Δεν υπάρχει ποδοσφαιρόφιλος στην Τουρκία μέχρι σήμερα που να μην έχει ακούσει για τον θρυλικό Λευτέρη Αντωνιάδη ή Λεφτέρ, τον πρώτο σκόρερ όλων των εποχών της Φενέρμπαχτσε και δεκάδες φορές αρχηγό της Εθνικής Τουρκίας.

Ένας ποδοσφαιριστής που σφράγισε μια ολόκληρη εποχή του τουρκικού ποδοσφαίρου. Η ιστορία του Λεφτέρ αποτέλεσε και το θέμα ενός διαδικτυακού ντοκιμαντέρ του ελληνικού και τουρκικού προγράμματος της Deutsche Welle.

Πρόσφατα παρουσιάστηκε στην Αθήνα σε εκδήλωση του Συλλόγου Κωνσταντινουπολιτών, των Αποφοίτων του Ζωγραφείου και του Συλλόγου Βετεράνων Αθλητών Στίβου της Κωνσταντινούπολης, όπου φίλοι και θαυμαστές του Λεφτέρ από την Πόλη και τα Πριγκιποννήσια μοιράστηκαν αναμνήσεις και προβληματισμούς.

Αναμνήσεις μιας πολυπολιτισμικής Κωνσταντινούπολης ευτυχισμένων παιδικών και εφηβικών χρόνων. Εικόνες χαράς και ανεμελιάς στις κατάμεστες αλάνες της Πριγκήπου, πριν από τα δραματικά για τον ελληνισμό της Πόλης Σεπτεμβριανά του 1955, με πρωταγωνιστή τον Λεφτέρ και τους φίλους του. Αμέτρητες μικρές ιστορίες, αστεία και συγκινητικά συμβάντα με φόντο την καθημερινή ζωή των απλών Ρωμιών. Και πτυχές της ιστορίας του αθλητισμού, που μπορούν να φέρουν κοντά αυτούς τους δύο λαούς, που τόσο μοιάζουν κι όμως σε πολιτικό επίπεδο οι σχέσεις τους κάθε τόσο κλυδωνίζονται, όπως ανέφερε ο Νίκος Κόλμαν, πρόεδρος του Συλλόγου Αποφοίτων Ζωγραφείου, του εμβληματικού ελληνικού σχολείου της Πόλης. Ο αθλητισμός ήταν άλλωστε πάντα συνεκτικό στοιχείο για τον ελληνισμό της πόλης, με σημαντικούς ιστορικούς συλλόγους όπως ο Αθλητικός Σύλλογος Πέραν ή απλώς Πέρα Κλουμπ (μετέπειτα Μπεγιόγλουσπορ), που αποτελούσαν σημεία συνάντησης και κοινωνικής δικτύωσης.

https://www.facebook.com/KaradenizGencligii/videos/370789920299099/

Νίκος Κόβης: Η Μπεσίκτας και η Εθνική Τουρκίας

Ο Λεφτέρ δεν είναι η μοναδική περίπτωση Έλληνα της Πόλης που έκανε καριέρα στην Τουρκία. Στην Μπεσίκτας, μια από τις τρεις μεγαλύτερες ομάδες της Κωνσταντινούπολης μαζί με την Φενέρμπαχτσε και την Γαλατασαράι, έπαιξε τη δεκαετία του ’70 και ο Νίκος Κόβης από την Πρώτη, ένα από τα Πριγκηπόννησα στη θάλασσα του Μαρμαρά. Συμμετείχε και ο ίδιος στην Εθνική Τουρκίας, ενώ αργότερα έπαιξε στον Παναθηναϊκό και τον ΟΦΗ καταλήγοντας στη θέση του προπονητή στον Παναθηναϊκό. «Έπαιξα πάντα μόνο στην Α΄Εθνική. Αρχηγός στην Μπεσίκτας, αρχηγός στην Εθνική Ελπίδων Τουρκίας, αρχηγός στον Παναθηναϊκό. Είχα πολύ καλές στιγμές αλλά βέβαια στο ποδόσφαιρο υπάρχουν και οι πολύ δύσκολες ή κακές στιγμές. Όλα ήταν μέσα στην καριέρα αλλά τελικά ήταν όλο ένα πολύ ωραίο ταξίδι» ανέφερε ο Νίκος Κόβης μιλώντας στη DW. Όπως θυμάται από τα χρόνια της Μπεσίκτας ποτέ δεν ένιωσε διακρίσεις σε βάρος του επειδή ήταν Έλληνας. «Η ατμόσφαιρα στα τουρκικά γήπεδα ήταν σαν γιορτή».

