Στην καθοριστική συνεισφορά του Ευάγγελου Αβέρωφ στην αναγέννηση του Μετσόβου αναφέρεται με ανάρτησή του ο Κυριάκος Πιερρακάκης μετά από επίσκεψή του στην περιοχή. Ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης τονίζει και το μοντέλο οικιστικής και βιώσιμης ανάπτυξης.

Γράφει αναλυτικά: «Το παράδειγμα της αναγέννησης του Μετσόβου πάντα με συνάρπαζε, ως μοντέλο οικιστικής και βιώσιμης ανάπτυξης. Κυρίως όμως, συνιστά μια ιστορία επιτυχίας του ελληνικού 20ού αιώνα, όπου ένας τόπος με μεγάλες δυνατότητες πάντρεψε τη μοίρα του με μια μεγάλη προσωπικότητα, αυτή του Ευάγγελου Αβέρωφ-Τοσίτσα.

Ο Αβέρωφ έζησε πολλαπλές ζωές σε μία: ιστορικός, λογοτέχνης, συλλέκτης έργων τέχνης, οινοποιός, πολιτικός. Το όνομά του θα συνδεθεί με το Μέτσοβο, που χάρη στις άοκνες προσπάθειές του και το εμπνευσμένο όραμά του θα καταφέρει μεταπολεμικά να αναγεννηθεί μέσα από τις στάχτες του, αποτελώντας πρότυπο τοπικής ανάπτυξης, εγχωρίως και διεθνώς.

Πρόκειται για ένα εμβληματικό παράδειγμα της μεταμορφωτικής δύναμης που μπορεί να έχει η παρέμβαση των Ελλήνων ευεργετών σε έναν τόπο. Μέσα από μια αλληλογραφία που θα κρατήσει χρόνια, ο Αβέρωφ θα πείσει τον Βαρώνο Μιχαήλ Τοσίτσα που ζούσε τότε στην Λωζάννη αλλά είχε οικογενειακή καταγωγή από το Μέτσοβο, να δωρίσει την περιουσία του σε έναν τόπο που είχε και για τον ίδιο μεγάλη οικογενειακή σημασία, καθώς εκεί είχε μεγαλουργήσει και η δική του γενιά, πάππου προς πάππου. Ο Τοσίτσας μάλιστα θα δώσει και το επώνυμο του στον Ευάγγελο Αβέρωφ προκειμένου να διευκολυνθούν οι σχετικές διαδικασίες. Στην ουσία, οι δύο τους, μοιραζόμενοι ένα κοινό όραμα, θα “υιοθετούσαν” ουσιαστικά έναν ολόκληρο τόπο, συνδέοντας για πάντα το πεπρωμένο τους μαζί του. Με την παρέμβαση την δική τους και των ειδικών που θα έφερναν από την Ευρώπη, το Μέτσοβο θα αποκτούσε βασικές υποδομές, πρότυπο τυροκομείο, φημισμένο οινοποιείο, βουστάσιο, αναπαλαιωμένα ιστορικά κτήρια και εκκλησίες, λαογραφικό μουσείο και μια υπέροχη πινακοθήκη.

Δεν υπάρχει πιο πολιτική πράξη από αυτήν την παρέμβαση στον χώρο που αφήνει βαθιά το αποτύπωμά της στον χρόνο. Διότι δίνει προοπτική και στις ζωές των ανθρώπων να φανταστούν – και να βιώσουν – ένα καλύτερο μέλλον».