Συγκροτημένη, ανθρώπινη, ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική -τώρα- προκειμένου η Ευρώπη να αντιμετωπίσει τα αυξημένα μεταναστευτικά ρεύματα τα επόμενα χρόνια, ζήτησε ο Δήμαρχος Αθηναίων, Κώστας Μπακογιάννης, μιλώντας χθες στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης, σε Συνέδριο με θέμα «Αντιμετώπιση της Μεταναστευτικής Πρόκλησης, Ευρωπαϊκές απαντήσεις και υποστήριξη των πόλεων» -σε πάνελ με συνομιλητή τον Αντιπρόεδρο της Ε.Ε. για την προώθηση του Ευρωπαϊκού Τρόπου Ζωής, κ. Μαργαρίτη Σχοινά. Τις παρεμβάσεις τους παρακολούθησαν ακαδημαϊκοί, διπλωμάτες, εκπρόσωποι κρατικών φορέων και της τοπικής αυτοδιοίκησης.

Ο κ. Μπακογιάννης υπογράμμισε ότι η Ε.Ε όχι μόνο αδυνατεί να διαμορφώσει μια κοινή θέση επειδή αναλίσκεται σε «χαμένες εσωτερικές διαμάχες μεταξύ των κυβερνήσεων», αλλά αδυνατεί να συμφωνήσει ακόμη και σε βραχυπρόθεσμα μέτρα.

«Ας είμαστε ρεαλιστές. Μια Ευρώπη χωρίς σύνορα, ανοιχτή με ελεύθερη είσοδο σε όλους, είναι ένα ευγενές αλλά κατά κάποιο τρόπο ουτοπικό ανθρωπιστικό όραμα. Είναι ανέφικτο. Τελεία. Όσο και μια «Ευρώπη φρούριο» με κλειστά κέντρα φιλοξενίας στην ευρωπαϊκή περιφέρεια είναι απολύτως αδιανόητη. Μια Ευρώπη με ισχυρές, δίκαιες και ολοκληρωμένες πολιτικές, ωστόσο, είναι τόσο εφικτή, όσο και απαραίτητη», σημείωσε στην ομιλία του ο Δήμαρχος Αθηναίων.

Όπως ανέφερε, η Ευρώπη «συνεχίζει να επιλέγει τον πολιτικό και γεωγραφικό κατακερματισμό έναντι της ενότητας» και εξαιτίας αυτού η μια αποτυχημένη προσπάθεια διαδέχεται την άλλη «για μια ευρωπαϊκή λύση σε ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα». Χαρακτήρισε, μάλιστα, αναχρονιστικό και παράλογο τον Κανονισμό του Δουβλίνου, ο οποίος ορίζει ότι οι πρόσφυγες και μετανάστες πρέπει να μένουν στη χώρα εισόδου.

Μιλώντας για την Ελλάδα, ο κ. Μπακογιάννης υπενθύμισε ότι μέχρι τον πόλεμο της Ουκρανίας, η χώρα μας -μαζί με την Ιταλία- δέχθηκε τους περισσότερους αιτούντες άσυλο, ωστόσο οι εκκλήσεις της για ουσιαστική αλληλεγγύη και οι προτάσεις για δίκαιο επιμερισμό του βάρους ανάμεσα στα κράτη μέλη της Ε.Ε δεν εισακούστηκαν.

Αναγνώρισε ότι η ενίσχυση των ευρωπαϊκών συνόρων σε χώρες όπως στην Ελλάδα και την Ιταλία και προσφάτως στη Λιθουανία είναι μια πρόοδος και ένα δυνατό μήνυμα σε όσους «κυνικά εργαλειοποιούν τον πόνο και την ταλαιπωρία των συνανθρώπων μας, είτε πρόκειται για την Τουρκία -όπως πριν από μερικά χρόνια- είτε για τη Λευκορωσία, πριν από λίγους μήνες». Εξήγησε, πάντως, ότι αυτό δεν αρκεί.

«Επιτρέψτε μου να είμαι σαφής. Όσα χρήματα κι αν ξοδεύει η Ευρώπη για τα σύνορά της, γιατί σε αυτό συμφωνούν όλοι, αυτό δε μπορεί να αποτελεί άλλοθι ή δικαιολογία για την αδυναμία και την ανικανότητά μας».

Εκτίμησε ότι η τραγωδία του πολέμου στην Ουκρανία σπρώχνει την Ε.Ε ευρύτερα στη μεταρρύθμιση και την αλλαγή και πως μπορεί να μειώσει τον σκεπτικισμό ευρωπαϊκών χωρών που αντιδρούν στις αναγκαίες αλλαγές της μεταναστευτικής πολιτικής της Ε.Ε.

«Ο πόλεμος στην Ουκρανία αλλάζει την οπτική χωρών, που αντιμετώπιζαν τη μετανάστευση με σκεπτικισμό. Η Πολωνία για παράδειγμα, παραδοσιακά σκληροπυρηνική, έχει δεχθεί ένα τεράστιο κύμα Ουκρανών προσφύγων. Πριν από λίγες μέρες, ο φίλος μου, ο δήμαρχος της Βαρσοβίας, ζήτησε από τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε να δημιουργηθεί μια κεντρική πλατφόρμα μετεγκατάστασης εκτοπισμένων Ουκρανών, καθώς ο πληθυσμός της πόλης αυξήθηκε κατά 15%», σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Μπακογιάννης.

«Η αλληλεγγύη, βλέπετε, είναι δρόμος διπλής κατεύθυνσης. Με άλλα λόγια, ο πόλεμος ήδη επιταχύνει αλλαγές στην Ε.Ε. και είμαστε όλοι αναγκασμένοι να προσαρμοστούμε σε νέες πραγματικότητες» ανέφερε.

Ο κ. Μπακογιάννης αναφέρθηκε με ιδιαίτερη έμφαση στο ρόλο των πόλεων, ως του εγγύτερου δημοκρατικού θεσμού στον πολίτη, ως προς τη σχεδίαση των νέων πολιτικών για τη μετανάστευση και το προσφυγικό.

«Τα 2/3 του συνολικού αριθμού των μεταναστών και των προσφύγων στην Ελλάδα, κατοικούν στη μητροπολιτική περιφέρεια Αθηνών. Μπορούν να σχεδιαστούν πολιτικές από “πάνω προς τα κάτω” στα γραφεία, αλλά υλοποιούνται από “κάτω προς τα πάνω”. Στον δρόμο», τόνισε και πρόσθεσε: «Οι πόλεις είναι φυσικά εργαστήρια πολιτικών και καινοτομίας. Δε μιλάμε απλά για τις ανάγκες χαρτογράφησης, τα κενά, τις τάσεις και τις προκλήσεις, αλλά και για την αποτελεσματική παροχή υπηρεσιών».

Ο Δήμαρχος Αθηναίων ανέφερε ότι στόχος και της Αθήνας είναι να γίνει μια «συμπεριληπτική και ανθεκτική» πρωτεύουσα, ώστε «να καλύπτει τις ανάγκες όλων και να επωφελείται από τις δεξιότητες όλων των κατοίκων της».

«Αποτελούμε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, καθώς μεταβαίνουμε τώρα από την υποδοχή στην ένταξη και ταυτόχρονα βαδίζουμε στη μετάβαση από μια ημιμόνιμη κατάσταση διαχείρισης κρίσεων, σε μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες στρατηγικές».

Το Συνέδριο διοργάνωσε το Παγκόσμιο Ινστιτούτο Σπουδών – Σχολή Κοινωνικών Επιστημών και Ινστιτούτο Κοινωνιολογικών Ερευνών “Dusan Sidjansik”.