Βασική πολιτική της κυβέρνησης είναι η στήριξη των οικονομικά ευάλωτων: τη δέσμευση αυτή υπογράμμισε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, σε συνέντευξή του στο ραδιοφωνικό σταθμό “Alpha Radio 989”, ενώ για τα πολιτικά διεμήνυσε ότι «η χώρα χρειάζεται ισχυρή, σταθερή διακυβέρνηση», εξαπολύοντας συγχρόνως επίθεση κατά του προέδρου του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής Νίκου Ανδρουλάκη για απουσία επιθυμίας σε θεσμικές συνεργασίες.

Ξεκινώντας από το τελευταίο, αναλυτικά, «έχουμε θεσμική στάση, ο πρωθυπουργός έχει πει σε όλους τους τόνους ότι οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της κυβερνητικής θητείας – γιατί αυτό προβλέπει το Σύνταγμα – και θα γίνουν με το εκλογικό σύστημα που έχει ήδη ψηφιστεί. Και, εφόσον ο ελληνικός λαός επιλέξει να μην υπάρξει αυτοδύναμη κυβέρνηση – το οποίο κατά την άποψή μας είναι αναγκαίο για να διασφαλιστεί η κυβερνητική σταθερότητα πάνω από όλα – τότε δεν αποκλείεται επί της αρχής η Νέα Δημοκρατία να αναζητήσει πολιτικές συμμαχίες, όπως προβλέπει και το Σύνταγμά μας».

Πάντως θέση της Νέας Δημοκρατίας είναι ότι «υπό τις συνθήκες πολλαπλών κρίσεων είναι αναγκαίο να υπάρχει μια κυβέρνηση η οποία να είναι σθεναρή, ισχυρή. Από εκεί και πέρα αν η επιλογή του εκλογικού σώματος είναι διαφορετική, υπάρχουν οι δημοκρατικές διέξοδοι για να αναζητηθούν οι συμμαχίες».

Επικαλέστηκε δε, και την εμπειρία της προηγούμενης διακυβέρνησης, την οποία χαρακτήρισε «ετερόκλητη», επιπλέον στηριζόταν σε «εντελώς ασυνάρτητα πολιτικά χαρακτηριστικά» -και όλα αυτά «οδήγησαν σε πολύ μεγάλη κρίση τη χώρα. Η εμπειρία αυτή πρέπει να είναι οδηγός μας στην επιλογή μιας κυβέρνησης που θα μπορεί να λαμβάνει γρήγορες αποφάσεις προς όφελος του ελληνικού λαού».

Ιστορικά, εξάλλου, έχει αποδειχθεί ότι «οι πολιτικές συμμαχίες είναι δύσκολες στην Ελλάδα επειδή πάντοτε υπάρχει ένα αρκετά πολωτικό κλίμα που εμποδίζει τις δημιουργικές συνεργασίες στη βάση προγραμματικών συμφωνιών», ήταν μια γενική παρατήρηση του υπουργού Επικρατείας, που διευκρίνισε πάντως ότι κάθε πολιτική συμμαχία έχει τα δικά της χαρακτηριστικά: «δεν μπορούμε να συγκρίνουμε τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ που δεν τους ένωνε κανένα απολύτως ιδεολογικό χαρακτηριστικό με άλλες κυβερνήσεις που είχαν περισσότερο συγγενή πολιτικά χαρακτηριστικά», όπως επίσης άλλο είναι μια κυβέρνηση που έχει κοινά ιδεολογικά χαρακτηριστικά και άλλο μια κυβέρνηση ειδικού σκοπού.

Στο σημείο αυτό επέκρινε τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής λέγοντας: «Φαίνεται ότι ο κ. Ανδρουλάκης δεν έχει καμία διάθεση να μπει σε μια τέτοιου τύπου λογική θεσμικών συνεργασιών. Ο ίδιος δήλωσε ότι η συνεργασία θα μπορεί να κινηθεί μόνο σε μια σοσιαλδημοκρατική βάση. Αυτό δημιουργεί ήδη πολύ σοβαρά πολιτικά στεγανά, δεν είναι μια ανοιχτή προσέγγιση. Στην παρούσα φάση, αυτό που πρέπει να κρατήσουμε είναι ότι η χώρα χρειάζεται ισχυρή, σταθερή διακυβέρνηση».

