Τον 62χρονο δισεκατομμυριούχο Σκοτ Μπέσεντ ανακοίνωσε ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ως τον νέο υπουργό Οικονομικών. Πρόκειται για τον ιδρυτή της εταιρείας επενδύσεων Key Square Group, ενώ προηγουμένος εργαζόταν για το Soros Fund Management, του Τζοορτζ Σόρος. Παράλληλα, είναι ένθερμος υποστηρικτής του πολιτικού ελέγχου από την αμερικανική κεντρική τράπεζα (Fed).

Σύμφωνα με άρθρο του, υποστηρίζει τις φορολογικές μεταρυθμίσεις και την άρση των ρυθμιστικών παρεμβάσεων που είχε ανακοινώσει ο Τραμπ προεκλογικά. Το ράλι στη Γουόλ Στριτ μετά τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές της 5ης Νοεμβρίου, ανέφερε ο Μπέσεντ, καλλιέργησε στους επενδυτές «προσδοκίες για υψηλότερη ανάπτυξη, περιορισμό της αστάθειας και του πληθωρισμού, και μια αναζωογόνηση της οικονομίας για όλους τους Αμερικανούς».

Ο Τραμπ χαρακτήρισε τον Μπέσεντ ως έναν από τους σημαντικότερους διεθνείς επενδυτές και γεωπολιτικούς, οικονομικούς και στρατηγικούς αναλυτές του κόσμου. Πρόσθεσε πως με την δική του υποστήριξη στις οικονομικές πολιτικές, οι ΗΠΑ θα αποκτήσουν μία ανεπτυγμένη οικονομία η οποία θα μπορέσει να κυριαρχήσει παγκοσμίως ενεργειακά.

Το προφίλ του Σκοτ Μπένσετ

Ο 62χρονος Μπέσεντ ζει κυρίως στο Τσάρλεστον της Νότιας Καρολίνας, με τον σύζυγό του και τα δύο παιδιά του. Μεγάλωσε στο Little River της Νότιας Καρολίνας. Εργάστηκε για τον γνωστό short-seller Τζιμ Τσάνος στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στη συνέχεια εντάχθηκε στη Soros Fund Management, τη διάσημη εταιρεία μακροοικονομικών επενδύσεων του δισεκατομμυριούχου Τζορτζ Σόρος.

Ο ίδιος σύντομα βοήθησε τον Σόρος και τον κορυφαίο αναπληρωτή του Στάνλεϊ Τραφενμίλερ στις πιο διάσημες συναλλαγές τους όπως το σορτάρισμα της βρετανικής στερλίνας το 1992 και αποφέροντας στην εταιρεία περισσότερα από 1 δισεκατομμύριο δολάρια. Το 2015, ο Μπέσεντ συγκέντρωσε 4,5 δισεκατομμύρια δολάρια, συμπεριλαμβανομένων 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων από τον Σόρος, για να ιδρύσει την Key Square Group, μια εταιρεία hedge fund που στοιχηματίζει σε μακροοικονομικές τάσεις.

Σε συνέντευξή του στο Bloomberg τον Αύγουστο είχε δηλώσει ότι αποφάσισε να συμμετάσχει στην εκστρατεία του Τραμπ εν μέρει για να επιτεθεί στο αυξανόμενο εθνικό χρέος των ΗΠΑ. Αυτό θα περιελάμβανε περικοπές κυβερνητικών προγραμμάτων και άλλων δαπανών.