριν ξεψυχήσει κάτω από το γόνατο του αστυνομικού Ντέρεκ Σόβιν).

«Κανείς δεν ενδιαφέρεται για μας όσο δεν είμαστε νεκροί. Και διαδηλώνουμε και τίποτε δεν γίνεται. Αυτό θέλουμε ν΄αλλάξει», έλεγε μία διαδηλώτρια στο Μαϊάμι.

Περί τους 5.000 στρατιώτες της Εθνοφρουράς αναπτύχθηκαν σε 15 πόλεις, ανάμεσά τους και η Ουάσινγκτον, και 2.000 βρίσκονται σε ετοιμότητα για να επέμβουν εάν είναι αναγκαίο, ανακοίνωσε σήμερα η Εθνοφρουρά.

Στην Νέα Υόρκη, ο δήμαρχος Μπιλ ντε Μπλάζιο παραδέχθηκε ότι ένα βίντεο που δείχνει περιπολικό να ανοίγει δρόμο μέσα από το πλήθος είναι «ενοχλητικό», αλλά δικαιολόγησε την συμπεριφορά των αστυνομικών, που βρέθηκαν αντιμέτωποι με μία «εξαιρετικά επικίνδυνη κατάσταση».

Χθες το βράδυ, βόμβα μολότοφ ρίχθηκε στο εσωτερικό περιπολικού χωρίς να υπάρξουν θύματα.

Αλλά ο ντε Μπλάζιο αρνήθηκε να επιβάλει απαγόρευση της κυκλοφορίας και να καλέσει «εξωτερικές» δυνάμεις ασφαλείας.

Στο Λος Αντζελες, στρατιώτες της Εθνοφρουράς με πολεμική εξάρτυση και οπλισμένοι με τουφέκια άρχισαν να περιπολούν στο κέντρο της πόλης το πρωί.

Δημοσιογράφοι δέχθηκαν σε πολλές πόλεις επίθεση, τόσο από αστυνομικούς όσο και από διαδηλωτές.

Ο Τραμπ, αντιμέτωπος με τις μεγαλύτερες ταραχές της θητείας του, την ώρα που η χώρα βρίσκεται στο έλεος της επιδημίας Covid-19, δεσμεύθηκε να σταματήσει την «συλλογική βία» και κατήγγειλε ενέργειες «ριζοσπαστικών ακροαριστερών» στοιχείων και κυρίως του κινήματος “antifa” , το οποίο θέλει να εντάξει στην αμερικανική λίστα των τρομοκρατικών οργανώσεων.

“Ne pas attiser”

Η δήμαρχος της Ατλάντα Κίσα Λανς Μπότομς παρέβαλε την κατάσταση με τις ταραχές στο Σάρλοτσβιλ, όπου οι συγκρούσεις ανάμεσα σε υποστηρικτές της κυριαρχίας των λευκών και αντιφασιστών προκάλεσαν τον θάνατο ενός ανθρώπου και τον τραυματισμό δεκάδων τον Αύγουστο 2017. ο Τραμπ είχε τότε δηλώσει ότι υπάρχουν «πολύ εντάξει άνθρωποι και στις δύο πλευρές».

«Ο πρόεδρος Τραμπ επιβαρύνει την κατάσταση», δήλωσε στο δίκτυο CBS. «Εχουμε ξεπεράσει το σημείο καμπής. Η ρητορική του το μόνο που κάνει είναι να πυροδοτεί την κατάσταση και πρέπει να σιωπήσει».

«Θα έπρεπε να ενώσει την χώρα και όχι να συνδαυλίζει τις φλόγες», δήλωσε σήμερα η δημοκρατική πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι στο ABC.

Ο υποψήφιος των δημοκρατικών τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου Τζο Μπάιντεν καταδίκασε τις βιαιότητες. «Οι διαδηλώσεις απέναντι σε τέτοια (αστυνομική) αγριότητα αποτελούν δικαίωμα και ανάγκη…Ο εμπρησμός πόλεων και οι καταστροφές δεν είναι», είπε.

