«Η διαφύλαξη της δημόσιας υγείας για μας είναι πάντοτε πρωταρχικό ζήτημα, εάν απαιτηθεί να κάνουμε κάποιες διορθωτικές κινήσεις ειδικά στο κομμάτι της Αττικής, αυτό θα γίνει». Το μήνυμα αυτό έστειλε λίγο πριν τις κρίσιμες αποφάσεις ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης σε συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό Mega. «Η Ελλάδα έχει επιδείξει ένα πολύ υψηλό επίπεδο συμμόρφωσης στα μέτρα, η κοινωνία απεδείχθη πολύ πιο ώριμη από εκείνο που ο καθένας θα περίμενε», υπογράμμισε.

Ξεκινώντας από τη γενική τοποθέτηση ότι «η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα σε μια σχετικώς καλή κατάσταση», επικαλέστηκε τις εικόνες από το εξωτερικό, από χώρες που δεν είναι πολύ μακρινές από εμάς, όπως η Πορτογαλία. «Θεωρούμε ότι βρισκόμαστε ακόμη σε μια ανεκτή φάση της επιδημίας», εκτίμησε ο υπουργός Επικρατείας με την ταυτόχρονη διευκρίνιση, ότι «αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να εφησυχάζουμε. Η βασική παραδοχή μας ήταν: ακούμε τους υγειονομικούς μας, παίρνουμε γρήγορα μέτρα έτσι ώστε αντανακλαστικά να δημιουργούμε όσο το δυνατόν ένα πιο ισχυρό ανάχωμα στην εξάπλωση της επιδημίας».

Όμως, «η Αττική είναι μια πολύ ιδιαίτερη περίπτωση, νομίζω δεν έχει φθάσει ακόμη στο όριο του συναγερμού, αλλά επειδή είναι πολύ μεγάλη η κλίμακα από την άποψη του πληθυσμού και επειδή οι νοσοκομειακές δομές είναι πεπερασμένες, για τον λόγο αυτό πρέπει να έχουμε μια επιφύλαξη παραπάνω, έτσι ώστε πάντοτε να δρούμε προληπτικά», εξήγησε ειδικότερα για την πρωτεύουσα.

Στο σημείο αυτό της συνέντευξης επικαλέστηκε το παράδειγμα της Θεσσαλονίκης, εκεί όπου υπήρχε «εκθετική αύξηση, χωρίς να υπάρχουν τα δεδομένα που δικαιολογούν μια τέτοια γεωμετρική άνοδο», γεγονός που «μας έχει δημιουργήσει μια πρόσθετη επιφύλαξη στα δεδομένα. Για τον λόγο αυτό θα δρούμε πάντοτε προληπτικά. Η διαφύλαξη της δημόσιας υγείας για μας είναι πάντοτε πρωταρχικό ζήτημα, εάν απαιτηθεί να κάνουμε κάποιες διορθωτικές κινήσεις ειδικά στο κομμάτι της Αττικής, αυτό θα γίνει», διαβεβαίωσε τους Αθηναίους.

Ταυτοχρόνως θύμισε ότι «η εβδομάδα που πέρασε, ήταν μια εβδομάδα κατά την οποία λειτούργησε το λιανεμπόριο, υπήρξε μια σημαντική κυκλοφορία, δεν ήταν ακόμη διαπιστωμένο ποια είναι η συνεισφορά του λιανεμπορίου στη μικρή αύξηση των επιδημιολογικών δεδομένων στην Αττική», για να υπογραμμίσει ξανά ότι «σε κάθε περίπτωση η επιθυμία μας είναι να δράσουμε προληπτικά».

Για τα σχολεία ειδικότερα σημείωσε ότι «η δευτεροβάθμια εκπαίδευση πρόκειται να λειτουργήσει τη Δευτέρα, αν χρειαστεί να κάνουμε κάποιες διορθωτικές κινήσεις εκεί, αυτές θα γίνουν».

