Ι. Μπούγας, Δ. Μαρκόπουλος και Στ. Κελέτσης εξηγούν γιατί το βούλευμα που στέλνει τον πρώην υπουργό Δικαιοσύνης στο Ειδικό Δικαστήριο αποτελεί δικαίωση της προανακριτικής επιτροπής της Βουλής

 

Γράφει ο Λεωνίδας Δεληγιώργης

 

Σφοδρή επίθεση στον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα προσωπικά επεφύλασσε ο Γιάννης Οικονόμου κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών με αφορμή τους ισχυρισμούς της αξιωματικής αντιπολίτευσης μετά τη δημοσιοποίηση του βουλεύματος για Παπαγγελόπουλο και Τουλουπάκη.

 

«Ο κ. Παπαγγελόπουλος, ο στενότατος συνεργάτης του κ. Τσίπρα, είναι ο άνθρωπος στον οποίο είχε αναθέσει το χαρτοφυλάκιο του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με αρμοδιότητα τα θέματα Διαφάνειας. Ο κ. Παπαγγελόπουλος παραπέμπεται στο Ειδικό Δικαστήριο για τη λειτουργία παραδικαστικού κυκλώματος, για κατάχρηση εξουσίας, για ωμές παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη, για σειρά υποθέσεων, μεταξύ των οποίων και η υπόθεση Novartis», ανέφερε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, τοποθετώντας στις πραγματικές τους διαστάσεις όσα αναφέρει το βούλευμα.

 

«Η εξέλιξη αυτή θέτει ενώπιον όλων ένα βαθύ πολιτικό ζήτημα και οροθετεί το τεκτονικό ρήγμα που χωρίζει τη ΝΔ με τον ΣΥΡΙΖΑ τόσο σε επίπεδο αρχών όσο και σε επίπεδο άσκησης της εξουσίας», τόνισε ο κ. Οικονόμου.

 

Υπογράμμισε ότι ο κ. Τσίπρας θεώρησε σωστό, μετά την παραπομπή και δεύτερου στενού συνεργάτη του στο Ειδικό Δικαστήριο για τα πολιτικά τους πεπραγμένα όταν ήταν μέλη των κυβερνήσεών του, να επαίρεται αλαζονικά και να απειλεί τον πρωθυπουργό και τη σημερινή κυβέρνηση με εκφράσεις του τύπου «Εμείς θα σας πάμε μέχρι τέλους, κ. Μητσοτάκη».

 

Σχολίασε μάλιστα ότι «με τον τρόπο αυτόν επιχειρεί να ανατρέψει την πραγματικότητα. Το γεγονός δηλαδή ότι δύο στενοί συνεργάτες του, δύο εξ απορρήτων συνεργάτες του έχουν παραπεμφθεί στο Ειδικό Δικαστήριο. Ο κ. Τσίπρας είτε έχει μπερδευτεί είτε ασκεί ωμή προπαγάνδα προσπαθώντας να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Ο κ. Παπαγγελόπουλος δεν προτείνεται για κάποιου είδους βραβείο».

 

Τόνισε επίσης πως οι κατηγορούμενοι δεν μπορούν να μετατραπούν σε κατηγόρους. Οσο κυβέρνησαν προσπάθησαν «να χειραγωγήσουν και να ποδηγετήσουν τη Δικαιοσύνη με αφόρητες πιέσεις, μεθοδεύσεις, θεσμικές εκτροπές. Γιατί η Δικαιοσύνη ήταν ένα από τα βασικά αναχώματα που τελικά τους εμπόδισαν να μετατρέψουν την Ελλάδα σε κράτος-παρίας εκτός του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Ενα κράτος τριτοκοσμικό και χρεοκοπημένο, στο οποίο θα έβρισκαν την ευκαιρία να επιβάλλουν ένα απόλυτα αυταρχικό καθεστώς, αντίστοιχο των πάλαι ποτέ του υπαρκτού σοσιαλισμού ή των καθεστώτων νοτιοαμερικανικού τύπου», πρόσθεσε.

