Τις «ηρωικές» διαπραγματεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ θυμήθηκε ο κ. Τσακαλώτος αγορεύοντας στη Βουλή επί του νομοσχεδίου για τα εργασιακά. Αλλά δεν τα θυμήθηκε πολύ καλά. Είπε: «Θα μπορούσατε αυτό το νομοσχέδιο να το είχατε φέρει και στο πρώτο μνημόνιο και στο δεύτερο μνημόνιο όπως ζητούσε το ΔΝΤ».

Γράφει η Σοφία Βούλτεψη*

Πράγματι, όλα αυτά που ζητούσε το ΔΝΤ δεν τα έφερε καμιά κυβέρνηση ούτε με το πρώτο, ούτε με το δεύτερο μνημόνιο. (Επομένως, ούτε θα μπορούσαμε, ούτε το πράξαμε).

«Όλα αυτά» – που ουδεμία σχέση έχουν με τα σημερινά – αυτά δηλαδή που υπονοεί ο κ. Τσακαλώτος, δεν χρειάστηκε να τα φέρει κανείς, διότι τα έφερε ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ με το τρίτο μνημόνιο.

«Μας πιέζατε», είπε επίσης, «να το φέρουμε στο τρίτο μνημόνιο καταγγέλλοντάς μας ότι δεν κλείνουμε αξιολογήσεις γιατί είμαστε κολλημένοι με τα δικαιώματα των εργαζομένων».

Καμιά σχέση πάλι με την πραγματικότητα. Η Νέα Δημοκρατία κατήγγειλε τις πολύμηνες δήθεν διαπραγματεύσεις μετά πολλών ηρωικών δηλώσεων του ΣΥΡΙΖΑ, με μοναδικό αποτέλεσμα να υποκύψουν στις γνωστές «υπέρτερες δυνάμεις».

Τα πράγματα – που κάνουν ότι ξεχνούν – έχουν ως εξής:

Τον Απρίλιο του 2017, οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ (να μην ξεχνάμε και το δεύτερο συνθετικό της ολικής καταστροφής) σήμαναν άλλη μία άτακτη υποχώρηση, προκειμένου να κλείσει άλλη μια αξιολόγηση.

Ήταν τότε που – μετά από άλλη μια «περήφανη και σκληρή διαπραγμάτευση» – είχαν δεχθεί προνομοθέτηση μέτρων για το 2019 και το 2020 και μείωση συντάξεων και αφορολογήτου.

Χρειάζονταν τότε μια «νίκη» και την βρήκαν στα εργασιακά. Φυσικά, δεν επρόκειτο περί νίκης, αλλά περί εφαρμογής των συμφωνηθέντων ήδη από το Συμπληρωματικό Μνημόνιο της 16ης Ιουνίου 2016, όταν συμφωνήθηκε να οργανωθεί μια συμβουλευτική διαδικασία από ομάδα ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων που θα εντόπιζε τι πρέπει να εφαρμοστεί στην Ελλάδα.

Πράγματι, η επιτροπή, υπό τον καθηγητή Jan van Ours, λειτούργησε και εξέδωσε πόρισμα το οποίο παρουσιάστηκε τον Σεπτέμβριο του 2016. Από εκεί είχαν προκύψει οι αρχές της επεκτασιμότητας και της ευνοϊκότερης ρύθμισης. Πλην, όμως, όλα είχαν παραπεμφθεί για μετά το τέλος του προγράμματος, δηλαδή για τον Σεπτέμβριο του 2018 – παρά το γεγονός ότι Τσίπρας και λοιποί διακήρυσσαν ότι στα εργασιακά «δεν κάνουμε πίσω» και απαιτούσαν την επιστροφή στην εργασιακή κανονικότητα ΑΜΕΣΑ.

Φυσικά, το «άμεσα» είχε για άλλη μια φορά πάει περίπατο.

Δεν υποχωρούσαν μέχρι να… υποχωρήσουν

Λίγες μόλις μέρες πριν από την άτακτη υποχώρηση, την 1η Απριλίου 2017, η Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ διακήρυσσε: «Δεν υποχωρούμε από τη θέση μας για επαναφορά της εργασιακής κανονικότητας, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, και  ιδίως  από την προσπάθειά μας για την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων».

