«Ζητάμε από τους ιδιώτες γιατρούς να ενισχύσουν το Σύστημα Υγείας. Εάν δεν υπάρξει ανταπόκριση στα κίνητρα που δίνουμε θα πάμε και σε υποχρεωτικές διαδικασίες για να μπουν στο σύστημα» ανέφερε ο υπουργός Υγείας, Θάνος Πλεύρης κατά την υποστήριξη της τροπολογίας που κατέθεσε στο νομοσχέδιο του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών για την οδική ασφάλεια.

Εξήγησε πως με την τροπολογία αυτή «παρέχεται η δυνατότητα σε ιδιώτες γιατρούς, ειδικοτήτων που έχει ανάγκη το σύστημα, να μπορέσουν να παράσχουν υπηρεσίες για συγκεκριμένο διάστημα και να αμείβονται για την κάθε εφημερία που θα κάνουν με το ποσό των 250 ευρώ– και μάλιστα υπάρχει και μια συζήτηση με το Υπουργείο Οικονομικών ώστε αυτά να είναι με αυτοτελή φορολόγηση».

Ο υπουργός σημείωσε πως ήδη «λαμβάνουμε υπηρεσίες από τον ιδιωτικό τομέα, ειδικά στην Θεσσαλονίκη και την Θεσσαλία» και παράλληλα «ζητάμε και από ιδιώτες γιατρούς να ενισχύσουν το Σύστημα».

Επισήμανε δε πως με το ίδιο ποσό θα αμείβονται και οι γιατροί του ΕΣΥ για εφημερίες που κάνουν πάνω από το πλαφόν και με τα ίδια φορολογικά κίνητρα.

Σχετικά με τη διάταξη της τροπολογία που αφορά την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού του υγειονομικού προσωπικού, ο υπουργός ανέφερε ότι η επανεξέταση του μέτρου επεκτείνεται μέχρι της 31/12/2021.

Οι ανεμβολίαστοι μόνιμοι γιατροί θα βρίσκονται σε αναστολή όσο χρειαστεί, ενώ στους ανεμβολίαστους επικουρικούς δεν θα τους ανανεωθεί η σύμβαση

Ο υπουργός επισήμανε πως το ΕΣΥ έχει ενισχυθεί πολύ σημαντικά με μόνιμους και επικουρικούς γιατρούς, έχουν υπερδιπλασιαστεί οι κλίνες ΜΕΘ που έχουμε στη διάθεσή μας, ενώ παράλληλα ζητάμε τη συνδρομή και μας την παρέχει ήδη και ο ιδιωτικός τομέας.

Υπογράμμισε για μια ακόμα φορά, πως το 87% με το 90% που βρίσκεται στις ΜΕΘ είναι άνθρωποι ανεμβολίαστοι. Οι εμβολιασμένοι έχουν πολύ μικρότερες πιθανότητες να νοσήσουν βαριά αλλά και να μεταδώσουν τον ιό και προσέθεσε πως η τρίτη δόση είναι πολύ σημαντική να γίνει.

Αναφερόμενος στα περιοριστικά μέτρα που εξαγγέλθηκαν χθες «και θα λαμβάνονται από εδώ και πέρα», ο υπουργός είπε πως «αυτά θα έχουν σχέση πάντα με τους συνανθρώπους μας που δεν επιθυμούν να εμβολιαστούν».

Σημείωσε ότι αυτά «δεν έχουν τιμωρητικό χαρακτήρα αλλά προστατευτικό, καθώς αυτοί που κινδυνεύουν περισσότερο δεν μπορεί προς χάρη της δημόσιας Υγείας να έχουν τις ίδιες ελευθερίες με εκείνους που ούτε κινδυνεύουν οι ίδιοι να νοσήσουν, ούτε είναι κίνδυνος μετάδοσης».

Απαντώντας σε παρατηρήσεις και σχόλια της αντιπολίτευσης, ο υπουργός Υγείας ζήτησε από το ΚΙΝΑΛ να κατονομάσει σε ποιες άλλες κατηγορίες εκτός των υγειονομικών θα έβλεπε την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού.

Από τον ΣΥΡΙΖΑ ζήτησε σοβαρή αντιπολίτευση, λέγοντας ότι «στις εκκλησίες, με τα χθεσινά μέτρα, όσοι είναι ανεμβολίαστοι θα κάνουν άπαντες δύο τεστ, βάζουμε τον περιορισμό μάσκας και τις αποστάσεις» και σημείωσε πως σύμφωνα με το συνταγματικό πλαίσιο οι περιορισμοί που μπορούν να τεθούν έχουν να κάνουν πάντα υπό τη βάση εάν πρόκειται για απαραίτητες ή μη δραστηριότητες.

Εγκάλεσε τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα ότι με την ανακοίνωσή του για τα μέτρα «πρόσβαλε τα 33 μέλη της Επιτροπής, που είναι επιστήμονες κοινής αποδοχής, από τα πανεπιστήμια και ό,τι καλύτερο υπάρχει στην ελληνική κοινωνία» που «επί ενάμιση χρόνο αφιλοκερδώς συμβουλεύουν την Πολιτεία».

Ξεκαθάρισε πως «ο υπουργός και η κυβέρνηση δεν κρύβεται πίσω από καμία Επιτροπή».

«Ζητάμε τι μέτρα πρέπει να ληφθούν και μας εισηγούνται. Δεν υπερκαλύπτει ο ένας τον άλλο, ο καθένας έχει τον ρόλο του. Και στα συγκεκριμένα μέτρα η απόφαση ήταν ομόφωνη, κανείς δεν είπε ότι δεν είναι σωστά» σημείωσε.

Σχετικά με την ύπαρξη αποθεμάτων του εμβολίου, εξήγησε ότι δεν έκανε η χώρα μας κάποια παραγγελία αλλά υπήρχε η προμήθεια με βάση την συμφωνία της ΕΕ που ως κριτήριο είχε το σύνολο του πληθυσμού κάθε χώρας.

«Το απόθεμα δημιουργήθηκε από τους συμπολίτες μας που δεν εμβολιάσθηκαν και επειδή υπάρχει ημερομηνία λήξεως στα εμβόλια, για αυτό πρέπει να γίνονται διακρατικές συμφωνίες για πωλήσεις ή δωρεές σε τρίτες χώρες. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα κάνεις νέες προμήθειες ώστε να μπορέσουν οι πολίτες είτε να εμβολιαστούν όλοι ή να κάνουν τρίτη δόση».