«Ζητώ από τους 270.000 Έλληνες δημοκράτες να έρθουν εκ νέου στις κάλπες και να μου δώσουν καθαρή εντολή ανανέωσης, ενότητας, πολιτικής αυτονομίας και προοπτικής. Δεσμεύομαι ότι το βράδυ της Κυριακής δεν θα υπάρχουν νικητές και ηττημένοι. Νικητής θα είναι το ΠΑΣΟΚ και η δημοκρατική παράταξη», είπε ο υποψήφιος για την ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής, Νίκος Ανδρουλάκης, κατά την ομιλία του σε φίλους και μέλη της Παράταξης στην Κοζάνη.

Απευθυνόμενος στους πολίτες της Κοζάνης, ο κ. Ανδρουλάκης ζήτησε ενότητα και συμμετοχή: «Ας ενώσουμε λοιπόν την αγωνία μας, ας ενώσουμε την ελπίδα μας, ας ενώσουμε τη θέλησή μας και να’στε σίγουροι ότι δεν θα σας απογοητεύσω ποτέ. Η νίκη μου θα είναι η νίκη του κάθε απλού μέλους της παράταξης. Όλοι μαζί να ξαναγίνουμε ένα και να κάνουμε αυτό το ιστορικό κόμμα να πρωταγωνιστήσει και ο ήλιος του ΠΑΣΟΚ τι να ανατείλει ξανά ως ήλιος της κοινωνικής δικαιοσύνης και της εθνικής αξιοπρέπειας για όλο τον ελληνικό λαό»,

Πιο συγκεκριμένα όσον αφορά την ενότητα, υπογράμμισε ότι επιδιώκει «την ενότητα να είναι ενότητα της βάσης κι όχι την ενότητα των παλιών πρωταγωνιστών, ή των βαρόνων που χρειάζονται μια καρέκλα για να θεωρούν ότι είμαστε ενωμένοι. Ενωμένοι θα’μαστε αν είμαστε ισχυροί και αξιοπρεπείς, γιατί θα μας τιμά ο λαός κι ο απλός πολίτης που θέλει μια άλλη νοοτροπία. Αυτή τη νοοτροπία και το νέο πολιτικό ήθος πρέπει να δείξουμε μετά την Κυριακή».

«Προτεραιότητα μου μια παράταξη θεσμική, που θα υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον. Κουράστηκαν οι πολίτες από τα κόμμα που κυβερνά ο πρωθυπουργός με το στενό του περιβάλλον χωρίς θεσμικό σεβασμό. Κουράστηκαν οι πολίτες από κυβερνήσεις με πολυπληθείς υπουργούς, υφυπουργούς, αναπληρωτές», είπε. «Ήταν που ο κ. Μητσοτάκης θα έκανε ένα ευέλικτο σχήμα, ήταν που ο κ. Τσίπρας θα σκότωνε το πελατειακό κράτος». Αντί αυτού, ο κ. Ανδρουλάκης αναφέρθηκε στο ρεκόρ υπουργών αυτής της κυβέρνησης, αλλά και στο ρεκόρ μετακλητών που έσπασε πρώτα ο κ. Τσίπρας, στους 2739 και μετέπειτα ο κ. Μητσοτάκης, φτάνοντας τους πάνω από 3.000 και «δίνοντας τους μάλιστα τους δίνει τη δυνατότητα να φτάσουν ως γενικοί διευθυντές, με δηλαδή μηδενική αξιοκρατία στη δημόσια διοίκηση».

Ωστόσο ο κ. Ανδρουλάκης επισημαίνει ότι η αντιπολίτευση δεν αντιδρά. «Γιατί είναι σιωπηλή; Δύο είναι τα σενάρια. Ή δεν ξέρει ή δεν θέλει. Είναι το ίδιο πιθανά και τα δύο από την εμπειρία που ζήσαμε τα πέντε χρόνια που ο κ. Τσίπρας ήταν αγκαλιά με τον κ. Καμμένο. Τα είδαμε, τα ζήσαμε, δεν θα τα ξαναζήσουμε. Και εάν σήμερα η ΝΔ έχει ένα στρατηγικό πλεονέκτημα, παρόλα τα λάθη της, την αβελτηρία, την ατολμία του κ. Μητσοτάκη, είναι γιατί ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας φοβάται την επαναφορά του ΣΥΡΙΖΑ. Εδώ λοιπόν είναι το πεδίο της Δημοκρατικής Παράταξης, να πούμε στον ελληνικό λαό ότι όποιος δεν θέλει αυτό που έχουμε σήμερα, υπάρχει επιλογή.

