Ο Τσίπρας επιλέγει να θέσει υπό αμφισβήτηση τις εξοπλιστικές συμβάσεις που θωρακίζουν την Ελλάδα, ειδικά μετά τις συμφωνίες για τα γαλλικά αεροσκάφη Rafale, τις φρεγάτες Βellhara και τις συζητήσεις για τις κορβέτες που ζητεί το Πολεμικό Ναυτικό.

 

Γράφει ο Τάσος Ευαγγελίου

 

Την ώρα που επιχειρεί να σύρει τη χώρα στον βούρκο και να δημιουργήσει συνθήκες αποσταθεροποίησης και κλίματος ανασφάλειας που δύναται να επιφέρει προβλήματα και στην προσπάθεια οικονομικής ανάταξης και ανάπτυξης της χώρας, ο Αλέξης Τσίπρας επιλέγει να θέσει υπό αμφισβήτηση τις εξοπλιστικές συμβάσεις που θωρακίζουν την Ελλάδα και προκαλούν ανησυχία στην Τουρκία, ειδικά μετά τις συμφωνίες για τα γαλλικά αεροσκάφη Rafale, τις φρεγάτες Βellhara και τις συζητήσεις αναφορικά με τις κορβέτες που ζητεί και το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό.

Ακολουθώντας μια «εθνικά επικίνδυνη πολιτική», όπως τη χαρακτηρίζει η κυβέρνηση, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης της χώρας έρχεται σε μια δύσκολη στιγμή, ως προς τις σχέσεις με την Τουρκία και τη διαρκώς αυξανόμενη προκλητικότητα του Ταγίπ Ερντογάν, να μιλήσει για επαναδιαπραγμάτευση (!) προκειμένου, όπως ισχυρίζεται, να καταστούν οι συμφωνίες πιο επωφελείς για τη χώρα.

 

Πλήθος ερωτημάτων

Η τακτική του προκαλεί ερωτήματα, πολύ δε περισσότερο τη στιγμή που κατ’ εντολήν του το κόμμα του έχει καταψηφίσει τις συμφωνίες στρατηγικής σημασίας με τη Γαλλία και τις ΗΠΑ. Ουδείς δύναται να ξεχάσει τα όσα υποστήριξαν ο ίδιος και τα στελέχη του την ώρα που η Γαλλία υπέγραφε μια συμφωνία άμεσης υποστήριξης στην περίπτωση καταπάτησης κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας από τρίτη χώρα.

Ο Αλέξης Τσίπρας είχε φτάσει στο σημείο να δηλώνει ότι «θα μετράμε φέρετρα», υποστηρίζοντας πως η ελληνική πλευρά θα έστελνε στρατιώτες στην Αφρική στο Σαχέλ και στελέχη του όπως ο Γιώργος Κατρούγκαλος φώναζαν το αμίμητο «κανένας Ελληνας στρατιώτης να μην πολεμήσει εκτός συνόρων». Και αυτά προκειμένου να μην υπογραφεί η συμφωνία που επέφερε αλλαγές στη γεωστρατηγική θέση της χώρας.

Ακόμη περισσότερα ερωτήματα προκαλεί και η στάση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ αναφορικά με τη συμφωνία Ελλάδας-ΗΠΑ. Πέραν των όσων υποστήριξαν, αυτός και οι συνεργάτες του-στελέχη του κόμματος, φέρνοντας στον νου εποχές που πρωτοστατούσαν σε πορείες κατά της αμερικανικής πρεσβείας (τελευταία φορά πάντως που το επιχείρησε, έχοντας διατελέσει πρωθυπουργός, έφτασε μέχρι το ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία), ο Αλέξης Τσίπρας αναφέρθηκε στο θέμα του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης και της αναβάθμισής του. Αναβάθμιση που μετέτρεψε τη χώρα σε έναν διεθνή γεωστρατηγικό κόμβο στον οποίο συμπεριλαμβάνονται και τα ενεργειακά ζητήματα.

Ο επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει κατηγορήσει την κυβέρνηση ότι προσέφερε τη χώρα στις ΗΠΑ παρακάμπτοντας μια σειρά γεγονότων. Πρώτα απ’ όλα τις αντιδράσεις Ρωσίας και Τουρκίας (ο Ταγίπ Ερντογάν έθεσε το θέμα ανοιχτά και κατηγορεί για την απόφασή της να μετατρέψει την Αλεξανδρούπολη σε κομβικό σημείο και για τις ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις).

