Ανοιχτή επιστολή του Ευάγγελου Βενιζέλου μέσω των «ΝΕΩΝ» για τη σκευωρία της Novartis στον Άρειο Πάγο και στην Επιτροπή της Βουλής.

Αναλυτικά, στην επιστολή αναφέρονται τα εξής:

«Το ουσιαστικό περιεχόμενο του με αριθμό 1812/21.2.2020 εγγράφου που απηύθυνε ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου προς τον Πρόεδρο της ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, περιλαμβάνεται στο σημείο δύο ( ΙΙ ) και έχει ως εξής :

«Διαλαμβάνεται ότι το νομικό καθεστώς της εξέτασης των προστατευομένων μαρτύρων διέπεται από τις διατάξεις της ΥΑ 429/2018 ( 42926οικ./2018 ( ΦΕΚ Β/ 2194/2018) και από τις διατάξεις των άρθρων 9 Ν.2928/2001, 213 παρ.6 και 218 ΚΠΔ στην παρ.4 της οποίας γίνεται μνεία και για γνώμη του προστατευόμενου μάρτυρα επί των μέτρων προστασίας κλπ. Τούτο αφορά τόσο τις καταθέσεις που έχουν ληφθεί, όσο και τις καταθέσεις που πρόκειται να ληφθούν. Για τα λοιπά θέματα που αναφέρετε, θα επιληφθούμε. Σε καμία δε περίπτωση δεν υπεισερχόμεθα σε θέματα που άπτονται της αρμοδιότητας σας.»

Η κατεξοχήν κρίσιμη φράση του εγγράφου αυτού είναι η τελευταία, η αυτονόητη αναγνώριση της αποκλειστικής εισαγγελικής αρμοδιότητας της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τα εγκλήματα την πιθανή τέλεση των οποίων διερευνά.

Οι δυο μάρτυρες έχουν χαρακτηρισθεί – θα δούμε αν αυτό έχει γίνει νομίμως – «προστατευόμενοι» στο πλαίσιο και για τις ανάγκες μιας άλλης ποινικής υπόθεσης, μιας άλλης προκαταρκτικής εξέτασης που αφορά τη λεγόμενη υπόθεση Novartis, από την Εισαγγελία Διαφθοράς. Είναι προφανές ότι οι δικονομικοί χειρισμοί της Εισαγγελίας Διαφθοράς στην υπόθεση Novartis δεν μπορούν ούτε να προδικάσουν ούτε να παρεμποδίσουν τους δικονομικούς χειρισμούς ενός άλλου, ανώτατου και ειδικού, εισαγγελικού οργάνου όπως είναι η Κοινοβουλευτική Επιτροπή, που διερευνά πρωτίστως αν έχουν τελεσθεί τα εγκλήματα κατάχρησης εξουσίας από την επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς και τυχόν συνεργούς της. Για την ακρίβεια, η Κοινοβουλευτική Επιτροπή ερευνά όχι την υπόθεση Novartis αλλά αν ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης διέπραξε – μεταξύ άλλων – ηθική αυτουργία σε κατάχρηση εξουσίας την οποία μπορεί να έχει τελέσει ως φυσικός αυτουργός μόνο η εισαγγελέας διαφθοράς ή οι επίκουροί της λόγω του «γνήσια ιδιαίτερου» χαρακτήρα του εγκλήματος της κατάχρησης εξουσίας.

Το θεμελιώδες ερώτημα είναι αν σε ένα κράτος δικαίου μέσω του χαρακτηρισμού ενός μάρτυρα ως «προστατευόμενου» ένας εισαγγελικός λειτουργός και όσοι συνήργησαν με αυτόν, μπορεί, και μάλιστα στο διηνεκές, να παρεμποδίζει την ποινική διερεύνηση τυχόν κατάχρησης εξουσίας; Προφανώς όχι. Ένας μάρτυρας χαρακτηρίζεται ως προστατευόμενος για τις ανάγκες μιας συγκεκριμένης υπόθεσης. Εάν προκύψει κάποια άλλη ποινική υπόθεση στην οποία καλείται να εξετασθεί, μπορεί, αν θέλει, να ζητήσει να χαρακτηρισθεί και για αυτήν «προστατεύομενος», εφόσον για το είδος των αδικημάτων που αφορά η νέα ποινική υπόθεση προβλέπεται κάτι τέτοιο και εφόσον βεβαίως ο αρμόδιος για τη νέα ποινική υπόθεση εισαγγελέας κρίνει με αιτιολογημένη διάταξή του ότι αυτός ο χαρακτηρισμός πρέπει να δοθεί.

