Μέσο διάδοσης ειδήσεων, φορέας απόψεων και διακινητής ιδεών ο τύπος αποτελεί σε κάθε εποχή αποτύπωμα αλλά και δείκτη ποικίλων πτυχών της κοινωνίας. Με δεδομένη την αξιοποίηση και συμβολή του προεπαναστατικού ελληνικού τύπου στην ιδεολογική προετοιμασία του Αγώνα, ήταν αναμενόμενο η ανάπτυξη τυπογραφείων στην επαναστατημένη Ελλάδα να θεωρηθεί επιτακτική. Ήδη από τις πρώτες μέρες της επανάστασης οι ηγέτες της δραστηριοποιήθηκαν άμεσα και ποικιλότροπα στην κατεύθυνση αυτή. Ορόσημο στην ιστορία του ελληνικού επαναστατικού τύπου υπήρξε η έναρξη έκδοσης της πρώτης έντυπης ελληνικής εφημερίδας στην Καλαμάτα, την 1η Αυγούστου 1821, με τον τίτλο Σάλπιγξ Ελληνική. Ο βίος της εφημερίδας υπήρξε σύντομος, καθώς εκδόθηκαν μόνο τρία φύλλα (αρ.φ.1/1.8.1821, αρ.φ.2/5.8.1821, αρ.φ.3/20.8.1821). Η ιστορία της όμως είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα τόσο για τους στόχους που έθετε, όσο και για τα πρόσωπα που ενεπλάκησαν στο πρώτο αυτό εκδοτικό εγχείρημα.

Στο μονόφυλλο Ανακήρυξις που προτάσσεται του πρώτου φύλλου (Εν Καλαμάτα, Α’ έτει της ελευθερίας, 1821) καταγράφεται η επιθυμία των επαναστατών για έκδοση εφημερίδας, αιτιολογείται η αναγκαιότητά της, διακηρύσσονται οι αρχές της και δίνονται λεπτομέρειες για την κυκλοφορίας της.

Πρώτος λόγος για την έκδοση αναφέρεται η ενημέρωση για τις πολεμικές εξελίξεις που θεωρείται παράλληλα μέσο εξασφάλισης ενότητας, καθώς το «αγωνιζόμενο γένος θέλει να βλέπη και διά του τύπου τους αγώνας του κηρυττομένους, τας αρετάς των καλών δημοσίως επαινουμένας, και τας κακίας των κακών εξελεγχομένας, εις αποφυγήν και μίμησιν θέλει να μανθάνη τα ανά πάσα επαρχίαν γινόμενα, και ούτω να βάλλωνται όλα τα μέρη του εις συνάφειαν». Ταυτόχρονα όμως η εφημερίδα έρχεται να καλύψει την ανάγκη να γίνονται γνωστές στους Ελληνες οι θέσεις που διατυπώνονται στο εξωτερικό για τον αγώνα τους, αφού πια «τα ξένα έθνη έγιναν περίεργα εις τα πράγματά μας, και συχνότατα γράφουν περί ημών, κρίνουν και επικρίνουν, επαινούν και κατηγορούν».

Στο ίδιο σύντομο κείμενο δίνεται και το στίγμα των προθέσεων της εφημερίδας, που δεσμεύεται για την αντικειμενικότητά της και την εγκυρότητα των καταγραφόμενων ειδήσεων. Αναμφίβολα οι θέσεις αυτές αποκαλύπτουν τις αρχές τις οποίες σταθερά υπερασπίστηκε σε όλη την πορεία του ο «επιστάτης και εκδότης» της, ο λόγιος κληρικός Θεόκλητος Φαρμακίδης, ένας από τους κορυφαίους εκπροσώπους του νεοελληνικού Διαφωτισμού.

Η εφημερίδα προβλεπόταν να είναι τετρασέλιδη και να κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα. Το κόστος της οριζόταν σε 50 γρόσια και προβλέπονταν ετήσιες και εξαμηνιαίες συνδρομές εσωτερικού και εξωτερικού. Τέλος, ομογενείς προσκαλούνταν να συμβάλλουν με δημοσιεύσεις και ενημερώσεις τους στον εμπλουτισμό της ύλης.

Η Ελληνική Σάλπιγξ τυπώθηκε στο μικρό τυπογραφείο που είχε μεταφέρει ο Δημήτριος Υψηλάντης, όταν ως εκπρόσωπος «της Ανωτάτης Αρχής» έφτασε από την Τεργέστη στην Ύδρα. Μετά από διαδοχικές αλλαγές έδρας το μοναδικό «Εθνικόν» τυπογραφείο εγκαταστάθηκε στην Καλαμάτα και την οργάνωσή του ανέλαβε ο Κωνσταντίνος Τόμπρας, σημαντικός τυπογράφος από τις Κυδωνιές.

Στα τρία φύλλα που κυκλοφόρησαν δημοσιεύτηκαν ειδήσεις και νέα πολεμικά αλλά και παραινέσεις ή προτροπές, συνολικά στους Ελληνες ή σε κατοίκους συγκεκριμένων περιοχών, με σκοπό την ενδυνάμωση του επαναστατικού φρονήματος και την διασφάλιση της ενότητας μεταξύ τους. Ξεχωριστή θέση στο ξεκίνημα της εφημερίδας είχαν και δύο εμβληματικά κείμενα του Αγώνα: στο πρώτο και δεύτερο φύλλο δημοσιεύθηκε η επαναστατική προκήρυξη «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος» που εξέδωσε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης στις 24.2.1821 στο Ιάσιο, σηματοδοτώντας την έναρξη της επανάστασης στις παραδουνάβιες ηγεμονίες. Αντίστοιχα στο τρίτο φύλλο καταχωρήθηκε η «Προειδοποίησή προς τας ευρωπαϊκός Αυλάς εκ μέρους του φιλογενούς στρατηγού των Σπαρτιατικών στρατευμάτων Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, και της Μεσσηνιακής Συγκλήτου» με την οποία γνωστοποιούσαν την απόφαση των Πελοποννησίων να πολεμήσουν για την ελευθερία και ζητούσαν τη συνδρομή των «εξευγενισμένων ευρωπαϊκών γενών».

Παρά το δυναμικό ξεκίνημά της η εφημερίδα είχε άδοξο τέλος. Η διαφωνία ανάμεσα στον Δημήτριο Υψηλάντη, που λόγω της ιδιότητάς του διεκδικούσε τον έλεγχο στην ύλη της εφημερίδας, και τον Θεόκλητο Φαρμακίδη, που αντιστεκόταν σε κάθε είδους παρέμβαση, οδήγησε σε πρόωρη διακοπή της έκδοσης.

Τα τρία φύλλα της εφημερίδας διασώζονται σήμερα μόνο στη Βιβλιοθήκη της Βουλής αποτελώντας κυριολεκτικά μοναδικά, πολύτιμα τεκμήρια των Ειδικών Συλλογών της.


ΑΝΤΖΕΛΑ ΚΑΡΑΠΑΝΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ-ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ, ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙΣΤΥΛΙΟΥ, ΤΕΥΧΟΣ 016