Στις 25 Μαρτίου 2017, ο κ. Τσίπρας, αφού προηγουμένως είχε απειλήσει να μην υπογράψει τη Ελλάδα το κείμενο για τα 60 χρόνια από την υπογραφή των Συνθηκών της Ρώμης, μετά το τέλος της Διάσκεψης της Ρώμης, δήλωνε: «Είναι γνωστό ότι έθεσα στο επίκεντρο της συζήτησης το κρίσιμο ερώτημα: Αν το κοινωνικό κεκτημένο ισχύει και αν αυτό το κοινωνικό κεκτημένο είναι προσβάσιμο από όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προφανώς η απάντηση που πήρα είναι καταφατική, μένει όμως να δούμε αν η πράξη από τα λόγια θα συνεχίσει να απέχει. Και αυτό θα το δούμε άμεσα» (Και το είδαν: Τους παρέπεμψαν για μετά το τέλος του προγράμματος!).

Είχε προηγηθεί επιστολή του με ανάλογο περιεχόμενο προς τους κυρίους Γιούνκερ και Τουσκ, προεδρεύοντες στη Σύνοδο Κορυφής της Ρώμης.

Στις 16 Μαρτίου 2017, από το βήμα της Βουλής, ο κ. Τσακαλώτος είχε πει: «Με ρωτάνε για παράδειγμα, γιατί επιμένουμε τόσο πολύ στην επιστροφή των συλλογικών συμβάσεων. Η απάντηση είναι νομίζω πολύ σαφής. Γιατί ο κόσμος της εργασίας, και ο πιο φτωχός κόσμος και τα μεσαία στρώματα επλήγησαν πολύ στην κρίση. Χωρίς συλλογικές διαπραγματεύσεις δεν έχουν καμία εγγύηση ότι θα συμμετέχουν στην καμπή της ανάπτυξης και είναι σημαντικό να έχουν τις εγγυήσεις ότι η ανάπτυξη δεν θα είναι για τους λίγους». (Αλλά δέχθηκαν όλα αυτά να συμβούν μετά το τέλος του προγράμματος)

Στις 3 Φεβρουαρίου 2017, η τότε υπουργός Εργασίας κ. Αχτσιόγλου είπε στη Βουλή: «Καμία απόκλιση από τη θέση μας απέναντι στις παράλογες απαιτήσεις του ΔΝΤ για τη νομοθέτηση μέτρων μετά τη λήξη του προγράμματος. Έχουμε υπεραποδόσεις στους στόχους που είχαν τεθεί στη συμφωνία με τους θεσμούς, αποδίδουν και καμία νέα πολιτική για νέα μέτρα δεν θα εφαρμόσουμε. Αυτό προβάλλουμε σε όλους τόνους και σε όλα τα επίπεδα και επιμένουμε».

«Καμιά απόκλιση», αλλά τελικά δέχθηκαν και νομοθέτηση μέτρων για μετά το τέλος του προγράμματος και ρυθμίσεις στα εργασιακά για μετά το τέλος του προγράμματος. Παρά τις δηλώσεις Αχτσιόγλου περί… «αταλάντευτης» θέσης, όπως ξεκαθάριζε στις συναντήσεις της με σωματεία εργαζομένων. Και παρά τις διακηρύξεις της πως το θέμα «αποτελεί για εμάς κεντρικό πολιτικό ζήτημα» και πως «πρέπει να μείνουμε αμετακίνητοι».

Κόκκινες γραμμές στα εργασιακά, πράσινο φως στις περικοπές συντάξεων

Τέτοια έλεγαν όλοι τους επί μήνες για όσο διαρκούσε η «διαπραγμάτευση» για το κλείσιμο της δεύτερης (όπως την αποκαλούσαν για να ξεχωρίσουν τις δικές τους από αυτές της «επάρατης») αξιολόγησης.

«Με βάση αυτές τις αρχές προσερχόμαστε στις διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη αξιολόγηση», έλεγε ο κ. Τσίπρας στις 23 Οκτωβρίου 2016, μιλώντας στην Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ.