Και, εν κατακλείδι για την πρωτεύουσα, «να δούμε πρώτον, εάν η Αττική μπει στις επιδημιολογικά επιτηρούμενες περιοχές, δηλαδή στις ‘κόκκινες’ περιοχές και το δεύτερο να δούμε ποιοι κανόνες θα εφαρμοσθούν στις περιοχές αυτές. Υπάρχει πάντα η δυνατότητα στην επιτροπή των υγειονομικών να κάνει κάποιες επιμέρους διορθώσεις στους κανόνες, έτσι ώστε να καθίστανται πιο λειτουργικοί», δήλωσε.

Σε άλλο σημείο της συνέντευξης, επικαλέστηκε τον πιο πρόσφατο χάρτη του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων, σύμφωνα με τον οποίον η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της Ευρώπης που εξακολουθεί να διατηρεί «πράσινες», δηλαδή καθαρές, περιοχές.

Ερωτηθείς για τις αντιδράσεις σε κράτη της Ευρώπης, σημείωσε εμφατικά ότι «η Ελλάδα έχει επιδείξει ένα πολύ υψηλό επίπεδο συμμόρφωσης στα μέτρα, η κοινωνία απεδείχθη πολύ πιο ώριμη από εκείνο που ο καθένας θα περίμενε. Η ίδια η κοινωνία είναι εκείνη στην οποία πρέπει πρώτα από όλα να πιστωθεί η όποια επιτυχία στη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης. Σε όλη την Ευρώπη υπάρχει ένα γενικότερο κύμα αντίδρασης, στην Ελλάδα δεν έχει υπάρξει», ανέφερε ακόμη ο κ. Γεραπετρίτης, εκφράζοντας συγχρόνως την ελπίδα του ότι «σε γενικές γραμμές δεν θα υπάρξουν μεγάλες αντιδράσεις».

Διάθεση της κυβέρνησης δεν είναι να επιβάλει μέτρα καταστολής

Για το θέμα των πορειών και της χθεσινής κινητοποίησης, ο υπουργός Επικρατείας υπογράμμισε τη «διάθεση της κυβέρνησης, που δεν είναι να επιβάλει μέτρα καταστολής, αλλά να διαφυλάξει πρώτα από όλα τη δημόσια υγεία -και αυτό θα πράξουμε». Είναι, βεβαίως, «ένα συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα που θα πρέπει πάντα να σταθμίζεται», εν τούτοις «θα υπάρξουν οι όποιες προβλεπόμενες κυρώσεις, όταν θα υπάρχει υπέρβαση του μέτρου, ο καθένας είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του, υπάρχει ατομική και συλλογική ευθύνη».

Προδιάθεση της κυβέρνησης εξάλλου είναι «να μη δημιουργούμε κοινωνική ένταση με παράπλευρες σοβαρές συνέπειες. Εκείνοι οι οποίοι σήμερα βγαίνουν στους δρόμους, εξωθούν με τη δική τους ρητορική να γίνονται αυτού του τύπου οι συγκεντρώσεις, δεν νομιμοποιούνται να διαμαρτυρηθούν σε μεταγενέστερο χρόνο για την τυχόν έξαρση», διεμήνυσε. Για τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ -Προοδευτική Συμμαχία ειδικότερα, παρατήρησε ότι υποστήριξε σαφώς την κινητοποίηση, επιπλέον στελέχη του συμμετείχαν σε αυτήν. «Οι πολίτες θα αξιολογήσουν αν είναι πράξη ευθύνης υπό τις δεδομένες υγειονομικές συνθήκες ή όχι», έκλεισε τη σχετική αναφορά.

