Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται πως τον τελευταίο καιρό δείχνει μια μεγαλύτερη διάθεση να ακούει αλήθειες, ακόμα και αν αυτές δεν είναι αρκούντως βολικές. Για παράδειγμα, έχει ενδιαφέρον η προσπάθεια που κάνουν ο Κώστας Πουλάκης και η Δανάη Κολτσίδα να παρουσιάζουν-αναλύουν τα ποιοτικά στοιχεία των ερευνών, ακόμα και αν αυτά δεν είναι πάντα ευνοϊκά για τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ανδρέας Παπαδόπουλος

Και είναι εξίσου θετικό ότι έχουν το πράσινο φως από τον κ. Τσίπρα να κάνουν αυτή την κομματική-επιστημονική δουλειά. Και το επισημαίνουμε διότι παλαιότερα εμπιστευόταν τον κ. Βερναρδάκη, ο οποίος αποδεδειγμένα λειτουργούσε ως κομματικός εγκάθετος και όχι ως αναλυτής, για αυτό και έριχνε μονίμως τον κ. Τσίπρα στα βράχια. Και μόνο το γεγονός ότι-όπως λέγεται στην Κουμουνδούρου-δεν περνάει «ούτε απ’ έξω» από την επιτροπή δημοσκοπήσεων του κόμματος λέει πολλά.

Λαμβάνοντας, λοιπόν, υπόψη τις έρευνες που έχουν δημοσιευτεί, όπως επίσης και την εξαιρετική ανάλυση που έκανε ο καθηγητής Ηλίας Νικολακόπουλος (ΕΠΟΧΗ, 20-11-21), εξηγούνται οι λόγοι που ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πέριξ του 20% και δεν εισπράττει από τη φθορά της κυβέρνησης.

Κωδικοποιημένα θα λέγαμε ότι δυο είναι οι κύριοι λόγοι της στασιμότητας του ΣΥΡΙΖΑ. Αφενός είναι αρνητικά χαραγμένα στη μνήμη της πλειονότητας των πολιτών τα κυβερνητικά πεπραγμένα του, αφετέρου έχει τεράστιο πρόβλημα το κόμμα με το στελεχικό δυναμικό του. Οι πολίτες μόνο στην ιδέα ότι κάποια από τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ θα ξαναγίνουν υπουργοί τρέχουν μακριά και φαίνεται να διαλέγουν ακόμα και τον χειρότερο Νεοδημοκράτη.

Στο πλαίσιο αυτό είναι εμφανές ότι ο κ. Τσίπρας προσπαθεί να κάνει by pass με προσωπικότητες «από έξω», όπως καταδεικνύει η ανακοίνωση με τα ονόματα της επιτροπής σοφών του κόμματος, όπου κάποιες μάλιστα είναι εξαιρετικές περιπτώσεις (πχ η Ζωρζέτα Λάλη).

Η κίνηση αυτή του κ. Τσίπρα είναι σωστή, έστω και αν άργησε πάρα πολύ. Για να έχει, όμως, ουσιαστικό περιεχόμενο, δεν αρκούν απλώς οι ανακοινώσεις ονομάτων, που την επόμενη μέρα δεν θα παίζουν τον παραμικρό ρόλο και στην πορεία του χρόνου θα ξεχαστούν. Για να έχουν αξία τα πρόσωπα αυτά θα πρέπει «να δίνουν τον τόνο», να (συν)διαμορφώνουν τη γραμμή.

Όπως για παράδειγμα προσπάθησε να κάνει ο πρώην υφυπουργός Επικρατείας Δημήτρης Λιάκος με άρθρο του (kreport) υπό τον τίτλο «Μέρισμα» με δανεικά, το πάθημα που δεν γίνεται μάθημα”. Με το άρθρο του ο κ. Λιάκος επιδίωξε να δώσει κάποιες απαντήσεις από μεταρρυθμιστική σκοπιά στις πρωτοβουλίες του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης και τις ανακοινώσεις Μητσοτάκη.

Στον ευπρεπέστατο κ. Λιάκο επιτέθηκε με χυδαιότητα περί ταύτισης με τις θέσεις Σόιμπλε και τη δεξιά ο βουλευτής Γιώργος Τσίπρας. Έβγαλε, δηλαδή, από το σεντούκι τις αθλιότητες που κυκλοφορούσαν διάφοροι στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίες περί Σοϊμπλικών, γερμανοτσολιάδων κλπ. Επειδή προφανώς δεν κατάλαβε τίποτα από όσα έγραψε ο Λιάκος, με τη συνήθη ευκολία τα ταύτισε με τον Σόιμπλε, τη δεξιά, τον νεοφιλελευθερισμό κλπ.

Η αντιπαράθεση αυτή-στην οποία φυσικά ο κ. Λιάκος δεν έχει την παραμικρή ευθύνη και ούτε και απάντησε-είναι ενδεικτική για το μέλλον του κόμματος.

Διότι όσες προσωπικότητες και αν προσπαθήσει ο κ. Τσίπρας να εντάξει στο κόμμα του, όσο και αν επιδιώξει να μπολιάσει με φρέσκο αίμα το πολιτικά παρωχημένο οπλοστάσιό του, όταν τον τόνο δίνουν ο Πολάκης, ο Ραγκούσης, ο Γ. Τσίπρας και (τόσοι) άλλοι σαν αυτούς, τίποτα δεν θα αλλάζει στη συνείδηση των πολιτών για τον ΣΥΡΙΖΑ. Κάποια στιγμή ο κ. Τσίπρας θα πρέπει να αποφασίσει με ποιους θέλει να πάει και ποιους θέλει να αφήσει.
Πηγή: parapolitika.gr