Εξοργισμένος ο Μάικλ Τζόρνταν

Ο Μάικλ Τζόρνταν εξέφρασε δημόσια την οργή του χθες Κυριακή για την υπόθεση του Τζορτζ Φλόιντ.

Ο Τζόρνταν — ολυμπιονίκης, έξι φορές πρωταθλητής NBA με τους Chicago Bulls, πιθανόν το πιο λαμπερό αστέρι του αθλητισμού στον πλανήτη στην εποχή που μεσουράνησε, ο οποίος όμως μέχρι χθες απέφευγε συστηματικά να εκφράζεται για κοινωνικά ζητήματα στις ΗΠΑ, διότι όπως το έθεσε σε ντοκιμαντέρ που προβλήθηκε πρόσφατα ποτέ του «δεν ήταν ακτιβιστής» — τόνισε πως συμμερίζεται τον πόνο της οικογένειας του Φλόιντ και τόσων άλλων που χάθηκαν εξαιτίας ρατσιστικών ενεργειών.

«Θλίβομαι βαθιά, πονάω αληθινά κι είμαι απλά εξοργισμένος», τόνισε σε ανακοίνωση που έδωσε στη δημοσιότητα ο Τζόρνταν, ο ιδιοκτήτης της ομάδας Charlotte Hornets. «Βλέπω και νιώθω τον πόνο, την αγανάκτηση και την απελπισία όλων. Στέκομαι στο πλευρό όλων όσοι καταγγέλλουν τον βαθιά ριζωμένο ρατσισμό και τη βία εναντίον των μελών φυλετικών μειονοτήτων στη χώρα μας. Έχουμε υποστεί αρκετά, φτάνει πια», πρόσθεσε.

Η ανακοίνωση του Μάικλ Τζόρνταν δημοσιοποιήθηκε ενώ πολλές πόλεις των ΗΠΑ ετοιμάζονται να ζήσουν άλλο ένα βράδυ έντασης, καθώς οι απαγορεύσεις κυκλοφορίας δεν έφεραν αποτέλεσμα.

«Πρέπει να συνεχίσουμε τις ειρηνικές εκφράσεις διαμαρτυρίας εναντίον της αδικίας και να απαιτήσουμε λογοδοσία», ανέφερε ο Τζόρνταν. «Οι φωνές μας ενωμένες πρέπει να πιέσουν τους ηγέτες μας να αλλάξουν τους νόμους μας, ή σε διαφορετική περίπτωση πρέπει να αξιοποιήσουμε τις ψήφους μας για να φέρουμε συστημική αλλαγή. Ο καθένας μας πρέπει να γίνει μέρος της λύσης, πρέπει να εργαστούμε μαζί για να εξασφαλίσουμε δικαιοσύνη για όλους».

Σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας ο Μπάιντεν

Ο υποψήφιος του Δημοκρατικού κόμματος για την προεδρία των ΗΠΑ, ο Τζο Μπάιντεν, πήγε στον χώρο όπου βρισκόταν σε εξέλιξη μια από τις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας εναντίον της αστυνομικής βαρβαρότητας που σαρώνουν τη χώρα και παρότρυνε τους διαδηλωτές να μην κάνουν χρήση βίας.

Σε αναρτήσεις της εκστρατείας του Μπάιντεν στον ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης Instagram εικονίζεται ο υποψήφιος καθώς συνομιλεί με Αφροαμερικανούς και καθώς επισκέπτεται σπίτια με αυτοσχέδιες οχυρώσεις για να αποφύγουν τον κίνδυνο να υποστούν καταστροφές σε επεισόδια.

Μερικές ώρες νωρίτερα, ο πρώην αντιπρόεδρος του Μπαράκ Ομπάμα είχε καταδικάσει τα βίαια επεισόδια τονίζοντας ότι «είμαστε ένα έθνος που νιώθει πόνο, αλλά δεν πρέπει να επιτρέψουμε αυτός ο πόνος να μας καταστρέψει».

«Το να διαδηλώνεις εναντίον μιας τέτοιας βαρβαρότητας είναι σωστό και απαραίτητο. Είναι μια καθαρά αμερικανική αντίδραση. Όμως η πυρπόληση κοινοτήτων και οι ανώφελες καταστροφές δεν είναι».

