Με μία μακροσκελή ανάρτηση στο Facebook ο διεθνολόγος και Διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων Κωνσταντίνος Φίλης αναλύει τα όσα διαδραματίζονται τα τελευταία 24ωρα στα ελληνοτουρκικά σύνορα.

Μεταξύ άλλων τονίζει ότι «η επιλογή του Έβρου έγινε λόγω του ότι δεν περιλαμβάνεται στην Κοινή Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας. Ωστόσο, από τη στιγμή που πρόκειται για θεσμοθετημένη περιοχή, περισσότερο συνιστά μια ενισχυμένη απειλή παρά επιλογή να πολλαπλασιαστούν δραστικά οι ροές».

Ακόμη προσθέτει πως «η Τουρκία θέλει εμφανώς να προκαλέσει αναταραχή σε ένα κρίσιμο σημείο, να δείξει ότι εννοεί ό,τι λέει εδώ και τέσσερα χρόνια (ότι δηλαδή αν πιεστεί θα «ανοίξει τις πόρτες», έτσι αποκτούν νόημα και οι εκβιασμοί του) και κυρίως να προ-ειδοποιήσει για τις δυσμενείς συνέπειες σε περίπτωση που δεν λάβει την υποστήριξη (οικονομική και πολιτική) που απαιτεί. Οργανώνοντας άρτια απελπισμένους επί το πλείστον ανθρώπους, ναυλώνοντας πούλμαν για να τους μεταφέρουν σε πρώτη φάση κυρίως στον Έβρο, εκμεταλλεύεται τη δυστυχία τους, δίνοντας τους φρούδες ελπίδες ότι πλέον μπορούν να πραγματοποιήσουν το όνειρο εισόδου στην Ευρώπη, εμφανίζοντας δήθεν την Ελλάδα ως το μοναδικό εμπόδιο».

Την ίδια ώρα συμπληρώνει πως «όσα βλέπουν το φως της δημοσιότητας, ότι στην Ιντλίμπ συγκεντρώνονται ακόμη και 4 εκατομμύρια Σύρων, διόλου δεν αποκλείεται να αποτελεί τουρκική προπαγάνδα, στην κατεύθυνση πίεσης της ΕΕ. Η άλλη πλευρά ισχυρίζεται ότι αρκετοί έχουν διαχυθεί στη συριακή επικράτεια, επιστρέφοντας στα σημεία που ελέγχονται από το ασαντικό καθεστώς. Αυτή είναι μια παράμετρος που πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω».

«Τέλος, σε σχέση με την Ελλάδα, η σπασμωδική και διπλωματικά χοντροκομμένη ενέργεια από μεριάς Τουρκίας, μας δίνει τη δυνατότητα να νομιμοποιήσουμε την αποφασιστικότητα μας, εφόσον γνώμονας της πολιτικής μας είναι η εθνική ασφάλεια, που διακυβεύεται από τις ενέργειες της Τουρκίας. Εξίσου, η Ελλάδα σε εξαιρετικές συνθήκες (εν τοις πράγμασι αμφισβήτησης της Κοινής Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας) δικαιούται να κινηθεί ανάλογα και χωρίς πάντως μεγάλες προσδοκίες να εμπλέξει πιο αποτελεσματικά την ΕΕ. Σε τέτοιες συνθήκες, είναι χρήσιμο και εθνικά ωφέλιμο να μην θεωρούμαστε «δεδομένοι». Άλλωστε, τόσο η αντιπαράθεση Τουρκίας-Ρωσίας, αν και δεν φαίνεται πως θα οδηγήσει σε πλήρη ρήξη, όσο και η πρεμούρα των Αμερικανών (και όχι μόνο) να επαναφέρουν την Τουρκία στο δυτικό «μαντρί», αξιοποιώντας την αντιπαράθεση με τη Μόσχα, καταδεικνύουν τον χαρακτήρα που έχουν λάβει οι διεθνείς σχέσεις και οι συμμαχίες στις μέρες μας» καταλήγει ο κ. Φίλης.

Ακολουθεί η ανάρτηση:

Από προχθές το βράδυ καλλιεργείται με τη δύναμη της εικόνας και απειλητικές δηλώσεις η αίσθηση ότι η Τουρκία αποφάσισε να ανοίξει τους κρουνούς των προσφυγομεταναστευτικών ροών.