Αντέτεινε στο σημείο αυτό ότι «η ΝΔ είναι το κόμμα που έχει τεράστια παράδοση σεβασμού των θεσμών και του πολιτεύματος», τονίζοντας ότι σέβεται και έχει διασφαλίσει πλήρως την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και ακόμη και με βαρύ τίμημα έχει υπηρετήσει την προσήλωση στη δημοκρατία και τον φιλελευθερισμό.

«Κανένα μέλος της δικής μας κυβέρνησης δεν προσπάθησε ποτέ να καθοδηγήσει τους λειτουργούς της Δικαιοσύνης, δεν κατασκεύασε στοιχεία σε αγαστή συνεργασία με σκοτεινές φυσιογνωμίες. Δεν εκβίασε και δεν απείλησε όσους λειτουργούν με βάση τη συνείδηση και το καθήκον τους».

Υπογράμμισε ότι αυτό αποδεικνύεται περίτρανα και από το ότι στο πλαίσιο άσκησης της Δικαιοσύνης ανατράπηκε κατά ένα μέρος η αρχική εισαγγελική πρόταση. «Κάτι τέτοιο σίγουρα δεν θα το άφηναν να συμβεί όσοι μιλούν για έλεγχο των αρμών της εξουσίας. Συνεπώς, μας χωρίζει αγεφύρωτη άβυσσος με την πολιτική κουλτούρα, τις αξίες, τις πολιτικές πρακτικές και την ιδεολογία του κ. Τσίπρα και των συνοδοιπόρων του».

Εδωσε επίσης διευκρινίσεις για τις δηλώσεις του της Παρασκευής και τόνισε ότι δεν προέβη ούτε σε προσωπικές ούτε σε δικαστικής αρμοδιότητας κρίσεις. «Είναι προφανές ότι το ζήτημα των κυβερνητικών παρεμβάσεων στη Δικαιοσύνη είναι βαθιά πολιτικό και θεσμικό και αγγίζει τον σκληρό πυρήνα του πολιτεύματος και του κράτους δικαίου. Οι υπόλοιπες πτυχές είναι έργο του Ειδικού Δικαστηρίου», υπογράμμισε.

Αντέτεινε ακόμη πως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ίδια ανεξάρτητη ελληνική Δικαιοσύνη έθεσε στο αρχείο την υπόθεση για τα 9 από τα 10 πολιτικά πρόσωπα που στοχοποιήθηκαν, όπως είπε από το σκοτεινό σύστημα ΣΥΡΙΖΑ και ζήτησε απαντήσεις από τον Αλέξη Τσίπρα «για το μέγιστο αυτό ζήτημα», όπως τόνισε.

 

«Δικαίωση της Προανακριτικής»

Στον πρόεδρο της Επιτροπής στη Βουλή Ιωάννη Μπούγα απευθύνθηκε «tomanifesto», ο οποίος έκανε λόγο για δικαίωση του έργου τους και επιβεβαίωση των συμπερασμάτων τους.

«Αν δούμε το παραπεμπτικό σκέλος του βουλεύματος αυτό είναι καταπέλτης για τους παραπεμπόμενους. Μιλά για κατάχρηση εξουσίας σε βαθμό κακουργήματος και παράβαση καθήκοντος, ατιμωτικά αδικήματα, πολύ περισσότερο όταν φέρεται να έχουν διαπραχθεί από έναν πρώην υπουργό.

Τώρα το απαλλακτικό σκέλος δεν έχω διαβάσει το βούλευμα επισταμένως, αλλά από ό,τι βλέπω τα γεγονότα είναι όπως ακριβώς τα γνωρίζαμε. Η ερμηνεία τους έχει αλλάξει.

Ως πρόεδρος της Επιτροπής νιώθω απολύτως δικαιωμένος, διότι η Προανακριτική είπε ότι υπάρχουν ενδείξεις οι οποίες πρέπει να περάσουν από ανάκριση για να αποδειχθεί αν είναι αποχρώσες. Η ανακρίτρια επιβεβαίωσε πλήρως το πόρισμα της Προανακριτικής και την απόφαση της Βουλής. Και κατά το μεγαλύτερο μέρος και η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου που έκανε την εισήγηση. Πήγαν ένα βήμα παραπάνω και η εισαγγελέας είχε προτείνει και την παραπομπή. Και, σε τελική ανάλυση, το Συμβούλιο είπε ότι για κάποια αδικήματα θεώρησε ότι δεν υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις, για κάποια άλλα όμως υπήρχαν.