Την ίδια ώρα, τους ζητούσαν μείωση συντάξεων και αφορολογήτου, τα οποία προφανώς θεωρούσαν ήσσονος σημασίας. Στην πραγματικότητα, βέβαια, έκρυβαν τα σοβαρά πίσω από μια «μάχη» που δεν υπήρχε στο τραπέζι, αλλά την πρόσθεταν για να παίξουν το παιχνίδι με την καλύβα του Χότζα.

Φώναζαν δηλαδή ότι αιχμή του δόρατος είναι «η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων», ότι «τα εργασιακά αποτελούν θέμα ταυτότητας για εμάς και δεν σκοπεύουμε να κάνουμε υποχωρήσεις» (Κατρούγκαλος, 30 Ιουλίου 2016, «Επένδυση»), για να μην συζητά κανείς για την μείωση των συντάξεων.

Ο δε Σκουρλέτης, στις 4 Ιουνίου 2016, μιλώντας στην «Αγορά», έλεγε: «Το θέμα των εργασιακών σχέσεων είναι κορυφαίο ζήτημα για την κυβέρνηση μας, είναι κάτι παραπάνω από κόκκινη γραμμή».

Τελικά τόσο κόκκινες ήταν οι γραμμές, που και τις συντάξεις μείωσαν και τα εργασιακά παραπέμφθηκαν στις μνημονιακές καλένδες…

Οι άνθρωποι αυτοί έκαναν ότι διαπραγματεύονταν επί έναν σχεδόν χρόνο για να παραστήσουν τους προστάτες των εργασιακών δικαιωμάτων, την ώρα που ετοιμάζονταν να κόψουν τις συντάξεις και να πανηγυρίσουν ότι πέτυχαν κάτι που θα συνέβαινε ούτως ή άλλως όταν θα βγαίναμε από τα μνημόνια.

Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που δια του κ. Τσίπρα (21 Ιουλίου 2013, «Επενδυτής») διακήρυσσαν: «Θα επαναφέρουμε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, όπως ισχύουν σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Επίσης θα επαναφέρουμε τον κατώτατο μισθό εκεί που βρισκόταν το 2009, και θα καταργήσουμε όλους τους νόμους των Μνημονίων που διευκολύνουν τις απολύσεις. Δεν χρειάζεται δημόσιο χρήμα για αυτά»!

Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που στις 2 Οκτωβρίου 2014 κατέθεταν πρόταση νόμου «για την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ και την αποκατάσταση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας».

Με κάτι τέτοια κορόιδεψαν τον κόσμο για να τους ψηφίσει!

Και συνέχισαν τα ίδια και μετά την άνοδό τους στην εξουσία.

Αξέχαστα αυτά που είχε δηλώσει την 1η Απριλίου (πρωταπριλιά, ε;) 2015 ο κ. Σκουρλέτης στο «Μέγκα»: «Η κυβέρνηση είναι έτοιμη να καταργήσει το επόμενο τετράμηνο τη ρήτρα μηδενικού ελλείμματος και να νομοθετήσει για τις συλλογικές συμβάσεις. Το νομοσχέδιο για τις συλλογικές συμβάσεις είναι έτοιμο. Ήδη το έχω στα χέρια μου. Εάν δεν ήταν η αργία του Πάσχα θα το είχαμε ήδη καταθέσει».

Τον είχε εμποδίσει η αργία του Πάσχα του… 2015 τον άνθρωπο!

Και συνέχισαν να κοροϊδεύουν!

Μνημόνιο για τα εργασιακά

Στις 16 Ιουνίου 2016, υπέγραψαν το Συμπληρωματικό Μνημόνιο με το οποίο συμφωνούσαν (σελίδα 25, αγορά εργασίας):

-Οι ελληνικές αρχές δεσμεύονται να υιοθετήσουν τις ευρωπαϊκές καλές πρακτικές

-Απαιτείται εξισορρόπηση μεταξύ ευελιξίας και δικαιοσύνης για εργαζόμενους και εργοδότες, αλλά και να ληφθούν υπόψη τα πολύ υψηλά επίπεδα ανεργίας

-Η κυβέρνηση θα οργανώσει μια συμβουλευτική διαδικασία από ομάδα ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων προκειμένου να αναθεωρηθεί ένας αριθμός υπαρχουσών ρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένων των ομαδικών απολύσεων, του λοκ-άουτ και των συλλογικών διαπραγματεύσεων, λαμβανομένων υπόψη των βέλτιστων πρακτικών διεθνώς και στην Ευρώπη.

-Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2016, οι ελληνικές αρχές θα ευθυγραμμιστούν με τις βέλτιστες πρακτικές στην ΕΕ.

-Κάθε αλλαγή στο υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο θα γίνει μετά από συζήτηση και συμφωνία με τους Θεσμούς. Καμμιά αλλαγή στο ισχύον πλαίσιο όσον αφορά στις συλλογικές διαπραγματεύσεις δεν θα γίνει πριν από την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, συμπεριλαμβανομένου και του άρθρου 103 του Ν 4172/2013

-Οι αλλαγές στην πολιτική της αγοράς εργασίας δεν πρέπει να οδηγήσουν σε πολιτικές του παρελθόντος, που δεν είναι συμβατές με τους σκοπούς της βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη.

-Ο εξορθολογισμός του ισχύοντος εργατικού νόμου θα κωδικοποιηθεί με την ψήφιση ενός Κώδικα Εργατικού Νόμου ως τον Μάρτιο του 2017, με την υποστήριξη της τεχνικής βοήθειας.

Πρώτα υπέγραφαν μετά φώναζαν!

Την ίδια στιγμή που τα υπέγραφαν όλα αυτά, άρχιζαν τα «ηρωικά» ότι δήθεν δεν θα τα τηρούσαν! Διανθισμένα με την ανάλογη κλάψα για την Κομισιόν που «δεν υποστηρίζει το ευρωπαϊκό κεκτημένο απέναντι στο ΔΝΤ. Το οποίο, όπως τον Ιανουάριο του 2017 έλεγε η κ. Αχτσιόγλου, «αποτελεί τροχοπέδη για την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για τα εργασιακά».

Πέρασαν δέκα μήνες κοροϊδεύοντας και όταν τελικά υποχώρησαν, άρχισαν να υποστηρίζουν πως «η συμφωνία για τα εργασιακά βάζει φρένο στις παράλογες απαιτήσεις των δανειστών, κάτι που δεν ήταν καθόλου δεδομένο», όπως πάλι μας έλεγε η κ. Αχτσιόγλου. Προσθέτοντας ότι «αυτό που μπόρεσε να πετύχει η ελληνική πλευρά είναι να σταματήσει την περαιτέρω απορρύθμιση του θεσμικού πλαισίου, καθώς υπήρχαν πολύ έντονες απαιτήσεις, κυρίως, από το ΔΝΤ, για να γίνει αυτή η απορρύθμιση».

Με την διαφορά ότι η δήθεν συμφωνία για τα εργασιακά είχε υπογραφεί τον Ιούνιο του 2016 και όχι τον Απρίλιο του 2017. Και πάντως όλα είχαν μετατεθεί για τον Σεπτέμβριο του 2018, δηλαδή μετά την έξοδο από τα μνημόνια – από τα οποία θα είχαμε βγει από το 2015.

Όπως είπαμε, το θέμα δεν υπήρχε στο τραπέζι! Το έβαζε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για να καλύπτει με συνδικαλιστικές κραυγές τα πραγματικά θέματα.

«Όσο γρηγορότερα λάβει τις αποφάσεις το ΔΝΤ, τόσο εγγύτερα θα βρεθούμε σε μια συμφωνία», έλεγε η κ. Αχτσιόγλου. Διότι «η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να επιβάλει τη νομιμότητα στην αγορά εργασίας». Φυσικά, το ΔΝΤ δεν έκανε πίσω και οι συριζαίοι έπεσαν… ηρωικά.

Λύγισαν και ψήφισαν άλλο ένα μνημόνιο

Και αφού οι άνθρωποι λύγισαν, μετά ψήφισαν άλλο ένα Μεσοπρόθεσμο (το τέταρτο μνημόνιο στην ουσία), όπου στις σελίδες 27 και 28 περιγραφόταν η έννοια του «notification procedure», μια διαδικασία μέσα από την οποία με απλή ειδοποίηση εντός τριών μηνών απελευθερώνονται οι ομαδικές απολύσεις.