Και η επιλογή είναι το ΠΑΣΟΚ, η Δημοκρατική Παράταξη, που επανέρχεται δυναμικά στο προσκήνιο την Κυριακή το βράδυ ως πρωταγωνιστής των εξελίξεων, ως υπερασπιστής του δημοσίου συμφέροντος, ως η Παράταξη που αγωνίζεται για κοινωνική αξιοπρέπεια και κοινωνική δικαιοσύνη».

Σχολιάζοντας τις πρακτικές της κυβέρνησης, σημείωσε χαρακτηριστικά ότι πρόκειται για «κυβέρνηση των αρίστων που ακολουθεί τις πρακτικές των ετών Καραμανλή που έσπρωξαν την Ελλάδα στη χρεωκοπία. Αυτή λοιπόν η κυβέρνηση πρέπει να βρει έναν πραγματικό αντίπαλο, έναν αντίπαλο σοσιαλδημοκρατικό, προοδευτικό, με συνέπεια και όραμα. Αυτή είναι λοιπόν η ανάγκη της επόμενης Κυριακής και αυτή την ευκαιρία θέλω να δώσουμε στην παράταξη. Πάρτε την υποψηφιότητά μου στα χέρια σας. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα νέο κόμμα, ένα νέο ΠΑΣΟΚ, που θα αγωνίζεται για το συμφέρον του απλού Έλληνα και θα είναι ασπίδα για τους μη προνομιούχους, τη μεσαία τάξη. Αυτό τον αγώνα θέλω να δώσουμε».

Ειδική μνεία για τα ζητήματα της από-ανθρακοποίησης που αφορούν πρωτίστως την Κοζάνη και την Φλώρινα, αλλά και την Πτολεμαΐδα και τη Μεγαλόπολη, έκανε ο κ. Ανδρουλάκης: «Ο κ. Μητσοτάκης ξεκίνησε την πολιτική απο-ανθρακοποίησης, που συμβαίνει παντού στην Ευρώπη. Κάποιες χώρες όπως η Ισπανία και Πορτογαλία πάνε πιο γρήγορα λόγω του μεγάλο μεριδίου ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ). Χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, όμως, όπως η Γερμανία και η Αυστρία καθυστερούν. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και με τη νέα Γερμανική Κυβέρνηση όπου μετέχουν πλέον και οι Πράσινοι, δηλαδή ένα κόμμα που πιέζει ακόμη περισσότερο για επιτάχυνση ημερομηνιών, ο στόχος τους μεταφέρθηκε από το 2035 στο 2030, όταν περίπου θα ολοκληρωθεί σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη με εξαίρεση την Πολωνία.

«Στην Ελλάδα, όμως υπήρξε μια άλλη επιλογή πιο βίαιη, πιο απότομη από τη μετάβαση που κάνουν άλλα κράτη. Ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε το 2015 τη σιωπηρή απολιγνιτοποίηση, μειώνοντας την παραγωγή στο 50% χωρίς κανένα σχέδιο για την επόμενη μέρα, αφήνοντας πίσω συντρίμμια μιας πρωτοφανούς ύφεσης την οποία βιώνετε στην ενεργειακή καρδιά της χώρας. Η ΝΔ χωρίς κι αυτή να παρουσιάσει κάποιο ειδικό σχέδιο μετάβασης, ανακοίνωσε πλήρες κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων ουσιαστικά ως το 2023, οδηγώντας τις περιοχές σας σε ένα τραγικό αδιέξοδο. Ακόμα και παράταση να πάρει ως το 2025, όπως ακούγεται, ο αγώνας για να πάμε από το 18% της συμμετοχής σε λιγνίτη στο 0% είναι μια μάχη με τον χρόνο. Αυτό έχει συνέπεια και στο ενεργειακό μας μίγμα, καθώς αντί να περάσουμε σε ΑΠΕ, ελλείψει χρόνου και σχεδίου, γινόμαστε μια χώρα που κάνει ένα μεταβατικό καύσιμο, το φυσικό αέριο, να έχει μόνιμο χαρακτήρα», πρόσθεσε.