Το ζήτημα δεν τίθεται αν είναι λιγότερο επιβαρυντικά από ό,τι αρχικά είχε φανεί, αλλά το γεγονός πως υπάρχει αυτήν τη στιγμή μια αμετάκλητη παραπομπή εναντίον ενός πρώην υπουργού και μιας ανώτατης δικαστικού. Αυτό δεν μπορεί να ξεπεραστεί. Αν η Προανακριτική Επιτροπή δεν είχε κάνει τη δουλειά της, θα φτάναμε στο γεγονός της παραπομπής;» σχολίασε.

Ο βουλευτής της ΝΔ στάθηκε όμως με νόημα και σε ένα άλλο σημείο: «Μιλούσαν κάποιοι για ακυρότητες, οι οποίες μάλιστα θα είχαν επιπτώσεις και δεν θα προχωρούσε η διαδικασία της ανάκρισης. Ολες οι ενστάσεις των κατηγορουμένων απορρίφθηκαν και από την ανακρίτρια και από το Συμβούλιο. Κατά συνέπεια, η διαδικασία στην Προανακριτική ήταν άψογη από πλευράς τήρησης της δικονομίας».

Ο βουλευτής Β΄ Πειραιά, Δημήτρης Μαρκόπουλος, σημείωσε ότι «η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας σέβεται τους θεσμούς και τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης. Αλλοι ήταν εκείνοι που ήθελαν να πιάσουν τους αρμούς της εξουσίας και άλλων κομμάτων οι υπουργοί (άτομα που βρίσκονταν πολύ κοντά στον πρώην πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα) θα φιλοξενηθούν στο Ειδικό Δικαστήριο το επόμενο διάστημα. Είναι αδιανόητο ένας πολιτικός φορέας σε μια δημοκρατική Ελλάδα να επαίρεται για το γεγονός πως κορυφαίοι υπουργοί της περιόδου διακυβέρνησής του οδηγήθηκαν από το Δικαστικό Συμβούλιο στο Ειδικό Δικαστήριο. Αυτοί οι οποίοι θεωρούσαν ότι αποτελούν κάθε λέξη και παράγραφο του συντάγματος έχουν πολλούς λόγους σήμερα για να ντρέπονται».

«Η αμετάκλητη παραπομπή του κ. Παπαγγελόπουλου και της εισαγγελέως κας Τουλουπάκη στην ουσία αποτελεί δικαίωση της Επιτροπής που ασχολήθηκε με το θέμα της Novartis. Σας θυμίζω ότι εμείς αυτό με το οποίο ασχοληθήκαμε δεν ήταν αυτό καθαυτό το ζήτημα της Novartis, το οποίο είχε χαρακτηριστεί από πολλούς σκάνδαλο, αλλά κυρίως το θέμα των πολιτικών παρεμβάσεων προκειμένου να διωχθούν πολιτικά πρόσωπα ώστε να φανεί ότι είναι εμπλεκόμενοι σε σκάνδαλο και να εκτεθούν πολιτικά. Από την αμετάκλητη παραπομπή, η οποία υιοθετεί το πόρισμα της Επιτροπής όπως είχε κατατεθεί από την πλειοψηφία γίνεται σαφές ότι οι βασικές κατηγορίες έγιναν δεκτές. Από εδώ και πέρα, τον λόγο έχει η Δικαιοσύνη για να λάβει τις τελικές αποφάσεις σχετικά με το αν θα επιβληθεί ποινή στα δύο αυτά πρόσωπα. Σε κάθε περίπτωση, η προσπάθεια που έγινε να διωχθούν πολιτικοί αντίπαλοι έπεσε στο κενό», συμπληρώνει από την πλευρά του ο Σταύρος Κελέτσης, βουλευτής Εβρου και μέλος της Επιτροπής.

 

Από την έντυπη έκδοση της εφημερίδας “Τo Μanifesto”