Σταθερά προσανατολισμένη στην ανασυγκρότηση της εγχώριας αμυντικής, αλλά και ναυπηγοεπισκευαστικής βιομηχανίας βρίσκεται η κυβέρνηση. Την επισήμανση αυτή κάνει ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος στην αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στη «Ναυτεμπορική».

Ο Καβαλιώτης υπουργός, που έχει αποδείξει ότι δεν συνηθίζει να δίνει εύκολα συνεντεύξεις αν δεν έχει ειδήσεις, μας υποδέχθηκε στο γραφείο του και παρουσίασε το συνολικό σχέδιο της κυβέρνησης Μητσοτάκη για την αμυντική βιομηχανία, τη ναυπήγηση σύγχρονων πολεμικών πλοίων στη χώρα μας και με τη συμμετοχή εγχώριων επιχειρήσεων του χώρου, ενώ αναφέρθηκε στην προοπτική τόσο της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας (ΕΑΒ) όσο και των Ελληνικών Αμυντικών Συστημάτων (ΕΑΣ). Έφθασε μάλιστα στο σημείο να επισημάνει τη δουλειά που έχει γίνει σε επίπεδο Έρευνας και Ανάπτυξης (R&D) από μια μερίδα ελληνικών επιχειρήσεων, η οποία επενδύει στην καινοτομία και την εξωστρέφεια συμμετέχοντας σε προγράμματα ανάπτυξης σύγχρονων αμυντικών προϊόντων, είτε μέσω της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας της Ε.Ε. (PESCO) είτε μέσω του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας (EDA).

Όσον αφορά τα ελληνοτουρκικά, ο κ. Παναγιωτόπουλος αποδίδει τη νευρικότητα που επιδεικνύεται από κυβερνητικούς παράγοντες της γείτονος στα αποτελέσματα της τακτικής που εφαρμόζει η κυβέρνηση σε αμυντικό, αλλά και διπλωματικό επίπεδο. «Βλέπουν ότι η ελληνική κυβέρνηση προχωρά και υπογράφει συμφωνίες που θωρακίζουν τη χώρα.

Το δικό μας καθήκον είναι ακριβώς αυτή η θωράκιση της χώρας έναντι κάθε απειλής σε ένα γεωπολιτικό περιβάλλον με ανησυχητικές τάσεις αστάθειας» σχολιάζει χαρακτηριστικά και υπενθυμίζει ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις βρίσκονται σε συνεχή εγρήγορση για να αντιμετωπίσουν ακόμα και την παραμικρή προσπάθεια αιφνιδιασμού οποτεδήποτε κι από τον οποιονδήποτε.

Ο υπουργός Άμυνας απαντά μάλιστα στους ισχυρισμούς που διατυπώνονται από την τουρκική πλευρά όσον αφορά το καθεστώς αυτοάμυνας των ελληνικών νήσων σκιαγραφώντας το μέγεθος της απειλής από τα ανατολικά: «Αν η τουρκική στρατιά του Αιγαίου και το “casus belli” δεν συνιστούν ευθεία στρατιωτική απειλή εναντίον της εδαφικής ακεραιότητάς μας, αναρωτιέμαι τι ακριβώς συνιστά ευθεία στρατιωτική απειλή». Υποστηρίζει ότι απαιτούνται ανοικτοί δίαυλοι επικοινωνίας ανάμεσα στην Αθήνα και την Άγκυρα προκειμένου να βελτιωθεί το κλίμα στις διμερείς σχέσεις και να εμπεδωθούν οι αρχές καλής γειτονίας.

Κληθείς να σχολιάσει τις συνεχείς προκλήσεις της Άγκυρας στο Αιγαίο, ο κ. Παναγιωτόπουλος τονίζει ότι «κάθε ημέρα οι Έλληνες πιλότοι μας καλούνται να αναχαιτίζουν τουρκικά μαχητικά που εισβάλλουν στο FIR Αθηνών. Είμαστε εκεί κάθε φορά που το επιχειρούν. Οι εντάσεις με την Τουρκία δεν είναι προς το συμφέρον κανενός. Το δικό μας καθήκον είναι ακριβώς αυτή η θωράκιση της χώρας έναντι κάθε απειλής σε ένα γεωπολιτικό περιβάλλον με ανησυχητικές τάσεις αστάθειας».

Αναφορικά με τις προκλητικές δηλώσεις της Τουρκίας περί «αποστρατιωτικοποίησης» ελληνικών νησιών, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας σημειώνει κατηγορηματικά: «Έχω απαντήσει επανειλημμένως πως ό,τι απειλείται, δεν αποστρατιωτικοποιείται. Όσο εκτιμά η Ελλάδα ότι υφίσταται στρατιωτική απειλή για τα νησιά της, τόσο διατηρεί το δικαίωμα να οργανώσει την Άμυνά της σε αυτά, όπως και σε κάθε σπιθαμή του εδάφους της».

