Η εκλογή αρχηγού στο ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ ολοκλήρωσε (εκτός συγκλονιστικού απροόπτου) το βασικό παζλ των επόμενων εκλογών.

1. Θα γίνουν με απλή αναλογική.

2. Αν δεν προκόψει κυβερνητική πλειοψηφία θα ακολουθήσουν νέες εκλογές με ενισχυμένη αναλογική.

3. Των τριών παρατάξεων θα ηγηθούν οι Κυρ. Μητσοτάκης, Αλ. Τσίπρας και Ν. Ανδρουλάκης.

4. Οι εκλογές θα γίνουν το αργότερο τον Ιούλιο 2023 – όταν ολοκληρωθεί η συνταγματική θητεία της σημερινής Βουλής.

Από τα τέσσερα στοιχεία του παζλ το μόνο που παραμένει μετέωρο είναι ο ακριβής χρόνος των εκλογών. Ο Ιούλιος 2023 είναι το απώτατο όριο. Στο χέρι του Μητσοτάκη είναι να γίνουν νωρίτερα. Η συνέχεια επί της οθόνης.

Η εκλογή του Ανδρουλάκη ξεκίνησε με καλούς οιωνούς. Και ως προς το εύρος της επικράτησης και ως προς τη στόχευση που εκφράζει.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο ακροδεξιός και ακροαριστερός Τύπος τον υποδέχτηκε σχεδόν με αποστροφή. Η «Δημοκρατία» και η «Εφημερίδα των Συντακτών» φόρεσαν πλερέζες.

Κι αυτό είναι σαφώς υπέρ του Ανδρουλάκη. Οταν δεν σε θέλουν οι εχθροί σου είσαι η καλύτερη λύση για τους φίλους σου.

Αλλά στην πολιτική κανείς ποτέ δεν έκανε καριέρα με οιωνούς. Χρειάζονται και άλλα.

Καταρχήν η εκλογή στο ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ προσδιόρισε ότι η μάχη των επόμενων εκλογών θα δοθεί στο Κέντρο.

■ Η ΝΔ δεν ενδιαφέρεται να συμπράξει με το ΚΙΝΑΛ ή με κάποιον άλλο ούτε μετά την πρώτη, ούτε μετά τη δεύτερη εκλογή.
■ Το ΚΙΝΑΛ (μετά τη συντριπτική αποδοκιμασία της «προοδευτικής διακυβέρνησης» στις εσωκομματικές κάλπες) δεν ενδιαφέρεται να συμπράξει με τον ΣΥΡΙΖΑ.
■ Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει κανέναν για να συμπράξει.

Συνεπώς και οι τρεις θα δώσουν αυτόνομα και αυτοτελώς τη μάχη του Κέντρου. Κι ό,τι βρέξει, ας κατεβάσει. Λογικό και αναμενόμενο.

Κατά καιρούς περιφέρεται από διάφορους καλοθελητές κάποια (πραγματική ή υποτιθέμενη) ρήση του Ανδρέα Παπανδρέου σύμφωνα με την οποία «η Δεξιά είναι ο ιστορικός μας αντίπαλος, η Αριστερά ο εν δυνάμει σύμμαχός μας» («Εφ. Συντ.», 14/12).

Δεν καταλαβαίνω τι πάει να πει, δεν ξέρω αν το είπε ο μακαρίτης, ούτε σε ποιες περιστάσεις το διατύπωσε, αλλά ακόμη κι αν είπε κάτι συναφές ουδέποτε ο Παπανδρέου συμμάχησε με την Αριστερά. Ακόμη κι οι αυτοδιοικητικές ή συνδικαλιστικές συνεργασίες εξανεμίστηκαν μετά το 1985.

Συνεπώς τα περί μονόδρομου των συμμαχιών ή περί ενιαίας παράταξης από το ΠΑΣΟΚ και τον Πολάκη έως τον ΑΝΤΑΡΣΥΑ (!) είναι κάτι ανάμεσα σε παράκρουση και παπατζιλίκι.

Αλλά το παπατζιλίκι δεν είναι πολιτική. Κι όπως είναι απολύτως λογικό, πολιτική δεν κάνεις «με του βοηθού το χέρι». Κατεβαίνεις στο γήπεδο της δημοκρατίας και είτε χάνεις, είτε κερδίζεις μόνος σου.

Αυτό θα γίνει και στις επόμενες εκλογές.

Στη μάχη του κέντρου που προδιαγράφεται φυσικά υπάρχουν μερικά δεδομένα.

