Με τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου, η Ελλάδα μπαίνει συμβολικά και ουσιαστικά στην τρίτη εκατονταετία του βίου της ως ανεξάρτητη, ελεύθερη οντότητα. Η διαδικασία που ξεκίνησε πριν από 200 χρόνια βρίσκει την Ελλάδα σε ένα κομβι-κό σημείο. Στις δύο πρώτες εκατονταετίες η χώρα κατάφερε πολλά και σημαντικά. Εγινε μια ελεύθερη, ανεξάρτητη χώρα, πρότυπο ανάπτυξης, δημοκρατίας και σταθερότητας για την περιοχή ως ισχυρό και ισότιμο μέλος στον εσωτερικό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ). Ταυτόχρονα βέβαια δοκίμασε και πολλές περιπέτειες, εσωτερικές (δικτατορίες, πραξικοπήματα, κινήματα, διχασμούς, εμφύλιες συγκρούσεις, χρεωκοπίες, κρίσεις, κ.ά.) και εξωτερικές (Μικρασιατική καταστροφή – 1922, ατυχείς πολέμους – 1997, εισβολή – κατοχή Κύπρου -1974, κ.ά.).

του Π.Κ. Ιωακειμίδη

Τα περισσότερα δεινά βέβαια με ευθύνη μας αλλά και με κάποια ευθύνη των ξένων, προστάτιδων δυνάμεων, κ.ά. Αλλά πάντως η χώρα τα κατάφερε «ως μία χώρα παραδόξως νεωτερική» (Γ. Βούλγαρης), αν και εμφανώς αντιφατική. Δεν κατάφερε ωστόσο, αν και «στρατηγικό έθνος», να αντιμετωπίσει ριζικά την πρόκληση που λέγεται Τουρκία, αν και από τη θεσμική θέση της στην Ευρωπαϊκή Ενωση ελαχιστοποίησε σε κάποιον βαθμό τις επιπτώσεις της. Ετσι μπαίνει στην τρίτη εκατονταετία με ανοιχτή την «πρόκληση Τουρκία» ως ένα διαχρονικό ζήτημα και απειλή. Μια πρόκληση που θα οξύνεται εάν δεν επιλυθούν τα προβλήματα καθώς οι όροι ισχύος αλλάζουν εις βάρος μας και υπέρ της Τουρκίας (πληθυσμιακοί, οικονομικοί, κ.λπ.).

Το ερώτημα ωστόσο είναι: ποιο θα είναι το κύριο αφήγημα, το όραμα, η κεντρική μεγάλη ιδέα και στόχος για την επόμενη εκατονταετία; Στις δύο προηγούμενες εκατονταετίες τρεις ήταν οι κύριες ιδέες που κινητοποίησαν και ενέπνευσαν τον Ελληνισμό:

α) η ιδέα-στόχος της εθνικής ολοκλήρωσης (Μεγάλη Ιδέα από το 1843 μέχρι το 1922), β) η ιδέα-στόχος της ανάπτυξης και τέλος γ) η ιδέα της διασφάλισης μιας σταθερής θέσης στο διεθνές σύστημα ώστε να απαντηθεί με αμετάκλητο τρόπο το ερώτημα «πού ανήκει η Ελλάδα», στη Δύση ή στην Ανατολή; Γιατί η Ελλάδα θα μπορούσε να είναι είτε στη Δύση είτε στην Ανατολή.

Και οι τρεις στόχοι έχουν σε μικρό ή μεγάλο βαθμό εκπληρωθεί. Η Ελλάδα αισθάνεται ότι έχει πετύχει την εδαφική της ολοκλήρωση, παρά τις αδυναμίες, ελλείμματα και παθογένειες, είναι μια χώρα ανάμεσα στις 35 περισσότερο αναπτυγμένες χώρες της υφηλίου (στην 32η θέση συγκεκριμένα σύμφωνα με το Human Development Index του ΟΗΕ) και ανάμεσα στις 40 πλέον δημοκρατικές χώρες του πλανήτη. Και βεβαίως βρήκε τη θέση της στο διεθνές σύστημα με τη συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ενωση ενώ έφερε στην ΕΕ και ένα άλλο κομμάτι του Ελληνισμού, δηλαδή την Κύπρο.