Ο κ. Παναγιωτόπουλος αναφέρεται μάλιστα και στην κατ’ ιδίαν συνάντηση που είχε πρόσφατα με τον Τούρκο ομόλογό του Χουλουσί Ακάρ, στο περιθώριο της συνόδου του ΝΑΤΟ.: «Ο Τούρκος ομόλογός μου όταν συναντηθήκαμε και συζητήσαμε έδειξε θετικός ως προς το σκεπτικό μου. Αλλά η δημόσια ρητορική του, όπως και άλλων Τούρκων αξιωματούχων, παραμένει επιθετική και ενίοτε ευθέως προσβλητική έναντι της χώρας. Επομένως, κρατούμε “μικρό καλάθι”», υπογραμμίζει ο Έλληνας υπουργός Εθνικής Άμυνας.

«Δίνουμε μεγάλη σημασία στον σεβασμό της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων, καθώς και στην προσήλωση στο Διεθνές Δίκαιο. Αν σταματήσουν οι παραβατικές συμπεριφορές από την τουρκική πλευρά, θα μπορούσε τότε η συζήτηση για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης να αποκτήσει ουσιαστικό νόημα και να μην είναι μια ατελέσφορη διαδικασία», προσθέτει χαρακτηριστικά.

«Οι γεωπολιτικές προκλήσεις είναι πολλές και σύνθετες» τονίζει ο υπουργός Άμυνας και αναφέρεται επίσης στις σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών με την Τουρκία, αλλά και στην επικείμενη επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Ρωσία.
Η συνέντευξη του υπουργού Εθνικής Άμυνας Νίκου Παναγιωτόπουλου στη «Ναυτεμπορική» έχει ως εξής:

Κύριε υπουργέ, ευχαριστούμε πολύ για τη συνέντευξή σας στη «Ναυτεμπορική». Σε μια περίοδο μάλιστα που η Τουρκία συνεχίζει καθημερινά στο Αιγαίο τις προκλήσεις. Φέτος έχουν καταγραφεί ως σήμερα 2.283 παραβιάσεις, 114 εμπλοκές και τριάντα υπερπτήσεις. Μήπως πάμε για έναν «θερμό χειμώνα»;

«Είτε είναι χειμώνας είτε οποιαδήποτε εποχή του χρόνου, οι Ένοπλες Δυνάμεις βρίσκονται διαρκώς σε εγρήγορση όσο η Τουρκία συνεχίζει, σχεδόν καθημερινά, την παραβατική συμπεριφορά της. Γνωρίζουμε ότι κάθε μέρα οι Έλληνες πιλότοι μας καλούνται να αναχαιτίζουν τουρκικά μαχητικά που εισβάλλουν στο FIR Αθηνών. Είμαστε εκεί κάθε φορά που το επιχειρούν.

Οι εντάσεις με την Τουρκία δεν είναι προς το συμφέρον κανενός. Σίγουρα υπάρχει εκνευρισμός εκ μέρους τους, όταν βλέπουν ότι η ελληνική κυβέρνηση προχωρά και υπογράφει συμφωνίες που θωρακίζουν τη χώρα. Το δικό μας καθήκον είναι ακριβώς αυτή η θωράκιση της χώρας έναντι κάθε απειλής σε ένα γεωπολιτικό περιβάλλον με ανησυχητικές τάσεις αστάθειας. Σε ικανοποιητικό βαθμό την επιτυγχάνουμε μέσω της αμυντικής διπλωματικής προσπάθειας που ενισχύει και αναβαθμίζει συμμαχίες με φίλες χώρες, αλλά και μέσω ενός οργανωμένου σχεδίου ενίσχυσης της συνολικής αποτρεπτικής ισχύος των Ενόπλων Δυνάμεων που υλοποιείται εντατικά εδώ και δύο χρόνια».

Η Άγκυρα φαίνεται ότι προσπαθεί να «χτίσει αφήγημα» στο Αιγαίο με NAVTEX και αντι-NAVTEX και να «σβήσει» -ας μου επιτραπεί η έκφραση- από τον επιχειρησιακό χάρτη της Ελλάδας ελληνικά νησιά όπως η Λήμνος, επικαλούμενη τους γνωστούς, ανιστόρητους ισχυρισμούς περί «αποστρατιωτικοποίησης». Τι απαντάτε σε αυτή τη στάση;

«Έχω απαντήσει επανειλημμένως πως ό,τι απειλείται, δεν αποστρατιωτικοποιείται. Όσο εκτιμά η Ελλάδα ότι υφίσταται στρατιωτική απειλή για τα νησιά της, τόσο διατηρεί το δικαίωμα να οργανώσει την Άμυνά της σε αυτά, όπως και σε κάθε σπιθαμή του εδάφους της. Αν η τουρκική στρατιά του Αιγαίου και το “casus belli” δεν συνιστούν ευθεία στρατιωτική απειλή εναντίον της εδαφικής ακεραιότητάς μας, αναρωτιέμαι τι ακριβώς συνιστά ευθεία στρατιωτική απειλή. Όλοι πλέον αντιλαμβάνονται ότι η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά δικαιώματά της και τούτη την αποστολή μπορούν να τη φέρουν εις πέρας οι ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις που διαθέτει».

