Το ταξίδι του Χρήστου Σαρτζετάκη ασφαλώς κι είναι προς την αιωνιότητα. Οι Έλληνες θα τον θυμούνται και θα τον μνημονεύουν . Είτε για την ασυμβίβαστη προσήλωσή του στη Δικαιοσύνη και στη Δημοκρατία είτε για την επεισοδιακή εκλογή του (1985) ως προέδρου του Δημοκρατίας και την θητεία του που ξεπέρασε πολλές φορές τα όρια της γραφικότητας με την τυπολατρία και τις παραξενιές του ανδρός.

Ο Σαρτζετάκης «έφυγε» στα 92 του χρόνια κι έγινε πρόεδρος της Δημοκρατίας (1985) ως «κίνηση ματ» του Ανδρέα Παπανδρέου (σε ιδέα Κουτσόγιωργα), προκειμένου ν’ απαλλαγεί από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή!

Ο Χρήστος Σαρτζετάκης ήταν ο δεύτερος πρόεδρος της Δημοκρατίας μετά τον Μιχαήλ Στασινόπουλο που εξελέγη χωρίς να έχει πολιτική διαδρομή. Όπως κι η σημερινή πρόεδρος Κατερίνα Σακελλαροπούλου, η διαδρομή ήταν μόνο στη Δικαιοσύνη. Κι αυτή η διαδρομή τον κατέστησε θρύλο, έκανε γνωστό το όνομα του σε κάμπους, βουνά και πέλαγα και πρωταγωνιστή της περίφημης ταινίας του Γαβρά που βασίστηκε στο βιβλίο του Βασίλη Βασιλικού «Ζ», που αναφέρεται στη δολοφονία του Χρήστου Λαμπράκη από το ανακτορικό παρακράτος!

Ο Σαρτζετάκης είναι ο άνθρωπος, ο δικαστής που όλη του η ζωή ήταν το «άλμα» του στην αθανασία, η προσήλωσή του ως ανακριτής στην υπόθεση Λαμπράκη. Δεν ενέδωσε σε καμιά πίεση συγκάλυψης, αγύριστο κεφάλι , ασυμβίβαστος, αδέκαστος,  ήταν ο άνθρωπος που ουσιαστικά αποκάλυψε τους παρακρατικούς δολοφόνους.

Εκείνο το ανοιξιάτικο πρωί Σαββάτου, Μάρτιο του 1985,  που ο Παπανδρέου πούλησε τον Καραμανλή με την επιλογή Σαρτζετάκη ως προτεινόμενου από τον ίδιο και το ΠαΣοΚ ως επόμενου προέδρου της Δημοκρατίας, στα πολιτικά, τα δημοσιογραφικά γραφεία μα και σ’ όλη την Ελλάδα, έπεσε παγωμάρα. Βλέπετε, όλο το προηγούμενο διάστημα το ΠαΣοΚ διαβεβαίωνε ότι δεν υπάρχει καλύτερος πρόεδρος από τον Καραμανλή και δεν υπάρχει λόγος μη επανεκλογής του.

Ο ισχυρός συμβολισμός του προσώπου Σαρτζετάκη, δημιούργησε πανηγυρισμούς στην μεγάλη τάση των «αυριανιστών και λαϊκιστών του ΠαΣοΚ επειδή … έκλειναν οριστικά στο χρονοντούλαπο –όπως έλεγε ο Ανδρέας Παπανδρέου- τη Δεξιά! Η οποία –έχει μεγάλη σημασία αυτό- είχε εκλέξει πρόεδρο τον Μητσοτάκη και το ΠαΣοΚ ήθελε να πάει στις εκλογές με αντιδεξιά συνθήματα και μετωπική σύγκρουση. Ο Παπανδρέου ήξερε ότι με Καραμανλή πρόεδρο, αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει.

Η επεισοδιακή εκλογή

Η εκλογή Σαρτζετάκη ήταν άκρως επεισοδιακή. Ο Καραμανλής μετά τον εμπαιγμό του Παπανδρέου παραιτήθηκε και πρόεδρος μέχρι την εκλογή του Σαρτζετάκη έγινε ο πρόεδρος της Βουλής, Γιάννης Αλευράς. Όμως, τα «κουκιά» για την εκλογή δεν έβγαιναν σίγουρα, ενώ υπήρξε τεράστια και θορυβώδης διένεξη.

Προσέξτε: Στην πρώτη ψηφοφορία ο Σαρτζετάκης έλαβε 178 ψήφους. Στο ΠαΣοΚ «πάγωσαν». Άρχισαν να ψάχνουν τους …προδότες! Τότε ξέσπασε η διένεξη αναφορικά με το αν είχε δικαίωμα ψήφου ο Αλευράς που ήταν και πρόεδρος της Βουλής και εκτελών χρέη προέδρου της Δημοκρατίας. Τελικά με τις ψήφους του ΠαΣοΚ στη Βουλή, αποφασίστηκε τελικά ότι ο Γιάννης Αλευράς είχε δικαίωμα ψήφου. Στη δεύτερη ψηφοφορία ο Σαρτζετάκης έλαβε 181 ψήφους αλλά έγινε ο κακός χαμός. Το ΠαΣοΚ παρουσίασε  έγχρωμα (γαλάζια)  ψηφοδέλτια  με το όνομα του Σαρτζετάκη για να ελέγξει την ψηφοφορία. Το γαλάζιο ψηφοδέλτιο φαινόταν μέσα στον ημιδιαφανή φάκελο κι έτσι αποφεύχθηκαν οι διαρροές και συγκεντρώθηκαν 181 ψήφοι. Στην τρίτη ψηφοφορία εξελέγη με 180 ψήφους, με την υποστήριξη του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ.

