Τις καταστροφικές συνέπειες που έχει ο πόλεμος στην Ουκρανία στην υγεία ψυχική και σωματική, την εκπαίδευση και την ευημερία των παιδιών, υπογραμμίζει σε ανακοίνωσή της η UNICEF.

Όπως σημειώνει ο διεθνής οργανισμός, υπολογίζεται ότι 1,5 εκατομμύριο παιδιά κινδυνεύουν από κατάθλιψη, άγχος, διαταραχή μετατραυματικού στρες και άλλα ζητήματα ψυχικής υγείας, με πιθανές μακροπρόθεσμες επιπτώσεις και συνέπειες.

Επίσης, η πρόσβαση των παιδιών και των οικογενειών τους σε βασικές υγειονομικές υπηρεσίες έχει διαταραχθεί πλήρως, ενώ χιλιάδες παιδιά που διαφεύγουν από τις συγκρούσεις σε ολόκληρη τη χώρα στερούνται ζωτικών εμβολίων για την προστασία τους από την πολιομυελίτιδα, την ιλαρά, τη διφθερίτιδα και άλλες απειλητικές για τη ζωή ασθένειες.

Την ίδια ώρα, η οικονομική και ενεργειακή κρίση που έχει προκαλέσει ο πόλεμος έχουν ως συνέπεια σημαντική απώλεια εισοδήματος για ένα τεράστιο αριθμό οικογενειών, με καταστροφικές συνέπειες για την ευημερία των παιδιών και των οικογενειών τους. Σε πρόσφατη έρευνα της UNICEF, το 80% των ερωτηθέντων σημείωσε επιδείνωση της οικονομικής τους κατάστασης, ενώ σύμφωνα με την ανάλυση της UNICEF, το ποσοστό των παιδιών που ζουν σε συνθήκες φτώχειας έχει σχεδόν διπλασιαστεί από 43% σε 82%.

Επιπλέον, ο πόλεμος έχει διαταράξει την εκπαίδευση για περισσότερα από πέντε εκατομμύρια παιδιά, στερώντας τους το αίσθημα της ασφάλειας, της κανονικότητας και της ελπίδας που παρέχει το σχολείο.

«Χρειάζεται να δοθεί ένα τέλος σε αυτόν τον πόλεμο για χάρη των παιδιών. Τα παιδιά χρειάζονται ειρήνη για να ανακτήσουν την παιδική τους ηλικία, να επιστρέψουν στην κανονικότητα και να αρχίσουν να θεραπεύονται από τη φρίκη του πολέμου», δηλώνει η εκτελεστική διευθύντρια της UNICEF, Κάθριν Ράσελ. «Μέχρι να συμβεί αυτό, είναι κρίσιμο να δοθεί προτεραιότητα στις ψυχικές και ψυχοκοινωνικές ανάγκες των παιδιών. Αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει δράσεις κατάλληλες για την ηλικία τους ώστε να τους παρέχεται η απαραίτητη φροντίδα, να βελτιώσουν την ανθεκτικότητα τους και, ειδικά σε σχέση με τα μεγαλύτερα παιδιά και εφήβους, να τους παρέχονται ευκαιρίες να εκφράσουν τις ανησυχίες τους», προσθέτει.

Η UNICEF ζητάει τον τερματισμό των εχθροπραξιών και κάνει έκκληση για να ανοίξουν σημεία διέλευσης για την προώθηση ανθρωπιστικής βοήθειας με ασφάλεια και ταχύτητα, να σταματήσουν οι επιθέσεις σε παιδιά και στις βασικές υποδομές τις οποίες αυτά χρειάζονται, όπως σχολεία, νοσοκομεία και συστήματα ύδρευσης και αποχέτευσης, καθώς και για να τερματιστεί η χρήση εκρηκτικών όπλων σε κατοικημένες περιοχές, που ευθύνονται άμεσα για τον θάνατο και τον ακρωτηριασμό εκατοντάδων παιδιών.

Στα σπίτια τους θέλουν να γυρίσουν οι πρόσφυγες

Στο μεταξύ 13 εκατομμύρια άνθρωποι παραμένουν ξεριζωμένοι από τα σπίτια τους, σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες. Ο αριθμός αυτός περιλαμβάνει σχεδόν οκτώ εκατομμύρια πρόσφυγες που βρίσκονται σε χώρες σε όλη την Ευρώπη και περίπου πέντε εκατομμύρια ανθρώπους που έχουν εκτοπιστεί στο εσωτερικό της Ουκρανίας.

Για να κατανοήσει τη δεινή κατάσταση των εκτοπισμένων και να διοχετεύσει καλύτερα τη βοήθεια, η Ύπατη Αρμοστεία πραγματοποίησε τον τρίτο κύκλο ερευνών, μέσω συνεντεύξεων με χιλιάδες ανθρώπους που ξεριζώθηκαν από τον πόλεμο. Με τίτλο «Lives on Hold» («Ζωές σε αναμονή») οι δύο εκθέσεις επικεντρώνονται στους πρόσφυγες και τους εσωτερικά εκτοπισμένους και παρέχουν πληροφορίες για τις εμπειρίες των εκτοπισμένων Ουκρανών ένα χρόνο μετά.