Και σα να μην έφθαναν όλα αυτά, τον Ιούλιο του 2017, η μεγάλη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, υπό την προεδρία της κ. Θάνου, με την υπ’ αριθμ. 11/2017 απόφασή της έκρινε συνταγματικό τον νόμο 4046/2012 (δεύτερο μνημόνιο) και την σχετική πράξη του υπουργικού συμβουλίου που καθιέρωσαν τον περιορισμό των εγγυήσεων όσον αφορά στις απολύσεις των εργαζομένων.

Σύμφωνα με την απόφαση, τα νομοθετήματα αυτά αποσκοπούν στην τόνωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και για αυτό έγινε και η μείωση αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα, γιατί «διαφορετικά στερεί την δυνατότητα εξυγίανσης των επιχειρήσεων μέσω της μείωσης του εργασιακού κόστους»…

Τον Μάιο του 2019, με άλλο νομοσχέδιο, θεσμοθετήθηκε ο περίφημος «βάσιμος λόγος» για την απόλυση, που παρουσιάστηκε ως άλλη μια νίκη του εργατικού κινήματος, ενώ στην πραγματικότητα στοχοποιούσε τους εργαζόμενους και τους έκλεινε τις πόρτες για επόμενες δουλειές.

Υπερωρίες στο ζενίθ

Και δεν είναι μόνο αυτά. Έχουμε και λέμε:

Νόμος 4354/2015, άρθρο 20 (ο νόμος με τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ έφερε τα ξένα funds και ενώ δεν είχε καταργήσει τον από τριακονταετίας ισχύοντα νόμο για την διευθέτηση της εργασίας):

Α. Αποζημίωση για εργασία καθ΄ υπέρβαση του υποχρεωτικού ωραρίου.

  1. Η καθιέρωση με αποζημίωση εργασίας καθ΄ υπέρβαση του υποχρεωτικού ωραρίου των υπαλλήλων, επιτρέπεται μόνο για την αντιμετώπιση εποχικών, έκτακτων ή επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών.

Η υπερωριακή απασχόληση του προσωπικού εγκρίνεται με απόφαση του καθ΄ ύλην αρμόδιου Υπουργού, στην οποία αναφέρονται σαφή και συγκεκριμένα στοιχεία που δικαιολογούν την ανωτέρω υπερωριακή εργασία. Στην εν λόγω απόφαση δεν απαιτείται η σύμπραξη του Υπουργού Οικονομικών, όπως προβλέπεται από τις ρυθμίσεις της παρ. 3 του άρθρου 77 του Ν. 4270/2014 (Α΄ 143).

  1. Οι ώρες της απασχόλησης καθ΄ υπέρβαση του υποχρεωτικού ωραρίου ορίζονται ανά εξάμηνο, χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα αυξομείωσης μεταξύ των δύο (2) εξαμήνων μέσα στο έτος, ως εξής:

α. Απογευματινή υπερωριακή εργασία

Για απογευματινή υπερωριακή εργασία μέχρι εκατόν είκοσι (120) ανά υπάλληλο.

Για τα πληρώματα ασθενοφόρων του Ε.Κ.Α.Β. οι ως άνω ώρες ορίζονται μέχρι διακόσιες (200) ανά υπάλληλο.

β. Υπερωριακή εργασία κατά τις νυχτερινές ώρες ή κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες.

Για υπερωριακή εργασία κατά τις νυχτερινές ώρες ή κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες, για υπαλλήλους που ανήκουν σε υπηρεσίες που λειτουργούν, βάσει νόμου είτε όλες τις ημέρες του μήνα είτε σε δωδεκάωρη ή εικοσιτετράωρη βάση, μέχρι ενενήντα έξι (96) ώρες για τις νυκτερινές και μέχρι ενενήντα έξι (96) ώρες για τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες, ανά υπάλληλο.