Ο Μπάιντεν θα αναμετρηθεί με τον Ρεπουμπλικάνο πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου.

Ο επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ Μπραντ Παρσκέιλ τόνισε το Σάββατο ότι ο Μπάιντεν πρέπει να καταδικάσει σθεναρά τη βία, για την οποία ο πρόεδρος κατηγόρησε «πλιατσικολόγους» και «αναρχικούς».

Το σχόλιο του Μπάιντεν παρέπεμπε στη δήλωσε που έκανε το Σάββατο ο γνωστός ακτιβιστής για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα των Αφροαμερικανών και μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων Τζον Λούις.

Ο Λούις, ο οποίος είχε υποστεί ξυλοδαρμό και είχε πέσει αναίσθητος το 1965 από αστυνομικούς κατά τη διάρκεια μιας διαδήλωσης με κεντρικό αίτημα να δοθεί δικαίωμα ψήφου στις φυλετικές μειονότητες, προέτρεψε τους διαδηλωτές να είναι «εποικοδομητικοί» και όχι «καταστροφικοί», τονίζοντας ταυτόχρονα πως ξέρει καλά τον πόνο που νιώθουν.

Νέο περιστατικό αστυνομικής βίας

Στην απόλυση δύο αστυνομικών και στην απενεργοποίηση σε γραφείο άλλων τριών προχώρησε την Κυριακή ο δήμαρχος της Ατλάντα, σε συνεργασία με την ηγεσία της αστυνομίας στην περιοχή. Οι πέντε αστυνομικοί των ειδικών δυνάμεων εμφανίστηκαν να χρησιμοποιούν βία ενάντια σε ζευγάρι που επέβαινε σε αυτοκίνητο και να χρησιμοποιούν όπλα αναισθητοποιήσης στον άντρα. Ο δήμαρχος της Ατλάντα και η επικεφαλής της αστυνομίας στην περιοχή, χαρακτήρισαν «συγκλονιστικό» το περιστατικό και δεν έκρυψαν την οργή τους. Το νέο περιστατικό αστυνομικής βίας καταγράφηκε το Σάββατο το βράδυ, ενώ στην Ατλάντα, όπως και σε δεκάδες άλλες πόλεις των ΗΠΑ, βρίσκονταν σε εξέλιξη μεγάλες διαδηλώσεις και συγκρούσεις, για τη δολοφονία από αστυνομικούς του Τζορτζ Φλόιντ. Η εικόνα των αστυνομικών που κατέβασαν με τη βία από το αυτοκίνητο το ζευγάρι και χτύπησαν τον άνδρα με όπλο αναισθητοποίησης, πριν του περάσουν χειροπέδες, βγήκε μέσω του βίντεο που ακολουθεί στα social media:

Το βίντεο δείχνει μια ομάδα αστυνομικών με ταραχές και μάσκες αερίου που περιβάλλουν ένα αυτοκίνητο. Οδηγός είναι ένας άντρας και συνοδηγός μια γυναίκα. Οι αξιωματικοί τραβούν τη γυναίκα και φαίνεται να χρησιμοποιούν τέιζερ στον άνδρα. Τοποθετούν χειροπέδες με φερμουάρ στη γυναίκα στο έδαφος. Το ζευγάρι δεν φαίνεται να αντιστέκεται. Ο Δήμαρχος της Ατλάντα είπε ότι οι κατηγορίες έχουν απορριφθεί εναντίον του ζευγαριού και ότι έχουν αφεθει ελεύθεροι. Δημοσιογράφοι που παρακολούθησαν δια ζώσης το περιστατικό, δήλωσαν ότι πριν επιτεθούν στο ζευγάρι, οι αστυνομικοί έσπασαν τα τζάμια του οχήματος, ενώ άλλος δημοσιογράφος είπε ότι η αστυνομία τρύπησε επίσης τα ελαστικά. Η Ατλάντα βρίσκεται υπό απαγόρευση κυκλοφορίας την Κυριακή το βράδυ.