Ο Νίκος Κόβης θυμάται από τα χρόνια της Πόλης ότι δεν υπήρχαν προβλήματα μεταξύ Ρωμιών και Τούρκων, «η πολιτική ήταν πάντα το πρόβλημα», όπως λέει, με μαύρη σελίδα το πογκρόμ κατά των Ελλήνων στην Πόλη. «Η μόνη διαφορά μου με τους παίκτες στην Μπεσίκτας ήταν ότι ήμουν χριστιανός κι αυτοί μουσουλμάνοι. Αλλά στο ποδόσφαιρο δεν υπήρχε καμία διαφορά μεταξύ μας», Από την Πόλη κρατά ακόμη εικόνες μιας ανοιχτής κοινωνίας, με «Αρμένιους, Ρωμιούς, Τούρκους, Εβραίους», ένα ιδιάζον αστικό περιβάλλον μεταξύ Δύσης και Ανατολής, με κυρίες με περιποιημένα ρούχα και καπέλα και κινηματογραφικά σουαρέ. Αλλά και το θαλασσινό αεράκι της Πρώτης. «Μου λείπει η Πρώτη. Είναι στο όνειρό μου. Τα παιδικά μου χρόνια είναι στο όνειρό μου. Η Πόλη είναι αναμνήσεις. Όλη μου τη ζωή εκεί την πέρασα», θυμάται συγκινημένος.

Οι αθλητές του Στίβου της Πόλης, μια άγνωστη ιστορία

Πέρα από το ποδόσφαιρο μια άλλη άγνωστη σε πολλούς ιστορία έχει να κάνει με την παρουσία Ελλήνων αθλητών στον τουρκικό στίβο, όπως ανέφερε στη DW o Γρηγόρης Τρυφωνίδης από τον Σύλλογο Βετεράνων Αθλητών Στίβου της Κων/πολης και πρώην αθλητής του στίβου ο ίδιος από το Μακροχώρι της Κων/πολης. «Η απαρχή όλων των αθλημάτων είναι ο στίβος. Με αυτά τα αθλήματα ξεκίνησαν οι πρώτοι ελληνικοί σύλλογοι της Πόλης το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα. Το 1896 ιδρύεται ο πρώτος επίσημος ελληνικός σύλλογος με αθλήματα στίβου στα Ταταύλα. Μέχρι το 1915 ιδρύθηκαν γύρω στα 15 ελληνικά σωματεία, εν καιρώ οθωμανικής αυτοκρατορίας. Στην οθωμανική αυτοκρατρορία μάλιστα κατέκριναν κάπως αυτά τα αθλήματα ως ξενόφερτα, ήταν αθλήματα των γκιαούρηδων», ανέφερε ο Γρ. Τρυφωνίδης, σημειώνοντας ότι οι Έλληνες της Πόλης ήταν εξοικειωμένοι με τον κλασικό αθλητισμό μέσα από την αρχαιοελληνική ιστορία που διδάσκονταν στα σχολεία. Επίσης, σημειώνει ο ίδιος, τα ελληνικά σχολεία, όπως η Μεγάλη του Γένους Σχολή ή το Ζάππειο Παρθεναγωγείο ήταν από τα πρώτα σχολεία στην οθωμανική αυτοκρατορία -και εν γένει στην Τουρκία- που εισήγαγαν το μάθημα της γυμναστικής με έμφαση στα αθλήματα του στίβου.