■ Πρώτον, ο Μητσοτάκης έχει το πλεονέκτημα του μεγέθους, την προίκα της εξουσίας αλλά και το γεγονός ότι είναι κεντρώος ο ίδιος ή έστω έτσι τον αντιλαμβάνεται η μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού λαού.
■ Δεύτερον, ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει μια πολιτισμική και ιδιοσυγκρασιακή δυσκολία να προσεγγίσει το κεντρώο κοινό ή τον μεσαίο χώρο. Δεν έχει σημεία επαφής και αν διαβάσει κανείς τον Τσακαλώτο ούτε θέλει να αποκτήσει («Στο Κόκκινο Σακίδιο. Πολιτικό ημερολόγιο και άλλα κείμενα», Πόλις, 2021). Ο αρχηγός του άλλωστε έχει εντελώς αντί-κεντρώο προφίλ και δύσκολα θα το αλλάξει έως τις εκλογές, ακόμη κι αν το επιδιώξει.
■ Τρίτον, ο Ανδρουλάκης αντιθέτως δεν έχει ακόμη κανένα σαφές προφίλ. Λογικό, ούτε μια εβδομάδα αρχηγός δεν είναι. Θα χρειαστεί χρόνο ο ελληνικός λαός για να τον γνωρίσει, να τον ζυγίσει και να τον κατατάξει.

Με τον Μητσοτάκη ενδεχομένως δεν έχει πρόβλημα προσδιορισμού. Είναι θεωρητικά αντίπαλοι. Στην πραγματικότητα έχουν άλλα μαγαζιά κι απευθύνονται σε διαφορετικά ακροατήρια.

Ο Πρωθυπουργός ανασυγκρότησε την παράταξή του κι όπως φαίνεται την έχει επαναφέρει σε μεγέθη της τάξης του 40%.

Το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ αντιμετωπίζει ακόμη σοβαρό πρόβλημα μεγέθους – και είναι ίσως το σημαντικότερο πρόβλημά του…

Με τον Τσίπρα τα πράγματα είναι πιο μπερδεμένα. Καλώς ή κακώς, αυτός είναι ο βασικός φορέας της «αριστερής ρητορικής» σήμερα στην Ελλάδα.

Το ερώτημα είναι λοιπόν σε ποιο γήπεδο θα τον αντιμετωπίσει ο Ανδρουλάκης.

Η σωστή απάντηση είναι «σε εκείνο που θα τον κερδίσει». Αν φυσικά μπορέσει να τον κερδίσει.

Προς το παρόν πάντως ο νέος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ οχυρώνεται πίσω από τη γενική επίκληση της σοσιαλδημοκρατίας. Μόνο που:

■ η Ελλάδα έχει πολύ ισχνή σοσιαλδημοκρατική παράδοση.
■ η χώρα δεν διαθέτει πλέον ούτε σοβαρό συνδικαλισμό, ο οποίος αποτελεί παραδοσιακά τη ραχοκοκαλιά της σοσιαλδημοκρατίας. Την περασμένη Κυριακή, ο πρόεδρος της μεγαλύτερης συνδικαλιστικής οργάνωσης χτυπούσε παλαμάκια στον Παπανδρέου που χόρευε ζεϊμπέκικο σε ψαροταβέρνα!
■ η ίδια η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία έχει εξελιχθεί σε απροσδιόριστο είδος. Κάτι σαν ισπανικό πανδοχείο όπου ο καθένας βρίσκει ό,τι κουβάλησε μαζί του.

Ενδεχομένως η αναφορά στη σοσιαλδημοκρατία θα επιτρέψει στον νέο πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ να κερδίσει χρόνο χωρίς εσωκομματικές γκρίνιες. Αλλά δεν θα του λύσει το πρόβλημα.

Καλώς ή κακώς, οι πολιτικές ταυτότητες δεν εξαγγέλλονται. Είτε κληροδοτούνται από την Ιστορία, είτε διαμορφώνονται στον πολιτικό στίβο. Αλλοτε με μπράβο και χειροκροτήματα, άλλοτε με γιούχα κι αποδοκιμασίες.

Ο κίνδυνος λοιπόν του Ανδρουλάκη θα είναι να αποδειχτεί ντεμέκ κεντρώος (απέναντι στον Μητσοτάκη) και ντεμέκ αριστερός (απέναντι στον Τσίπρα). Κανείς δεν του το εύχεται.

Το άρθρο δημοσιεύεται στα Νέα