Οι δείκτες ανάπτυξης και δημοκρατίας, μολονότι σημαντικοί ως έχουν, δείχνουν ωστόσο ότι η χώρα έχει ανάγκη και μεγάλα περιθώρια να βελτιώσει ποιοτικά τη θέση της με την έναρξη της νέας εκατονταετίας. Και βέβαια είναι η χώρα με δύο βραβεία Νομπέλ λογοτεχνίας (Γ. Σεφέρης / 1963, Ο. Ελύτης / 1979) και μεγάλα ονόματα στον χώρο της τέχνης, από τον Δ. Μητρόπουλο και τη Μαρία Κόλλας μέχρι τον Μ. Θεοδωράκη, τον Θ. Κουρετζή, τη Μ. Μερκούρη και τόσους άλλους. Εχω ζήσει τη διαδικασία της ανάπτυξης και διεθνούς ενσωμάτωσης της μεταπολεμικής Ελλάδας και ως προσωπικό βήμα και επιδίωξη από την εξαθλίωση έως την ευημερία. Και στο μέτρο του δυνατού και ως συνεισφορά, εργαζόμενος κυρίως για την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση αλλά και την ένταξη της Κύπρου, την ενσωμάτωση της ρήτρας αμοιβαίας συνδρομής στη συνθήκη της Λισαβόνας, τη θέσπιση των ΜΟΠ κ.λπ.

Αλλά ποια μπορεί να είναι η κεντρική μεγάλη ιδέα-στόχος (the big idea) στην έναρξη της επόμενης εκατονταετίας; Η έκθεση του καθηγητή Πισσαρίδη είναι ένα σημαντικό κείμενο που διαγράφει τους άξονες για την ανάπτυξη της χώρας στα επόμενα χρόνια. Αλλά παραλείπει τη μεγάλη ιδέα. Δεν δίνει έναν κεντρικό στόχο, όραμα που να δημιουργεί ένα νέο αφήγημα. Γιατί μόνο μια μεγάλη ιδέα, ένα όραμα, αφήγημα μπορεί να κινητοποιήσει μια κοινωνία, να της δώσει προοπτική για δράση. Η ποιοτική ανάπτυξη όσο σημαντική κι αν είναι (με την πράσινη οικονομία, τον ψηφιακό μετασχηματισμό, κ.λπ.) δεν μπορεί να λειτουργήσει ως νέο αφήγημα. Πέρα από το γεγονός ότι η ανάπτυξη είναι δρομολογημένη με εξασφαλισμένους λίγο-πολύ πόρους (72 δισ. ευρώ μέχρι το 2027 από την ΕΕ – κολοσσιαίο ποσό για τη χώρα). Η νέα μεγάλη ιδέα για τη χώρα θα πρέπει, κατά την άποψή μου, να οικοδομηθεί πάνω στην επιδίωξη «της Ελλάδας της πρωτοπορίας στην επιστήμη, παιδεία, έρευνα, καινοτομία», παράλληλα με την πράσινη ανάπτυξη και υψηλότερα επίπεδα κοινωνικής δικαιοσύνης. Μπορεί η Ελλάδα να βρεθεί σ’ αυτή την πρωτοπορία; Η έρευνα των καθηγητών Γ. Καλογήρου και Αγ. Τσακανίκα για την έρευνα και καινοτομία (Διανέοσις) πείθει ότι μπορεί. Μια τέτοια νέα μεγάλη ιδέα μπορεί να εμπλαισιώσει τον σύγχρονο προοδευτικό πατριωτισμό ως προϋπόθεση και για την αντιμετώπιση της διαχρονικής τουρκικής πρόκλησης. Η Ελλάδα, αν όχι μια «Χώρα της Επαγγελίας» για να αντιγράψω τον Β. Obama, αλλά μια χώρα στην ευρωπαϊκή πρωτοπορία δημοκρατίας, ανάπτυξης, περιβαλλοντικής προστασίας.


Ο ομότιμος καθηγητής κ. Π. Κ. Ιωακειμίδης είναι πρώην πρεσβευτής-σύμβουλος του ΥΠΕΞ και μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Από τις εκδόσεις Θεμέλιο κυκλοφορεί το νέο του βιβλίο «Επιτεύγματα και Στρατηγικά Λάθη της Εξωτερικής Πολιτικής της Μεταπολίτευσης». To άρθρο δημοσιεύθηκε στο Βήμα της Κυριακής