Ταυτόχρονα, κύριε υπουργέ, η Άγκυρα αμφισβητεί και μάλιστα έμπρακτα την ελληνική και κυπριακή ΑΟΖ. Ήδη, από την προσεχή άνοιξη η Τουρκία θα έχει και τέταρτο πλωτό γεωτρύπανο 7ης γενιάς. Κύριε υπουργέ, ο Τούρκος ομόλογός σας, Χουλουσί Ακάρ, εμφανίζεται πολλές φορές ως αιχμή του δόρατος στις τουρκικές προκλήσεις. Πριν από λίγες ημέρες δεν δίστασε να κατηγορήσει τη χώρα μας για «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας», κάνοντας λόγο για «επαναπροωθήσεις» μεταναστών στο Αιγαίο. Τον συναντήσατε πρόσφατα μάλιστα στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ.

«Κατά την πρόσφατη συνάντηση μου με τον Τούρκο υπουργό Άμυνας συζητήσαμε ότι είναι χρήσιμη η διατήρηση ανοικτών διαύλων επικοινωνίας ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, αλλά για να γίνουν βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση χρειάζεται να γίνουν βήματα για τη βελτίωση του κλίματος και τήρηση των αρχών καλής γειτονίας. Δίνουμε μεγάλη σημασία στον σεβασμό της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων, καθώς και την προσήλωση στο Διεθνές Δίκαιο. Για να γίνει όμως αυτό πρέπει να προχωρούμε με μικρά και σταθερά βήματα, ώστε να βελτιωθεί το κλίμα μεταξύ μας.
Αν σταματήσουν οι παραβατικές συμπεριφορές από την τουρκική πλευρά, θα μπορούσε τότε η συζήτηση για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης να αποκτήσει ουσιαστικό νόημα και να μην είναι μια ατελέσφορη διαδικασία. Ο Τούρκος ομόλογός μου όταν συναντηθήκαμε και συζητήσαμε, έδειξε θετικός ως προς το σκεπτικό μου. Αλλά η δημόσια ρητορική του, όπως και άλλων Τούρκων αξιωματούχων, παραμένει επιθετική και ενίοτε ευθέως προσβλητική έναντι της χώρας. Επομένως, κρατούμε “μικρό καλάθι”».

Με βάση το Ενιαίο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Αμυντικών εξοπλισμών 2020-2025 θα διατεθούν κάπου 10 δισ. ευρώ για την Άμυνα της χώρας. Η ελληνική αμυντική βιομηχανία θα μετάσχει και σε ποια προγράμματα;

«Βασικός στόχος της κυβέρνησης ήταν και παραμένει η ενίσχυση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας ώστε να καταστεί παραγωγική, λειτουργική και ανταγωνιστική.

Όσον αφορά την ΕΑΒ, το βασικό project είναι η αναβάθμιση ογδόντα τεσσάρων F-16 στην εκδοχή “Viper”. Το πρόγραμμα προχωρά. Το θέμα είναι να τρέξουν και τα παράλληλα προγράμματα, δηλαδή η αναβάθμιση των αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας “P3 “Orion” του Πολεμικού Ναυτικού και οι συντηρήσεις των μεταφορικών C-130, όπου υπάρχουν καθυστερήσεις.

Πρόσφατα λάβαμε μια μεγάλη απόφαση για την πρόσκτηση τριών φρεγατών. Ακούω -και ευλόγως- από όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης την παραίνεση να ναυπηγήσουμε όσα περισσότερα γίνεται σε ελληνικά ναυπηγεία. Ασφαλώς και επιθυμούμε τη ναυπήγηση πλοίων για το Πολεμικό Ναυτικό σε ναυπηγεία της χώρας μας. Θυμίζω ότι εντός του 2022 θα παραδοθεί και η τελευταία από τις επτά πυραυλακάτους που άρχισαν να ναυπηγούνται το 2001. Σε ελληνικό ναυπηγείο θα κατασκευαστούν και κορβέτες, όταν με το καλό συμφωνήσουμε. Η ιδανική συνθήκη είναι να έχουμε τουλάχιστον ένα ναυπηγείο που θα μπορεί να διεκπεραιώσει σε εύλογο χρόνο αυτό το μεγάλο πρόγραμμα του Πολεμικού Ναυτικού και ασφαλώς, να εμπλακούν και άλλες εταιρείες της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, εκτός από τα ναυπηγεία.