Με άλλη διατύπωση, το γεγονός ότι τα δυο αυτά πρόσωπα, έλαβαν κάποτε, όπως έλαβαν, τον χαρακτηρισμό του «προστατευόμενου» μάρτυρα, δεν σημαίνει ότι θα παρεμποδίζεται η διερεύνησή του αν αυτός καθ’ αυτόν ο χαρακτηρισμός τους ως «προστατευόμενων» στη λεγόμενη υπόθεση Novartis συνιστά τμήμα και μάλιστα καθοριστικό της εγκληματικής διαδρομής που οδήγησε σε πιθανή κατάχρηση εξουσίας και γενικότερα σε αυτό που ονομάζεται πλέον σκευωρία Novartis.

Ο αντεισαγγελέας του Α.Π. μνημονεύει το άρθρο 9 του ν. 2928/2001 που ορίζει σε ποιες περιπτώσεις μπορεί ένας μάρτυρας να τεθεί υπό προστασία. Πώς όμως αυτή η διάταξη καλείται σε εφαρμογή στην ποινική υπόθεση που διερευνά η Κοινοβουλευτική Επιτροπή; Μόνον εκ του πλαγίου! Επειδή ο τρόπος που η Εισαγγελία Διαφθοράς εφάρμοσε το άρθρο 9 του ν. 2928 / 2001 συνδέεται με πιθανή κατάχρηση εξουσίας. Πώς όμως ο νέος εισαγγελέας που ερευνά τις πράξεις του εισαγγελέα που υπέπεσε σε πιθανή κατάχρηση εξουσίας θα καταλήξει σε συμπέρασμα αν δεν γνωρίζει όλα τα στοιχεία που γνωρίζει και αυτός; Δεν προκύπτει συνεπώς καμία δέσμευση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής από το άρθρο 9 του ν. 2928/2001 και πολύ περισσότερο από την ΚΥΑ του Ιουνίου του 2018 που δημοσιεύθηκε μεσούσης της υπόθεσης Novartis, με τις υπογραφές όλων των τότε συναρμόδιων υπουργών (κ.κ. Σκουρλέτης, Παππάς κ.ο.κ. ), για τη ρύθμιση τεχνικών / αστυνομικών και όχι δικονομικών θεμάτων.

Παρατηρώ ότι στο εισαγγελικό έγγραφο προς τη Βουλή δεν μνημονεύεται η διάταξη του άρθρου 47 ( πρώην 45Β ) ΚΠΔ που αφορά τον χαρακτηρισμό μάρτυρα ως «δημοσίου συμφέροντος», εφόσον αυτός δεν έχει εμπλοκή και δεν προσδοκά όφελος από την έκβαση της υπόθεσης. Ο χαρακτηρισμός ως «δημοσίου συμφέροντος» είναι μάλιστα αυτός που προσφέρει ποινική ασυλία στον μάρτυρα καθώς οι εναντίον του μηνύσεις μπορεί να τίθενται σε καθεστώς αποχής από την ποινική δίωξη με έγκριση του αρμόδιου αντεισαγγελέα του Α.Π. Μια εύκολη απάντηση θα ήταν ότι είναι άλλο ο χαρακτηρισμός του μάρτυρα ως «προστατευόμενου» κατά το άρθρο 9 του ν. 2928/2001 και άλλο ο χαρακτηρισμός του ως «δημοσίου συμφέροντος» κατά το άρθρο 47 ΚΠΔ. Αυτό επιχείρησε να κάνει η Εισαγγελία Διαφθοράς όταν έλαβε τις περιβόητες πολυήμερες σπαστές καταθέσεις : Χαρακτήρισε τους μάρτυρες απλώς ως «προστατευόμενους» με διάταξη του Εισαγγελέα Πρωτοδικών (που τον υποκατέστησε ο επίκουρος εισαγγελέας διαφθοράς ) με επίκληση της παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 2928/2001.

Ζήτησα τότε, τον ζοφερό Φεβρουάριο του 2018, από τον Πρόεδρο της Βουλής και την Εισαγγελία του Α.Π. τις πράξεις χαρακτηρισμού των μαρτύρων ως «δημοσίου συμφέροντος» γιατί για τα τότε ερευνόμενα στην περιβόητη υπόθεση Novartis αδικήματα δεν ισχύει η παράγραφος 2 αλλά η παράγραφος 7 του άρθρου 9 του ν. 2928/2001 που αναφέρεται σε μάρτυρες «δημοσίου συμφέροντος» οι οποίοι τίθενται υπό προστασία ! Έσπευσαν εκ των υστέρων, με έγκριση δυστυχώς του τότε αρμόδιου αντεισαγγελέα του Α.Π., να χαρακτηρίσουν τους μάρτυρες ως «δημοσίου συμφέροντος»! Συνομολογήθηκε όμως έτσι από την εισαγγελική αρχή ότι ο χαρακτηρισμός τους ως «προστατευόμενων» θεμελιώνεται στην παράγραφο 7 του άρθρου 9 του ν. 2928/2001. Οι συγκεκριμένοι μάρτυρες έχουν καταστεί «προστατευόμενοι» επειδή είναι μάρτυρες «δημοσίου συμφέροντος».