Δυνατότητα σημειακών παρεμβάσεων

Στα οικονομικά και ερωτηθείς για το συμπληρωματικό προϋπολογισμό, ο υπουργός Επικρατείας υπογράμμισε ότι «θα πρέπει να υπάρχει, ανά πάσα στιγμή, η δυνατότητα στην κυβέρνηση να ενισχύσει οικονομικά τους ευάλωτους συμπολίτες μας, οι οποίοι πλήττονται από τον εισαγόμενο πληθωρισμό, κυρίως από τις αυξήσεις στην ενέργεια. Για το λόγο αυτό υπήρξε η μεταφορά 2,6 δισ. ευρώ».

Επικαλούμενος εξάλλου τα ταμειακά διαθέσιμα – «τα οποία προκύπτουν από την καλή εκτέλεση του προϋπολογισμού το 2021 και από τα θετικά έσοδα του α’ τριμήνου του 2022, είχαμε δηλαδή περισσότερα έσοδα από εκείνα που εκτιμήσαμε» – εξήγησε με ποιο τρόπο έχει δημιουργηθεί αυτή η έξτρα δυνατότητα χρηματοδότησης -και για το λόγο αυτό «μπορούμε να έχουμε μια σχετική άνεση».

Από την άλλη, συμπλήρωσε, «θα πρέπει πάντοτε να έχουμε μια προσεκτική δημοσιονομική πολιτική, κάτι που χτίσαμε με πολύ κόπο, δηλαδή δημοσιονομική σταθερότητα και αξιοπιστία. Δεν πρέπει να τεθεί σε διακύβευση και για το λόγο αυτό, μετρημένα, στοχευμένα θα ενισχύουμε εκείνους που έχουν ανάγκη».

Τούτων δοθέντων, «η κυβέρνηση δεν υιοθετεί μέτρα, τα οποία έχουν καθολικό, οριζόντιο χαρακτήρα, δηλαδή δεν είμαστε της άποψης ότι πρέπει να πάμε σε γενική μείωση στον ΦΠΑ» -κι αυτό για δύο λόγους. Ο πρώτος ότι «δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι μια τέτοια μείωση θα μετακυλισθεί και στους καταναλωτές». Ο δεύτερος ότι «κάθε καθολική, οριζόντια μείωση ουσιαστικά ευνοεί ισόρροπα όλους, κι εκείνους οι οποίοι έχουν δυνατότητα και κάνουν μεγάλη κατανάλωση, κι εκείνους που βρίσκονται σε πολύ δυσχερή θέση, με μικρή κατανάλωση. Εμείς έχουμε ως βασική πολιτική να επιλέγουμε να στηρίζουμε κυρίως εκείνους που είναι ευάλωτοι. Με σίγουρα εργαλεία και στο μέτρο των δημοσιονομικών μας δυνατοτήτων. Υπάρχει στο οπλοστάσιό μας η δυνατότητα σημειακών παρεμβάσεων, ακόμη και στον ΦΠΑ, αλλά μην περιμένουμε ότι θα υπάρχουν καθολικές μειώσεις σε τέτοιου τύπου έμμεσους φόρους», ξεκαθάρισε.

