Απότομος, αντιπαθητικός και φειδωλός, ο πρωθυπουργός της Ολλανδίας Μαρκ Ρούτε έχει πάρει τη σκυτάλη του «κακού» της ΕΕ από τον πρώην υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Ως άτυπος επικεφαλής της ομάδας των Frugal Four (των Τεσσάρων Οικονόμων -Ολλανδία, Δανία, Σουηδία και Αυστρία), καθυστερεί το ευρωπαϊκό πακέτο βοήθειας για την ανάκαμψη των οικονομιών από την πανδημία του κορωνοϊού επειδή επιμένει, κόντρα ακόμη και στη Γερμανία, ότι τα χρήματα δεν πρέπει να δοθούν στα κράτη-μέλη ως επιχορήγηση αλλά ως δάνειο με αυστηρούς όρους για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και επιτήρηση.
Η αδιάλλακτη στάση του Ρούτε θέτει σε κίνδυνο ακόμη και το μέλλον της ΕΕ, η οποία δεν αντέχει πολιτικά να μην ανταποκριθεί σε μια ακόμη κρίση, αυτή του κορωνοϊού. Έχει εξοργίσει τον ευρωπαϊκό Νότο, με πρώτο τον Έλληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Αλλά έχει αναβαθμίσει τη «μεγαλύτερη μικρή χώρα» της ΕΕ, καθώς όλοι σπεύδουν να συναντηθούν με τον Ρούτε μήπως τον μεταπείσουν.
Ο Ολλανδός πρωθυπουργός έχει επίσης πάρει τη σκυτάλη από τη Βρετανία, μετά το Brexit, ως το κράτος-μέλος που ζητεί επίμονα να μειωθεί η οικονομική συμβολή των κρατών-μελών στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό. Γι’ αυτό εκτροχίασε τη συμφωνία για τον νέο προϋπολογισμό της ΕΕ τον Φεβρουάριο – προκαλώντας μάλιστα την αντιπάθεια των υπολοίπων – όταν κατέφθασε στη σύνοδο κορυφής κρατώντας μια βιογραφία του Σοπέν για να μη βαρεθεί, επειδή «δεν υπήρχε τίποτε άλλο να κάνει». Εκνευρισμένη, η Γερμανίδα καγκελάριος Ανγκέλα Μέρκελ χαρακτήρισε «παιδαριώδη» τη συμπεριφορά του.
Ολλανδοί αναλυτές θεωρούν ότι η στάση του Ρούτε ευνοεί τη Γερμανία διότι παίζει τον ρόλο του «κακού» από τα δεξιά, επιτρέποντας στο Βερολίνο να πλασάρεται ως μετριοπαθές και συμβιβαστικό. Στον βρετανικό Τύπο παρομοιάζουν όσα συμβαίνουν σήμερα στην Ολλανδία με εκείνα που έστρωσαν τον δρόμο για το Brexit στη Βρετανία. «Αν οι Ολλανδοί πολιτικοί δεν εξηγούν εδώ και πολύ καιρό πόσο ωφελείται η ολλανδική οικονομία από την κοινή αγορά, είναι πολύ δύσκολο να εξηγήσουν γιατί οι Ολλανδοί πρέπει να δίνουν χρήματα στην ΕΕ» έγραψε ανταποκρίτρια του «Guardian» στις Βρυξέλλες.
Το κυριότερο όμως για το οποίο κατηγορείται ο Ρούτε είναι ότι κάνει εσωτερικά πολιτικά παιχνίδια στις Βρυξέλλες: θέλει να εμφανίζεται σκληρός προς την ΕΕ στο εσωτερικό της Ολλανδίας εν όψει των βουλευτικών εκλογών τον Μάρτιο. Μέχρι στιγμής ανεβαίνει στις δημοσκοπήσεις, ενώ πέφτουν οι ακροδεξιοί αντίπαλοί του. «Υπάρχουν δυνάμεις που καθορίζουν τη μοίρα της ΕΕ για τις οποίες οι Ευρωπαίοι δεν μπορούν να κάνουν και πολλά, όπως η αμερικανική μονομέρεια και η κινεζική αυταρχικότητα. Αλλά το να ενώσουν τους οικονομικούς τους πόρους για να προστατεύσουν τις θέσεις εργασίας, να σώσουν την κοινή αγορά και να διαφυλάξουν το ευρώ είναι εντός των δυνατοτήτων τους, αν μπορέσουν να δουν πέρα από την κοντόφθαλμη εθνική τους ιδιοτέλεια» ανέφερε κύριο άρθρο των «Financial Times», που κατηγορεί ευθέως τον Ρούτε για αναπαραγωγική στάση την οποία θα πληρώσουν όλοι οι Ευρωπαίοι.