Ο Χρήστος Σαρτζετάκης πήγε στην Ηρώδου Αττικού με την ευλάβεια και την προσήλωση που τον διέκρινε στην πορεία του ως δικαστής. Αργότερα, άνθρωποι που δούλευαν στο προεδρικό μέγαρο είπαν ότι ήταν ένας «παγωμένος» άνθρωπος, σχολαστικός, με ξύλινο λόγο. Συμπεριφερόταν με την αυστηρότητα  ενός δικαστή ως να ήταν στην έδρα κάποιου εφετείου! Με την καθαρεύουσα που χρησιμοποιούσε πολλοί ήταν εκείνοι που δεν τον καταλάβαιναν! Τον είπαν τυπολάτρη! Μάλλον έτσι ήταν αφού δεν υπέγραφε νόμους υπουργών αν έλειπε ένα κόμμα ή δεν ήταν σωστά τοποθετημένη μια σφραγίδα. Υπάρχουν ουκ ολίγα καταγεγραμμένα ή φημολογούμενα επεισόδια ανάμεσα σε στελέχη της προεδρίας και υπουργούς επειδή καθυστερούσε η υπογραφή νομοσχεδίων που έπρεπε να εισαχθούν στη Βουλή, λόγω της σχολαστικότητας του προέδρου.

Ο πρόεδρος Σαρτζετάκης ήταν εκείνος που κατέστησε το προεδρικό μέγαρο προσωπική του κατοικία. Ουδείς άλλος, πριν ή μετά το έκανε. Κι αφού θα έμενε οικογενειακώς εκεί σκέφτηκε να το εξοπλίσει με κλιματιστικά που είχε φέρει μαζί του από κάποιο ταξίδι στο εξωτερικό κι επέμενε να μην περάσουν τελωνείο! Σάλος είχε γίνει τότε. Μετά ήρθε το γέλιο από  τις φωτογραφίες με κάτι κρεμασμένους στον λαιμό του τεράστιους σταυρούς! Ε, δεν ήθελε πολύ να γίνει αγαπημένος των γελοιογράφων και του Χάρυ Κλυν που τότε μεσουρανούσε. Κι όπως ήταν μονοκόμματος ως προσωπικότητα, εστράφη δικαστικά εναντίον τους! Επιπλέον, δεν πρέπει να ξεχάσουμε ότι στη διάρκεια της θητείας του οι Έλληνες του «κόλλησαν» το προσωνύμιο «αγκαλίτσας», από ένα δημοφιλές κουκλάκι της εποχής.

Κι άλλο: Στις εφημερίδες θυμούνται ακόμη τις «εντολές» της προεδρικής συζύγου, όταν τον αναφέρουν να τον αποκαλούν «Κύριο Χ. Σαρτζετάκη» ή «Κύριο Πρόεδρο», πάντα με… «Κ» κεφαλαίο! Κι όταν συνταξιοδοτήθηκε από το δημόσιο την προσέλαβε με μισθό στο γραφείο που διατηρούσε ως πρώην πρόεδρος της Δημοκρατίας. Νόμιμα, φυσικά.

Την περίοδο της προεδρίας του δεν έχουμε να θυμόμαστε πολλά. Κάποια κίνηση, επί παραδείγματι, ως όσα είχε πει ο Κωστής Στεφανόπουλος αργότερα στον Κλίντον. Άφησε όμως ως παρακαταθήκη μια φράση: Είμεθα έθνος ανάδελφον»! Σωστή φράση στην ουσία της, εθνική μοναξιά έχουμε.  Αλλά την είπε με καθαρά εσωστρεφή λογική επειδή θεωρούσε ότι παρ’ ότι ήδη είμαστε εντός της ευρωπαϊκής οικογένειας, απηχούσε την προσέγγιση κάποιων –κυρίως της Αριστεράς- για «λαό προδομένο και παγιδευμένο από τις μεγάλες δυνάμεις… Πάντα άρεσε στην Αριστερά και σε μερίδα της Δεξιάς να νιώθουν ότι η χώρα είναι ανάδελφη κι αναξιοπαθούσα. Ενώ κι ο λαός μας διακατέχεται από το σύνδρομο της αυτοθυματοποίησης.

Θα μπορούσε ν’ αναρωτηθεί κάποιος για ποιον λόγο θυμόμαστε τις στιγμές που έντυσαν με γραφικότητα την θητεία του ως προέδρου.

Για τον απλούστατο λόγο ότι αυτές καταδεικνύουν μια άλλη πλευρά της προσωπικότητάς του. Σαφώς τον παρέσυρε η γοητεία της εξουσίας και δεν διαφύλαξε την υστεροφημία του.  Επιπλέον, αναφέροντας τις γραφικότητες της προεδρικής θητείας, τιμάμε όλο και πιο πολύ το δικαστικό του παρελθόν, την ιστορία του. Αυτό το παρελθόν στο οποίο, εκτός από την αίσθηση του καθήκοντος και την προσήλωση στη δημοκρατία και το χρέος, συνετέλεσε πιθανότητα κι ο χαρακτήρας του ανδρός.

Εν κατακλείδι:  Νομίζω ότι ως φιλελεύθεροι και δημοκράτες άνθρωποι οφείλουμε να τον αποχαιρετίσουμε με σεβασμό για την δικαστική –δημοκρατική διαδρομή του και εκείνο το «άλμα» στην αθανασία που έκανε το 1963! Και να ξεχάσουμε τις ατυχείς στιγμές του στην προεδρία της Δημοκρατίας…