Όσον αφορά τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα, στόχος είναι να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα της εταιρείας ώστε να προσελκύσει προγράμματα που θα στηρίξουν το μέλλον της. Ένα τέτοιο θα μπορούσε να είναι το πρόγραμμα του “Εθνικού Τυφεκίου”, όταν επιλεγεί ο ξένος οίκος που θα έρθει στην Ελλάδα να το αναπτύξει με όρους συμπαραγωγής, όπως απαιτούμε με τα ΕΑΣ.
Σχετικώς με την εγχώρια αμυντική βιομηχανία, εκτός από όλα αυτά, υπάρχουν και καλά νέα από τη συμμετοχή της Ελλάδος στις πρωτοβουλίες της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας της Ευρωπαϊκής Ενώσεως -της PESCO- και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας EDF. Ήδη ελληνικές εταιρείες έχουν επιλεγεί ή έχουν επιτύχει να συμμετάσχουν σε προγράμματα ανάπτυξης αμυντικών προϊόντων με ό,τι θετικό αποτέλεσμα για την εξωστρέφεια της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας».

Κύριε υπουργέ, στις 8 Δεκεμβρίου ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης θα επισκεφτεί τη Ρωσία. Εσείς έχετε ταχθεί υπέρ της δημιουργίας ενιαίας ΝΑΤΟϊκής αντιαεροπορικής – αντιπυραυλικής ομπρέλας για την αντιμετώπιση των μελλοντικών εχθρών. Ποιους εννοείτε;

«Πρόσφατα εγκαινιάσαμε στα Χανιά το Κέντρο Αριστείας Ενοποιημένης Αντιαεροπορικής & Αντιπυραυλικής Άμυνας του ΝΑΤΟ, το IAMD Centre of Excellence. Αυτό είναι μια υποδομή όχι αμιγώς στρατιωτική, αλλά υποστηρικτική προς το NATO. Οι εχθροί της Συμμαχίας είναι γνωστοί. Ας μην επικεντρωθούμε στη Ρωσία, για την οποία άλλωστε πρόσφατα υποστήριξα στην Εσθονία ότι πρέπει να υπάρχει δίαυλος επικοινωνίας βάσει της διπλής προσέγγισης (επικοινωνία – αποτροπή). Οι γεωπολιτικές προκλήσεις είναι πολλές και σύνθετες. Το γεωπολιτικό περιβάλλον εμφανίζει ισχυρές τάσεις αστάθειας με αναδυόμενες περιοχές μεγάλης έντασης σε διάφορά σημεία του πλανήτη (Ειρηνικός, Κίνα, Αφρική, Μέση Ανατολή κ.λπ.)».

Οι ΗΠΑ ανησυχούν για την αξιοπιστία της Τουρκίας

Η Αμερικανίδα υφυπουργός Εξωτερικών Κάρεν Ντόνφριντ χαιρέτισε το ενδιαφέρον της Τουρκίας για την αγορά F-16, όταν μόλις πρόσφατα ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν είπε στον Τούρκο ομόλογό του Ερντογάν ότι για το θέμα αυτό αποφασίζει το Κογκρέσο. Μήπως διαφαίνεται κάποια αλλαγή πολιτικής της Ουάσιγκτον έναντι της Άγκυρας;

«Η Ουάσιγκτον ανησυχεί ότι η Τουρκία δεν είναι πλέον ο αξιόπιστος εταίρος στην περιοχή. Η ανησυχία της βασίζεται κυρίως στην απόφαση του Ερντογάν να προχωρήσει στην αγορά και εγκατάσταση των ρωσικών πυραύλων S-400, μια απόφαση που αποτελεί “κόκκινη γραμμή” για τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Πάντα θα υπάρχουν στην Ουάσιγκτον εκείνοι που θα υποστηρίζουν ότι “δεν πρέπει να χαθεί η Τουρκία”. Όμως η αίσθηση είναι ότι αυτοί δεν είναι τόσο πειστικοί πλέον, εξαιτίας αυτής της συμπεριφοράς της Τουρκίας. Επομένως, ας μη βιαζόμαστε να καταλήξουμε σε συμπεράσματα. Αυτό που προέχει είναι να κάνουμε εμείς τη δουλειά μας σε διπλωματικό επίπεδο ώστε οι Αμερικανοί να πειστούν πως ο αξιόπιστος εταίρος στην περιοχή είναι η Ελλάδα. Έχουμε σημειώσει σημαντικά θετικά βήματα προς την κατεύθυνση αυτή».

Από την έντυπη έκδοση της Ναυτεμπορικής