Ας δούμε προσεκτικά κάποια δεδομένα:

Πράγματι, η επιλογή του Έβρου έγινε λόγω του ότι δεν περιλαμβάνεται στην Κοινή Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας. Ωστόσο, από τη στιγμή που πρόκειται για θεσμοθετημένη περιοχή, περισσότερο συνιστά μια ενισχυμένη απειλή παρά επιλογή να πολλαπλασιαστούν δραστικά οι ροές.

Η Τουρκία θέλει εμφανώς να προκαλέσει αναταραχή σε ένα κρίσιμο σημείο, να δείξει ότι εννοεί ό,τι λέει εδώ και τέσσερα χρόνια (ότι δηλαδή αν πιεστεί θα «ανοίξει τις πόρτες», έτσι αποκτούν νόημα και οι εκβιασμοί του) και κυρίως να προ-ειδοποιήσει για τις δυσμενείς συνέπειες σε περίπτωση που δεν λάβει την υποστήριξη (οικονομική και πολιτική) που απαιτεί. Οργανώνοντας άρτια απελπισμένους επί το πλείστον ανθρώπους, ναυλώνοντας πούλμαν για να τους μεταφέρουν σε πρώτη φάση κυρίως στον Έβρο, εκμεταλλεύεται τη δυστυχία τους, δίνοντας τους φρούδες ελπίδες ότι πλέον μπορούν να πραγματοποιήσουν το όνειρο εισόδου στην Ευρώπη, εμφανίζοντας δήθεν την Ελλάδα ως το μοναδικό εμπόδιο.

Αποτελεί βέβαια, ερώτημα, πως μπορει η Τουρκία να προσδοκά ότι η ΕΕ -που είναι απούσα από τις εξελίξεις και χωρίς ουσιαστικό ρόλο- θα πιέσει την Ρωσία για να αλλάξει τη στάση της στο συριακό. Το πιθανότερο είναι πως ο Ερντογάν προσπαθεί να οικοδομήσει μία συμμαχία με τη Δύση για να στείλει το μήνυμα στη Μόσχα ότι δεν πρέπει να τον θεωρεί δεδομένο (οπως αντίστοιχα κάνει και με τη Δύση), μα κυρίως να εξασφαλίσει απευθείας και επιπλέον ευρωπαϊκά κεφάλαια. Το πλέον μεγαλεπήβολο σχέδιο, που για την ώρα δεν «βγαίνει» στον Τούρκο πρόεδρο, είναι της εγκαθίδρυσης του στη Συρία μέσω της επανεγκατάστασης Σύρων προσφύγων στη συριακή επικράτεια.

Επίσης, όσα βλέπουν το φως της δημοσιότητας, ότι στην Ιντλίμπ συγκεντρώνονται ακόμη και 4 εκατομμύρια Σύρων, διόλου δεν αποκλείεται να αποτελεί τουρκική προπαγάνδα, στην κατεύθυνση πίεσης της ΕΕ. Η άλλη πλευρά ισχυρίζεται ότι αρκετοί έχουν διαχυθεί στη συριακή επικράτεια, επιστρέφοντας στα σημεία που ελέγχονται από το ασαντικό καθεστώς. Αυτή είναι μια παράμετρος που πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω.

Τέλος, σε σχέση με την Ελλάδα, η σπασμωδική και διπλωματικά χοντροκομμένη ενέργεια από μεριάς Τουρκίας, μας δίνει τη δυνατότητα να νομιμοποιήσουμε την αποφασιστικότητα μας, εφόσον γνώμονας της πολιτικής μας είναι η εθνική ασφάλεια, που διακυβεύεται από τις ενέργειες της Τουρκίας. Εξίσου, η Ελλάδα σε εξαιρετικές συνθήκες (εν τοις πράγμασι αμφισβήτησης της Κοινής Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας) δικαιούται να κινηθεί ανάλογα και χωρίς πάντως μεγάλες προσδοκίες να εμπλέξει πιο αποτελεσματικά την ΕΕ. Σε τέτοιες συνθήκες, είναι χρήσιμο και εθνικά ωφέλιμο να μην θεωρούμαστε «δεδομένοι».

Άλλωστε, τόσο η αντιπαράθεση Τουρκίας-Ρωσίας, αν και δεν φαίνεται πως θα οδηγήσει σε πλήρη ρήξη, όσο και η πρεμούρα των Αμερικανών (και όχι μόνο) να επαναφέρουν την Τουρκία στο δυτικό «μαντρί», αξιοποιώντας την αντιπαράθεση με τη Μόσχα, καταδεικνύουν τον χαρακτήρα που έχουν λάβει οι διεθνείς σχέσεις και οι συμμαχίες στις μέρες μας.