Δεύτερον, το γεγονός πως το λιμάνι δίνει διέξοδο σε μετακινήσεις, μεταφορές αποδομώντας τις απειλές, και ένα ισχυρό διαπραγματευτικό ατού της Τουρκίας που είναι τα Στενά.

Τρίτον, ότι με τη συμφωνία αυτήν στήνεται μια προστατευτική ομπρέλα που δύσκολα οι τουρκικές αρχές μπορούν να παραγνωρίσουν σε οποιαδήποτε επιχείρηση και με οποιονδήποτε σχεδιασμό που αφορά τις αναθεωρητικές βλέψεις του καθεστώτος Ερντογάν.

Αυτό που δεν σχολίασε πάντως ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη να ακυρωθεί η διαδικασία ιδιωτικοποίησης του λιμανιού με το σκεπτικό ότι η γεωστρατηγική θέση του και η αναβάθμισή του μέσα σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο τοπίο είναι χρησιμότερο να διαχειρίζονται από τις ελληνικές αρχές.

Βέβαια, αξίζει να σημειωθεί πως το ενδιαφέρον της αξιωματικής αντιπολίτευσης άρχισε να φθίνει μόλις αποσαφηνίστηκαν προθέσεις ενδιαφερόμενων για τη συμμετοχή στον διαγωνισμό και ελήφθησαν αποφάσεις να μην προχωρήσουν στις διαδικασίες κατάθεσης φακέλων.

Οι δύο ως άνω συμφωνίες καθώς και αυτές που αφορούν τα εξοπλιστικά προγράμματα αποτελούν βασικά σημεία αναφοράς ως προς τη στάση που επιδεικνύει ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στα εθνικά θέματα. Συνολικά εμφανίζεται –χαρακτηριστικό παράδειγμα το μεταναστευτικό– να επιχειρεί να πλήξει την κυβέρνηση αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις που έχει σε ορισμένες περιπτώσεις στα θέματα εξωτερικής πολιτικής και διεθνών σχέσεων.

Επιλέγει ένα απροσδιόριστο μικροκομματικό όφελος, παρότι στο σύνολό τους οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι πολίτες καταδικάζουν αυτού τους είδους τις πολιτικές. Είναι άλλωστε ενδεικτικό πως εμπιστεύονται και με μεγάλη διαφορά τον Κυριάκο Μητσοτάκη να χειριστεί τα εθνικά θέμα και να αντιμετωπίσει τις τουρκικές προκλήσεις.

Στον αντίποδα δε, οι παρεμβάσεις του, ακόμη και αυτή που έκανε τελευταία στην ΕΑΒ για τα εξοπλιστικά (όπου επίσης έκανε λόγο για επαναδιαπραγμάτευση), φιλοξενούνται από τον τουρκικό Τύπο.

Σε κάθε περίπτωση, η γενικότερη στάση του ΣΥΡΙΖΑ έρχεται να αναδείξει μια επικίνδυνη λογική που, μετατρεπόμενη σε πολιτική τακτική, εγείρει ερωτήματα. Πολύ δε περισσότερο όταν λαμβάνουν ακόμη πιο επίσημη μορφή εφόσον τίθενται στον πρέσβη μιας χώρας όπως τέθηκαν στον πρέσβη της Γαλλίας κατά τη συνάντηση που είχε με τον Αλέξη Τσίπρα την Παρασκευή 12 Νοεμβρίου.

Βέβαια, όταν ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ μιλά για επαναδιαπραγμάτευση, δύσκολα φεύγει από το μυαλό «η περήφανη διαπραγμάτευση του 2015» παρέα με τον Γιάνη Βαρουφάκη που έφερε στη χώρα το τρίτο, βάρβαρο και αχρείαστο μνημόνιο. Το οποίο αφού υπέγραψε δήλωνε μετά πως θα… επαναδιαπραγματευτεί.

 

Σκληρή απάντηση

Στο πλαίσιο αυτό, η παρέμβαση του κυβερνητικού εκπροσώπου και η καταδίκη της στάσης του Αλέξη Τσίπρα ήταν έντονη. Ο Γιάννης Οικονόμου ανέφερε ότι ο Αλέξης Τσίπρας «γίνεται εθνικά επικίνδυνος», προσθέτοντας ότι η στάση του «κάνει χαρούμενους όσους έχουν περιέλθει σε αδιέξοδο εξαιτίας της αδυναμίας τους να απαντήσουν στη γεωστρατηγική και στρατιωτική ενίσχυση της Ελλάδας» ενώ εξυπηρετεί και «σκοτεινά συμφέροντα που είχαν μάθει να κερδίζουν τεράστια ποσά από τις αμυντικές προμήθειες στο παρελθόν».