Για το προσωπικό των Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού που ανήκει σε υπηρεσίες καθαριότητας, οι οποίες λειτουργούν, βάσει νόμου, σε εικοσιτετράωρη βάση, οι ως άνω ώρες ορίζονται μέχρι εκατόν ογδόντα (180) αντίστοιχα ανά υπάλληλο.

Δηλαδή οι επιτρεπόμενες υπερωρίες επί ΣΥΡΙΖΑ ήταν 120, 180, ακόμη και 200 για τα πληρώματα των ασθενοφόρων!

Απελευθέρωση απολύσεων

Νόμος 4472/2017 (αυτός που ακολούθησε την δεκάμηνη ηρωική διαπραγμάτευση για τα εργασιακά και κατέληξε, μεταξύ άλλων, να επιβάλει τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς και να προσφέρει στα ξένα funds και την διαχείριση των ακινήτων (εκτός από χρέη), μαζί με την ασυλία στα στελέχη των τραπεζών που προχωρούν σε αναδιάρθρωση χρεών):

Με αυτόν τον νόμο καταργήθηκε η διαδικασία προέγκρισης των απολύσεων από το υπουργείο Εργασίας και προβλέφθηκε μόνο διαδικασία γνωστοποίησης των απολύσεων στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας. Ουσιαστικά δηλαδή απελευθερώθηκαν οι ομαδικές απολύσεις. Όπως ακριβώς είχε προτείνει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο! Στην ουσία δημιουργήθηκε μια αμιγής διαδικασία «γνωστοποίησης» της βούλησης του εργοδότη για ομαδικές απολύσεις, η οποία δεν μπορεί από πλευράς κράτους να ανασχεθεί. Αυτό άλλωστε είχε ισχυριστεί η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων στη Βουλή: Ότι ουσιαστικά απελευθερώνονται οι ομαδικές απολύσεις, ενώ με το άρθρο 20 για κήρυξη απεργίας υπάρχει έμμεση καθιέρωση της ανταπεργίας (λοκ άουτ).

Νόμος 4512/2018 (αυτός με τον οποίο επισπεύσθηκαν οι πλειστηριασμοί):

Ορίστηκε ειδική απαρτία κατά τις γενικές συνελεύσεις πρωτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων, προκειμένου να λάβει χώρα η συζήτηση και να ληφθεί απόφαση για την κήρυξη απεργίας. Συγκεκριμένα, προβλέπεται η παρουσία τουλάχιστον του ενός δευτέρου (½) των οικονομικά τακτοποιημένων μελών της συνδικαλιστικής οργάνωσης.

Κατά τα λοιπά, ο ΣΥΡΙΖΑ διαρρηγνύει τα ιμάτιά του και συνεχίζει να παριστάνει τον  προστάτη των εργαζομένων…

Διαδήλωναν κατά του εαυτού τους!

Λογικό! Εδώ τον Δεκέμβριο του 2016, το Τμήμα Εργατικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ καλούσε σε συμμετοχή στην απεργία της 8ης Δεκεμβρίου 2016! Όπως ανέφεραν…

«Η συμμετοχή όλων μας στην απεργία και τις κινητοποιήσεις απέναντι στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που ισοπεδώνουν τα εργασιακά δικαιώματα θα είναι η απάντηση του κόσμου της εργασίας και ολόκληρης της κοινωνίας στην προσπάθεια των δανειστών – και ιδιαίτερα του ΔΝΤ – να επιβάλουν τη συνέχιση των πολιτικών πλήρους απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων.

Συγχρόνως θα είναι η απάντηση και στην “τρόικα εσωτερικού”, τα εγχώρια συμφέροντα και τους πολιτικούς υποστηρικτές τους, σε όλους αυτούς που φανερά ή κρυφά στηρίζουν τις καταστροφικές για την εργασία και την κοινωνία ακραία νεοφιλελεύθερες συνταγές προκειμένου να αυξηθεί η κερδοφορία των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων».

Δηλαδή, διαδήλωναν κατά του εαυτού τους, αλλά έλεγαν ότι διαδηλώνουν κατά του ΔΝΤ και της αντιπολίτευσης!


*Βουλευτής Β3 Νοτίου Τομέα Αθηνών, υφυπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, δημοσιογράφος