Το 1828 πραγματοποιήθηκε η πρώτη απογραφή του ελληνικού κράτους, κατά την οποία εξακριβώθηκε αναδρομικά ο πληθυσμός της Ελλάδας το 1821. Διακόσια χρόνια μετά έρχεται η 22η απογραφή πληθυσμού και κατοικιών, η οποία ωστόσο θα διεξαχθεί από την Ελληνική Στατιστική Αρχή με έναν διαφορετικό τρόπο, προσαρμοσμένο σε όσα επιτάσσουν οι πρωτόγνωρες συνθήκες εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού.

«Πρόκειται για μια απογραφή-ορόσημο, καθώς φέτος συμπληρώνονται και τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση. Από τον περασμένο Φεβρουάριο είχαμε καταστρώσει το πλάνο πάνω στο οποίο θα στηριζόταν η διεξαγωγή της φετινής απογραφής, ήρθε όμως ο κορωνοϊός και άλλαξε τα δεδομένα» σημειώνει στα «ΝΕΑ» και την Εύη Σάλτου ο πρόεδρος της ΕΛΣΤΑΓ, Θάνος Θανόπουλος.

Το 2021 είναι έτος γενικής απογραφής πληθυσμού-κατοικιών όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά για όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ως μέλη του Ευρωπαϊκού Στατιστικού Συστήματος. Εν τούτοις, σύμφωνα με τον κ. Θανόπουλο, με το ξέσπασμα της πανδημίας αυτό που παρατηρείται είναι κάποιες κρατικές υπηρεσίες αυτού του στατιστικού συστήματος να δηλώνουν αδυναμία διεξαγωγής της απογραφής. Ηδη, χώρες όπως η Ιρλανδία ή η Ρουμανία, έχουν δηλώσει πως οι συνθήκες δεν θα τους επιτρέψουν να κάνουν την απογραφή. Ακόμη και η Γερμανία έχει δηλώσει ότι μπορεί να μην είναι σε θέση να προχωρήσει τη διαδικασία.

«Εμείς, παρά τις δυσκολίες που πρέπει να ξεπεράσουμε, έχουμε αποφασίσει πως για ουσιαστικούς αλλά και συμβολικούς λόγους θα διεξαγάγουμε την απογραφή και γι’ αυτό τον λόγο θα αναπροσαρμόσουμε το αρχικό πλάνο, προκειμένου να γίνει με ασφάλεια» προσθέτει ο ίδιος. Μάλιστα, βάσει της απογραφής, η ΕΛΣΤΑΤ ρυθμίζει ξανά τα δειγματοληπτικά πλαίσια για τις έρευνες που θα διεξαγάγει, έρευνες που έχουν να κάνουν με το εργατικό δυναμικό, τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και γενικά ό,τι έχει σχέση με την ανθρώπινη δραστηριότητα, ενώ τα αποτελέσματα της απογραφής αποτελούν τη βάση και για τη χάραξη πολιτικής σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο.

Κι ενώ οι απογραφές παραδοσιακά ξεκινούν τον Μάρτιο, φέτος ο προγραμματισμός έχει αλλάξει. Κι αυτό γιατί τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο θα διεξαχθεί η απογραφή γεωργίας-κτηνοτροφίας, που έχει ήδη ξεκινήσει πιλοτικά, και η οποία ήταν να πραγματοποιηθεί κανονικά το 2020, αλλά λόγω της πανδημίας αναβλήθηκε. Ετσι, η απογραφή των κτιρίων, του οικιστικού ιστού της χώρας αναμένεται να ξεκινήσει τον Ιούνιο και περίπου τρεις μήνες αργότερα, μέσα στο φθινόπωρο, θα αρχίσει η απογραφή του πληθυσμού. Μάλιστα, όπως επισημαίνει ο πρόεδρος της ανεξάρτητης Αρχής, η απογραφή του γενικού πληθυσμού υπολογίζεται να διαρκέσει έως έναν μήνα, εκτός εάν οι έκτακτες συνθήκες εκείνη τη χρονική περίοδο απαιτήσουν περισσότερο χρόνο.

Αλλαγές, θα υπάρξουν και στον τρόπο με τον οποίο θα πραγματοποιηθεί η απογραφή του γενικού πληθυσμού. Σύμφωνα, λοιπόν, με τις προσαρμογές που έχουν γίνει, φέτος θα χρησιμοποιηθούν ως επί το πλείστον οι νέες τεχνολογίες, προκειμένου να ολοκληρωθεί η απογραφή. Μέσω ενός portal θα μπορούν οι πολίτες να αυτοαπογραφούν, να γίνει, δηλαδή, μια καταρχήν καταγραφή. Ηδη, μάλιστα, έχουν γίνει οι πρώτες επαφές με το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης για να προχωρήσει η διαδικασία. «Εμείς, ως Ελληνική Στατιστική Αρχή, θα είμαστε σε θέση να βλέπουμε σε ψηφιακό χάρτη πόσοι έχουν δηλώσει κατοικία σε συγκεκριμένα οικοδομικά τετράγωνα. Κι αυτό θα γίνει από τα μητρώα που θα πάρουμε από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων. Αρα, θα έχουμε μια πρώτη εικόνα» εξηγεί ο κ. Θανόπουλος. Θα υπάρξει, δε, και δειγματοληπτικός έλεγχος για όσους προχωρήσουν με τη διαδικτυακά απογραφή, για την ορθότητα των στοιχείων που θα έχουν δηλώσει.

Οσο για εκείνους οι οποίοι δεν θα μπορέσουν να κάνουν μόνοι τους ηλεκτρονικά την απογραφή, θα απογραφούν με τη συνηθισμένη μέθοδο «πόρτα-πόρτα». που πραγματοποιείται υπό κανονικές συνθήκες. «Μιλάμε κυρίως για πιο ηλικιωμένα άτομα, που δεν είναι εξοικειωμένα με τις νέες τεχνολογίες. Ωστόσο, θα υπάρξει πρόβλεψη για όσους θέλουν να αυτοαπογραφούν, να έχουν τηλεφωνική βοήθεια από τους απογραφείς».

Πάντως, σε αυτή την απογραφή οι απογραφείς θα βρουν αρκετές πόρτες κλειστές, εξαιτίας του φόβου. Σύμφωνα με τους υπευθύνους της ΕΑΣΤΑΤ, οι απογραφείς κάθε φορά έχουν να αντιμετωπίσουν την καχυποψία – ιδίως των ηλικιωμένων ατόμων – λόγω της αυξημένης έγκληματικότητας. Φέτος, όμως, θα προστεθεί και ο φόβος για τον κορωνοϊό. Διευκρινίζεται πως η οργάνωση των απογραφών κτιρίων και πληθυσμού, η συλλογή των στοιχείων, η επεξεργασία τους και η διάχυση των αποτελεσμάτων θα πραγματοποιηθούν από φέτος μέχρι και το 2024. Οσο για τη δαπάνη και των τριών απογραφών, αυτή υπολογίζεται σε 100 εκατομμύρια ευρώ. Πάντως, όλες οι νομικές παρεμβάσεις που πρέπει να γίνουν αλλά και γενικότερα οι ρυθμίσεις αμοιβής που αφορούν τις απογραφές έχουν αποκρυσταλλωθεί σε νομοθετικό κείμενο που δόθηκε στο υπουργείο Οικονομικών και το οποίο αναμένεται μέσα στην εβδομάδα να ψηφιστεί στη Βουλή, προκειμένου να «τρέξουν» όλες οι απαραίτητες διαδικασίες που αφορούν τις απογραφές.