Ο πιο διχαστικός πολιτικός της μεταπολίτευσης, όπως τον χαρακτήρισε χθες η κυβερνητική εκπρόσωπος, Αριστοτελία Πελώνη, επιχείρησε σήμερα από το βήμα της Βουλής να διασκεδάσει τις εντυπώσεις σε μια προσπάθεια να διασώσει τον εκλεκτό του, τον Νίκο Παππά.

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Αλέξης Τσίπρας, κατά τη συζήτηση του πορίσματος για άσκηση ποινικής δίωξης κατά του πρώην στενού του συνεργάτη, Νίκου Παππά, για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος στην υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών το 2016, επιχείρησε να κάνει το άσπρο μαύρο, εξαπολύοντας επίθεση προσωπικά στον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη.

Ο πολιτικός που έχτισε την πολιτική του καριέρα και επιχείρησε να αξιοποιήσει την πανδημία για μικροκομματικό όφελος, χρέωσε διχαστικά τεχνάσματα στον πρωθυπουργό, αναγνωρίζοντας για τον ευατό του…ενωτικό λόγο. Συγκεκριμένα ο Αλέξης Τσίπρας αναφέρθηκε εκτεταμένα στη διαχείριση τής πανδημίας και χρέωσε στον πρωθυπουργό ότι «απέτυχε οικτρά και για αυτό και κρύβεται πίσω από διαγγέλματα και διχαστικά τεχνάσματα». Ακολούθως σημείωσε ότι «δεν θα ακολουθήσω τον ολισθηρό δρόμο του κ. Μητσοτάκη, είμαι εδώ για να ενώνω και όχι για να διχάζω».

«Σήμερα είναι μία ημέρα ντροπής για την κυβέρνηση, για τη Βουλή και για τον πρωθυπουργό», είπε και εστιάζοντας τα πυρά του στον πρωθυπουργό ανέφερε: «Είναι ημέρα ντροπής για ένα πρωθυπουργό που έχει χτίσει την πολιτική του σταδιοδρομία πάνω στον διχασμό, στις προσωπικές επιθέσεις και τη δολοφονία χαρακτήρα των πολιτικών του αντιπάλων. Από τα Γερούν γερά, όταν η χώρα έδινε τη μάχη απέναντι στους δανειστές, μέχρι τα συλλαλητήρια για τη δήθεν προδοτική Συμφωνία των Πρεσπών, που σήμερα δηλώνει ότι τιμά… Μέχρι τα ψέματα και τις αθλιότητες για τους πολιτικούς του αντιπάλους, ακόμη και αισχρά ψέματα που αμαυρώνουν τη μνήμη ανθρώπων που δεν βρίσκονται στη ζωή για να απαντήσουν, όπως αυτό για τον πατέρα μου».

Ακολούθως και αφού επισήμανε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν ήταν στη Βουλή, του καταλόγισε πολιτική δειλία και προσέθεσε: «Αλλά και παραδοχή της πολιτικής του ήττας στο θέμα της προανακριτικής. Όπου για πρώτη φορά στη ιστορία κυβερνητική πλειοψηφία αναγκάζεται να εξευτελιστεί, παραδεχόμενη ότι δεν προκύπτει κανένα στοιχείο για τη βασική κατηγορία για την οποία αποπειράται να παραπέμψει σε δίκη τον πολιτικό της αντίπαλο».