Το πιάνο, η θητεία του στη Unilever και ο θάνατος της μητέρας του σε οίκο ευγηρίας

Ο 53χρονος Ρούτε, που επανεξελέγη για τρίτη θητεία στην πρωθυπουργία το 2017, κυβερνά την Ολλανδία από το 2010 και είναι από το 2006 επικεφαλής του Λαϊκού Κόμματος για την Ελευθερία και τη Δημοκρατία (WD), το οποίο έχει δεξιά και νεοφιλελεύθερη ιδεολογία. Στις εκλογές του 2010 οδήγησε στη νίκη το WD, που αναδείχθηκε μεγαλύτερο κόμμα στη Βουλή για πρώτη φορά στην ιστορία του. Ο Ολλανδός πρωθυπουργός γεννήθηκε στη Χάγη, ήθελε να γίνει πιανίστας, αλλά σπούδασε Ιστορία στο Πανεπιστήμιο του Λέιντεν και εντάχθηκε από μικρός στη νεολαία του WD.
Έπιασε δουλειά το 1992 στην ολλανδοβρετανική πολυεθνική Unilever, στο τμήμα ανθρώπινου δυναμικού, και συνέχισε την περίφημη δεκαετή καριέρα του στον ιδιωτικό τομέα (όπως τη διαφημίζει ο ίδιος), αναλαμβάνοντας θέσεις στα τμήματα ανθρώπινου δυναμικού της Unilever και θυγατρικών της. Το 2002 ανέλαβε υπουργός Εργασίας και το 2003 πρωτοεξελέγη βουλευτής. Είναι αμετανόητος εργένης και μέχρι πρόσφατα ζούσε με τη μητέρα του (από τα τέλη της δεκαετίας του ‘80, όταν αυτή χήρεψε). Πριν από ένα-δύο χρόνια την έβαλε σε οίκο ευγηρίας κοντά στο σπίτι του, όπου την επισκεπτόταν συχνά. Δεν μπόρεσε όμως να την αποχαιρετήσει πριν από τον θάνατό της, τον Μάιο, σε ηλικία 96 ετών, επειδή συνέβη στη διάρκεια του lockdown και ο ίδιος, ως πρωθυπουργός, είχε απαγορεύσει από τον Μάρτιο τις επισκέψεις στους οίκους ευγηρίας λόγω της πανδημίας (που έχει στοιχίσει τη ζωή σε σχεδόν 6.200 άτομα στην Ολλανδία).

Το ποδήλατο, τα νεύρα και το τηλέφωνο

Ο Ρούτε έχει ορισμένα αντισυμβατικά στοιχεία. Από τον Σεπτέμβριο του 2008 διδάσκει μία φορά την εβδομάδα Κοινωνικές Επιστήμες σε Λύκειο της Xάγης. Κυκλοφορεί με ποδήλατο στην πόλη και καθαρίζει μόνος του ό,τι λερώνει όπως όταν ρίχνει τον καφέ του. Λέγεται ότι έχει νευρικά ξεσπάσματα, αν και ίδιος το αρνείται υποστηρίζοντας ότι απλώς «βαράει την πόρτα δυο φορές τον χρόνο και μετά την ξανανοίγει, βάζει το κεφάλι του μέσα και ζητεί συγγνώμη». Χρησιμοποιεί ένα παλαιό Nokia για να στέλνει μηνύματα επειδή «τα χοντρά δάχτυλα» τον δυσκολεύουν στη χρήση των smartphones.

Το δώρο στις εταιρείες και η σιωπή για το δουλεμπόριο

Μία από τις πιο αντιδημοφιλείς ενέργειες της κυβέρνησης Ρούτε είναι ότι κατήργησε τον φόρο επί των μερισμάτων, στερώντας από το ολλανδικό κράτος 1,4 δισ. ευρώ τον χρόνο. Το μέτρο αυτό όχι μόνο δεν υπήρχε στις προγραμματικές δηλώσεις κανενός από τα τέσσερα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού, αλλά και αποκαλύφθηκε ότι μεγάλες ολλανδικές εταιρείες, όπως η Unilever και η Shell, έκαναν μυστικά λόμπινγκ στην κυβέρνηση για να το υιοθετήσει.
Η πιο πρόσφατη αμφιλεγόμενη ενέργεια του Ρούτε στην Ολλανδία είναι ότι αρνήθηκε να ζητήσει συγγνώμη για τον ρόλο της χώρας στο δουλεμπόριο των μαύρων, όπως απαίτησε η Βουλή σε συζήτηση για τον θεσμικό ρατσισμό στις αρχές Ιουλίου, αλλά και δύο εταίροι του στον κυβερνητικό συνασπισμό. «Δεν είναι η κατάλληλη στιγμή. Η συγγνώμη κινδυνεύει να πολώσει ακόμη περισσότερο την κοινωνία» δήλωσε ο Ολλανδός πρωθυπουργός.
Της Τάνιας Μποζανίνου από το Βήμα της Κυριακής