Στο πλευρό των ευάλωτων συμπολιτών

Στο ζήτημα της ενέργειας, τόνισε πως «υπάρχει μια συγκροτημένη πολιτική, εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης, σε ό,τι αφορά και την ασφάλεια των αποθεμάτων ενώ πάντοτε υπάρχει κι ένα δευτερογενές σχέδιο, αν υπάρξει πολύ μεγάλη κρίση. Σε ό,τι αφορά τον εφοδιασμό, έχουν ήδη υπάρξει πολύ σημαντικές παρεμβάσεις, έχουμε αυξήσει την εισαγωγή υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), έτσι ώστε να έχουμε μεγαλύτερα αποθέματα. Από την άλλη πλευρά, θα υπάρξει μια παράταση της λειτουργίας συγκεκριμένων λιγνιτικών μονάδων έτσι ώστε να μπορεί να διασφαλιστεί η αναγκαία παραγωγή. Και δουλεύουμε ώστε να υπάρξει μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα η ασφάλεια των ενεργειακών αποθεμάτων μέσω των δικτύων ηλεκτροδότησης και μέσω της μελέτης για αγωγούς», ανέφερε ο Γ. Γεραπετρίτης διαβεβαιώνοντας στο σημείο αυτό τους Έλληνες πολίτες ότι «δεν πρόκειται να υπάρξει ζήτημα επάρκειας, ασφάλειας των ενεργειακών αποθεμάτων και θα κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας έτσι ώστε να υπάρξει μια, αν μη τι άλλο, ισόρροπη τιμή», όπως και ότι «θα σταθούμε στο πλευρό των ευάλωτων συμπολιτών μας, αυτό είναι το σίγουρο».

Δεν αλλάζει το σχέδιο απολιγνιτοποίησης

Ο λιγνίτης δεν είναι ένα φθηνό καύσιμο, είπε ακόμη εξηγώντας ότι «όσο περισσότερο λιγνίτη βγάζουμε, τόσο περισσότερο η χώρα πληρώνει το αντίστοιχο τέλος για τους ρύπους». Επιπροσθέτως, ο λιγνίτης προκαλεί «πολύ σημαντικά δευτερογενή περιβαλλοντικά προβλήματα, κάποια στιγμή πρέπει να έχουμε τη συνείδηση ότι σε αυτόν τον πλανήτη δεν είναι μόνο η παρούσα γενεά, είναι και οι επόμενες γενιές. Στο πλαίσιο αυτό η ελληνική κυβέρνηση είχε εξαγγείλει ένα πρόγραμμα απολιγνιτοποίησης, το οποίο είναι σταδιακό. Εξ αρχής είχαμε πει ότι θα παραμείνει ενεργής μία μονάδα έτσι ώστε να υπάρχουν οι αναγκαίες εφεδρείες», σημείωσε διεξοδικώς για να συμπεράνει, «δεν αλλάζει το στρατηγικό μας σχέδιο για την απολιγνιτοποίηση, απλώς γίνονται κάποιες σημειακές παρεμβάσεις ώστε να διασφαλίσουμε επάρκεια».

Στηλίτευσε όμως και την υποκρισία, όπως είπε, της αξιωματικής αντιπολίτευσης, καθότι «κατά τη διάρκεια της 5ετούς θητείας της προηγούμενης διακυβέρνησης η λιγνιτική παραγωγή μειώθηκε κατά 50%». Ως εκ τούτου, θα πρέπει να κάνει την αυτοκριτική της, πρόσθεσε.

Ή με το θύμα, ή με το θύμα και το θύτη

Για την ομιλία Ζελένσκι και το βιντεοσκοπημένο μήνυμα των δύο στρατιωτών του τάγματος Αζόφ, είπε: «Δεν θα μείνω στο ζήτημα της παρουσίας των δύο συγκεκριμένων στρατιωτών, ούτως ή άλλως ήταν επιλογή του Προέδρου Ζελένσκι να εμφανισθούν. Θα μείνω στη μεγάλη εικόνα και η οποία είναι πάρα πολύ σαφής: εδώ έχουμε δύο πολύ συγκεκριμένους δρόμους και δεν υπάρχει τρίτος… Ή είμαστε με το θύμα ή επιμερίζουμε τις ευθύνες και στο θύτη και στο θύμα. Εμείς στεκόμαστε με την ελευθερία και τη δημοκρατία και ευρισκόμαστε στο πλευρό εκείνων οι οποίοι αυτή τη στιγμή δέχονται μια επίθεση, η οποία είναι εντελώς αναίτια και παράνομη».

Και έκλεισε το σχόλιό του στο εν λόγω θέμα με την επισήμανση, «η επαμφοτερίζουσα στάση, “είμαστε απόντες” ή “είμαστε παρόντες – απόντες”, είναι εντελώς υποκριτική και υποκρύπτει, κατά τη γνώμη μου, ιδιοτελή πολιτικά μικρο-συμφέροντα».