«Ο αθλητισμός ήταν υπόθεση των Ελλήνων. Είναι κι αυτό κομμάτι της πολιτιστικής κληρονομιάς του ελληνισμού της Πόλης», λέει χαρακτηριστικά ο Γρ. Τρυφωνίδης παραπέμποντας στους πρώτους τρεις Ρωμιούς Ολυμπιονίκες στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, τον Νικόλαο και Γεώργιο Αλιμπράντη αλλά και τον Μιχάλη Δώριζα, που συμμετείχαν μεταξύ άλλων στη μεσολυμπιάδα της Αθήνας το 1906 κερδίζοντας μετάλλια και σημειώνοντας σημαντικά ρεκόρ. Έκτοτε ο στίβος στην Πόλη παίρνει τα πάνω του, διοργανώνονται οι Πανκωνσταντινοπούλειοι Αγώνες, «μια αστική γιορτή της Κων/πολης με κυρίαρχο το ελληνικό στοιχείο». Τα ονόματα των αθλητών που διακρίνονται έκτοτε είναι πολλά: Αχιλλέας Ζώτος στο άλμα εις ύψος, στο άλμα εις μήκος και στο τριπλούν, ο Φενερλής στο επί κοντώ, ο Πέτρος Πετροπουλιάδης που μεσουρανούσε στους αγώνες ανωμάλου δρόμου, οι δρομείς Αιμίλιος και Μενέλαος Ιωνάς, μετέπειτα ιδρυτικά στελέχη της ΑΕΚ. Ωστόσο η ανοδική πορεία των ελληνικών αθλητικών συλλόγων ανακόπτεται βίαια με τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922.

«Μόνο το Πέρα και τα Ταταύλα συνέχισαν έκτοτε», αναφέρει ο Γρ. Τρυφωνίδης, προσθέτοντας ότι η ίδρυση της κεμαλικής Τουρκικής Δημοκρατίας σηματοδοτεί συνολικά την παρακμή του ελληνικού αθλητισμού της Πόλης. Έκτοτε, όπως σημειώνει, Έλληνες αθλητές αναγκάζονται να κάνουν μεταγραφές σε τουρκικές ομάδας, όπως η Μπεσίκτας, η Γαλατασαράι η Φενέρμπαχτσε, οι οποίες αποτελούν τα «νέα φυτώρια» αθλητών. Αλλά και στη νέα αυτή φάση, όπως αναφέρει ο Γρ. Τρυφωνίδης, καταγράφονται σημαντικές ελληνικές παρουσίες: Γιάννης Καρακάσης, βαλκανιονίκης στο ακόντιο, Χρήστος Πούλιος, βαλκανιονίκης στο άλμα εις ύψος αλλά και γυναίκες αθλήτριες με αξιομνημόνευτες επιδόσεις, όπως η Στρατιάδου με ρεκόρ Τουρκίας στο άλμα εις ύψος και η Μάλαμα Χαμλατζή, με ιστορικές επιδόσεις στο δρόμο ημιαντοχής. Όλη αυτή η καταγραφή και ενασχόληση με την πορεία των Ελλήνων αθλητών είναι σημαντική γιατί προσθέτει άγνωστες ψηφίδες στη συναρπαστική ιστορία της πολύβουης Πόλης των Πόλεων, «της αγαπημένης μας γενέτειρας, της Κωνσταντινούπολης», όπως λέει ο Γρ. Τρυφωνίδης «την οποία δεν ξεχνάμε». Και βοηθά να διατηρηθεί ζωντανή η ιστορία του ελληνισμού της Πόλης σε καιρούς για τα ελληνοτουρκικά θέματα χαλεπούς.

ΠΗΓΗ: dw.com