Τα παραπάνω πρακτικά σημαίνουν:

Πρώτον, ότι όλες οι καταθέσεις τους στη δικογραφία Novartis πάσχουν από απόλυτη ακυρότητα.

Δεύτερον, ότι δεν είχαν χαρακτηρισθεί νομίμως ως «προστατευόμενοι» πριν χαρακτηρισθούν ως « δημοσίου συμφέροντος».

Τρίτον, ότι παρανόμως χαρακτηρίσθηκαν «δημοσίου συμφέροντος», εφόσον έχουν εμπλοκή και προσδοκούν όφελος έστω στις ΗΠΑ.

Τέταρτον, ότι πρέπει άμεσα να ανακληθεί ο παράνομος χαρακτηρισμός τους ως «δημοσίου συμφέροντος», όπως ρητά προβλέπει το άρθρο 47 παρ. 1 ΚΠΔ.

Πέμπτον, ότι πρέπει, ούτως ή άλλως, να αρθεί και o χαρακτηρισμός τους ως «προστατευόμενων» που παρακολουθεί τον χαρακτηρισμό τους ως «δημοσίου συμφέροντος» κατά την παρ. 7 του άρθρου 9 ν. 2928/2001.

Δεν αναφέρομαι καν εδώ στο κορυφαίο και προτασσόμενο ζήτημα της έλλειψης δικαιοδοσίας της Εισαγγελίας Διαφθοράς για πράξεις που ανήκουν στην αποκλειστική αρμοδιότητας της Βουλής. Μετά την ολοκλήρωση της αναθεώρησης και την απόρριψη της προσπάθειας που έγινε να καλυφθεί εκ των υστέρων η προφανής παραβίαση του άρθρου 86 παρ.1 του Συντάγματος, είναι παντελώς ακατανόητη η μακάρια αδιαφορία με την οποία αντιμετωπίζει το θέμα αυτό η Εισαγγελική Αρχή.

Τα παραπάνω πέντε σημεία ούτως ή άλλως δεν αφορούν τον τρόπο με τον οποίο θα εξετάσει τους μάρτυρες αυτούς η Κοινοβουλευτική Επιτροπή που ενεργεί ως ο μόνος εισαγγελέας σε μια άλλη υπόθεση ( της κατάχρησης εξουσίας κλπ ) που διερευνά. Ακόμη και αν φτάσει να ισχυριστεί κάποιος ότι ισχύει και για τη νέα υπόθεση που ερευνάται τώρα το άρθρο 218 παρ.4 ΚΠΔ, δηλαδή ότι ισχύει το καθεστώς προστασίας και απαιτείται σύμφωνη γνώμη του μάρτυρα για τη λήψη ενός προστατευτικού μέτρου, εισαγγελέας αρμόδιος να αποφασίσει κατά την προδικασία για τον τρόπο εξέτασης είναι η Κοινοβουλευτική Επιτροπή που καλεί τους μάρτυρες για τις ανάγκες μιας άλλης υπόθεσης.

Ως καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου με ιδιαίτερη ευαισθησία για το κύρος της Δικαιοσύνης, ως πολιτικό πρόσωπο που υπηρέτησε επί δεκαετίες το κοινοβουλευτικό πολίτευμα και έχει ιδιαίτερη ευαισθησία για το κύρος της Βουλής και των επιτροπών της, ως επιλεγμένος εν ψυχρώ στόχος της σκευωρίας Novartis, ως μηνυτής και ως φορέας του δικονομικού δικαιώματος παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας που εξετάζει η Κοινοβουλευτική Επιτροπή, απευθύνομαι στον Πρόεδρο και τα μέλη της και τους καλώ να υπερασπιστούν τη θεσμική θέση της Βουλής των Ελλήνων και τη συνταγματική τάξη.

Με τις ίδιες ιδιότητες απευθύνομαι στον κ. Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και τον καλώ να ασκήσει τις αρμοδιότητές του και να προστατεύσει το κύρος της Εισαγγελίας και γενικότερα της Δικαιοσύνης».