«Για εμάς ως παράταξη, η απολιγνιτοποίηση δεν σημαίνει αντικατάσταση του λιγνίτη με το φυσικό αέριο, διότι και αυτό είναι ορυκτό καύσιμο, σημαίνει πλήρη απο-ανθρακοποίηση της οικονομίας, μέσω της επέκτασης των ΑΠΕ και την κοινωνικοποίηση, τον εκδημοκρατισμό παραγωγής τους, όπως γίνεται σε όλη την Ευρώπη. Με σταδιακή ομαλή απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων, ώστε να υπάρχει ευστάθεια, βιωσιμότητα όλων των ενεργοβόρων περιοχών και βέβαια ευστάθεια του δικτύου».

Πιο συγκεκριμένα για την αναγκαιότητα εκσυγχρονισμού του δικτύου, ο κ. Ανδρουλάκης μίλησε για «επενδύσεις στο δίκτυο και στην καινοτομία, ώστε να έχουμε γρήγορη και ισόρροπη ανάπτυξη των ΑΠΕ και της αποθήκευσης. Με ολοκληρωμένη πρόταση για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας και σοβαρή πρόβλεψη για τους παραγωγούς και τη μεταποίηση. Δηλαδή, εάν είχαμε ένα καλύτερο δίκτυο θα κάναμε εκατοντάδες ενεργειακές κοινότητες για να στηρίξουμε τον πρωτογενή τομέα, ρίχνοντας το κόστος παραγωγής που είναι το μεγάλο ζήτημα του πρωτογενούς τομέα σήμερα και της μεταποίησης. Θα κάναμε εκατοντάδες χιλιάδες φωτοβολταϊκά στις στέγες ώστε οι φτωχότεροι Έλληνες, όταν θα έρθει η ώρα του μεγάλου άλματος της μετάβασης να μην τους στείλουμε στην ενεργειακή φτώχεια», τόνισε. «Φέτος τον χειμώνα 34% των Ευρωπαίων δεν έχουν δυνατότητα πλήρους θέρμανσης. Γιατί λοιπόν αυτά που βλέπουν άλλα κράτη και ασκούν ομαλές πολιτικές μετάβασης, δεν τα κάνει και η χώρα μας; Ποια συμφέροντα είναι πίσω από αυτές τις πολιτικές; Τι κρύβει ο κ. Μητσοτάκης και τι πρέπει να γίνει;», αναρωτήθηκε ο κ. Ανδρουλάκης.

«Εμείς θέλουμε αυτή η μετάβαση να είναι βιώσιμη για την οικονομία, δίκαιη για την κοινωνία. Αυτή πρέπει να είναι η στρατηγική η Ελλάδα, όπως είναι και η στρατηγική της σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη», επισήμανε, προτείνοντας παράλληλα τη διατήρηση «του ενεργειακού brand name των περιοχών με νέο περιεχόμενο», ως ουσία της ενεργειακής δημοκρατίας. Ξεδιπλώνοντας τον σχεδιασμό του για τον εκδημοκρατισμό της ενεργειακής μετάβασης σε αυτές τις περιοχές, ο κ. Ανδρουλάκης έκανε τέλος λόγο για τη «ρήτρα βιώσιμης μετάβασης για ομαλή και σταδιακή απόσυρση λινγιτικών μονάδων. Διασφάλιση της τηλεθέρμανσης σε όλες τις πόλεις που υπάρχει. Πλήρης ανάπλαση εδαφών και περιβαλλοντική αποκατάσταση των τοπίων. Μετεκπαίδευση και αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού. Σύγχρονες υποδομές, με έμφαση στις πράσινες μεταφορές και στον σιδηρόδρομο. Ολοκληρωμένο αναπτυξιακό σχέδιο με πρωταγωνιστικό ρόλο των τοπικών και περιφερειακών αρχών, στη διαμόρφωση του νέου και της συναίνεσης των τοπικών κοινωνιών».