Όπως προκύπτει από τις εκθέσεις, η συντριπτική πλειοψηφία των προσφύγων και των εσωτερικά εκτοπισμένων Ουκρανών (περίπου το 77% και το 79% αντίστοιχα) επιθυμούν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους μια μέρα, ωστόσο μόνο το 12% των προσφύγων και των εσωτερικά εκτοπισμένων σχεδιάζουν να το κάνουν μέσα στους επόμενους τρεις μήνες.

Οι κυριότεροι λόγοι που εμποδίζουν τους πρόσφυγες να επιστρέψουν είναι οι ανησυχίες για την ασφάλεια και την προστασία στις περιοχές καταγωγής τους. ‘Αλλες ανησυχίες που αναφέρθηκαν αφορούν στην πρόσβαση και τη διαθεσιμότητα βασικών υπηρεσιών – συμπεριλαμβανομένων του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού και της υγειονομικής περίθαλψης, των ευκαιριών εργασίας και της επαρκούς στέγασης – οι οποίες έχουν πληγεί σημαντικά από τον πόλεμο. Μεταξύ των εσωτερικά εκτοπισμένων, η πρόσβαση σε επαρκή στέγαση αποτελεί το δεύτερο κύριο εμπόδιο για βιώσιμη και αξιοπρεπή επιστροφή, μετά τις ανησυχίες περί ασφάλειας και προστασίας εξαιτίας του πολέμου.

Οι πρόσφυγες που εξέφρασαν την πρόθεση να επιστρέψουν τους επόμενους τρεις μήνες ήταν κυρίως μεγαλύτερης ηλικίας, όσοι είχαν αποχωριστεί την οικογένειά τους που βρισκόταν ακόμη στην Ουκρανία ή όσοι αντιμετώπιζαν προκλήσεις στην ένταξή τους στις χώρες υποδοχής. Τα αποτελέσματα δείχνουν επίσης ότι για όσους έχουν ιδιαίτερες ανάγκες ή αυξημένη ευαλωτότητα, οι προοπτικές κοινωνικοοικονομικής ένταξης μπορεί να είναι πιο δυσχερείς, κάτι που μπορεί να επηρεάσει την πρόθεση ορισμένων να επιστρέψουν.

Παρά τις προκλήσεις που βιώνουν οι πρόσφυγες, διαπιστώνονται ορισμένες σημαντικές βελτιώσεις. Μεταξύ μιας ομάδας προσφύγων που συμμετείχαν τόσο στη δεύτερη όσο και στην τελευταία έρευνα, το 45% διέμενε σε ενοικιαζόμενη κατοικία, έναντι 27% στην προηγούμενη έρευνα. Ο αριθμός των ατόμων που λαμβάνουν εισόδημα από εργασία αυξήθηκε επίσης σε 46% από 37%. Ωστόσο, μεταξύ της ίδιας ομάδας, ενώ το ποσοστό που βασιζόταν σε κοινωνική προστασία ή χρηματική βοήθεια είχε μειωθεί από 57% σε 50%, ένα σημαντικό ποσοστό παραμένει χωρίς δουλειά. Πολλοί άλλοι έχουν βρει θέσεις εργασίας χαμηλής ειδίκευσης, ωστόσο για την πλειοψηφία το εισόδημα δεν επαρκεί για να καλύψει τις πιο βασικές τους ανάγκες.

Με βάση τα παραπάνω ευρήματα, η Ύπατη Αρμοστεία διατυπώνει στην έκθεση ορισμένες συστάσεις. Μεταξύ άλλων αναφέρει ότι είναι ζωτικής σημασίας να διασφαλιστεί ότι οι πρόσφυγες θα συνεχίσουν να δέχονται βοήθεια, ώστε να λαμβάνουν ελεύθερα ενημερωμένες αποφάσεις για το μέλλον τους και ότι οι χώρες υποδοχής και οι τοπικές κοινότητες υποστηρίζονται ώστε οι πρόσφυγες να έχουν πρόσβαση στα δικαιώματά τους, σε υπηρεσίες και σε αξιοπρεπή εργασία.

Η υποστήριξη των εκτοπισμένων πληθυσμών εντός της Ουκρανίας αποτελεί επίσης βασική προτεραιότητα, μέσω ενός συνδυασμού προγραμμάτων ανθρωπιστικής βοήθειας, ανάκαμψης, ανάπτυξης και ιδιωτικού τομέα, ανοίγοντας τον δρόμο για οικονομική αναζωογόνηση, ανάκαμψη και ανοικοδόμηση.