Στο ερώτημα όμως γιατί η κυβέρνηση επιλέγει τώρα, μεσούσης της πανδημίας, να καταθέσει το νομοσχέδιο για τα πανεπιστήμια, ο Γ. Γεραπετρίτης απάντησε λέγοντας πως «μια τέτοιου τύπου στάση θα σήμαινε στάση εργασίας για την κυβέρνηση. Η κυβέρνηση δεν βρίσκεται εδώ μόνο για τη διαχείριση της κρίσης, βρίσκεται εδώ γιατί έχει μια εντολή από τους Έλληνες πολίτες να πράξει ένα μεταρρυθμιστικό έργο. Το έργο αυτό δεν μπορεί να βρίσκεται σε αναστολή εκ του γεγονότος των υγειονομικών συνθηκών, η κοινωνία η ίδια απαιτεί να προχωρήσουμε με ριζικές τομές», ανέφερε χαρακτηριστικά διαβεβαιώνοντας παράλληλα ότι: «Με περισσότερη περίσκεψη προχωράμε στο νομοθετικό μας έργο, στις μεταρρυθμίσεις, που ήταν μέρος του προεκλογικού μας λόγου, άρα έχουν εγκριθεί από το εκλογικό σώμα και για το λόγο αυτό μετρημένα θα προχωρήσουμε. Σε μεταγενέστερο χρόνο θα έλθουν και περισσότερες μεταρρυθμίσεις, αλλά επειδή είναι άγνωστο για πόσο χρόνο ακόμη θα μας ταλαιπωρεί η πανδημία, δεν μπορεί να έχουμε μια πολιτική στάση εργασιών».

Κλείνοντας την αναφορά του στον πόλεμο κατά της πανδημίας, επανέλαβε την κυβερνητική στρατηγική, σύμφωνα με την οποία «κάθε Παρασκευή η υγειονομική επιτροπή εισηγείται τα μέτρα που θεωρεί ότι είναι σκόπιμο να ληφθούν για την επόμενη εβδομάδα. Η κυβέρνηση λαμβάνει τις εισηγήσεις αυτές, τις αξιολογεί και τις μετατρέπει σε ρυθμιστικό περιβάλλον. Η κυβέρνηση διατηρεί πάντοτε το δικαίωμα να έλθει και να δημιουργήσει ένα πλαίσιο, το οποίο να διαφοροποιείται κατά τι από την υγειονομική επιτροπή, η δική μας προδιάθεση είναι πάντοτε να ακούμε τους ειδικούς». Και μάλιστα, επισήμανε ότι «ορισμένες φορές κατά το παρελθόν η κυβέρνηση αποφάσισε να πάει ένα βήμα πιο αυστηρά σε ό,τι αφορά το κομμάτι των μέτρων σε σχέση με το τι είχε εισηγηθεί η επιτροπή ποτέ όμως ηπιότερα. Αν η υγειονομική επιτροπή εισηγηθεί σήμερα κάτι, σας διαβεβαιώνω ότι η κυβέρνηση θα το υιοθετήσει και ίσως πάει ένα βήμα πιο αυστηρά».

Δεύτερο θέμα της συνέντευξης, ήταν ο απόηχος της πρόσφατης συνέντευξης του πρώην πρωθυπουργού, Αντώνη Σαμαρά, στην «Καθημερινή»: «Ο κ. Σαμαράς δεν είναι μια τυχαία προσωπικότητα στο χώρο της Νέας Δημοκρατίας και της πολιτικής. Πρόκειται για πρώην πρωθυπουργό, η γνώμη και η κρίση του οποίου είναι απολύτως σεβαστή και έχει κάθε δικαίωμα, πολύ περισσότερο από τον καθένα, να την εκθέτει. Είναι δε, γνωστές οι απόψεις του κ. Σαμαρά και απολύτως σεβαστές. Ο κ. Σαμαράς, όπως και κάθε πρώην πρωθυπουργός, έχει απόλυτο το δικαίωμα ψήφου και γνώμης και για το λόγο αυτό θα είναι απολύτως σεβαστή η όποια του επιλογή».

Για τις σχέσεις της χώρας μας με τον βόρειο γείτονά μας, θύμισε ότι «η Νέα Δημοκρατία είχε εγκαίρως τοποθετηθεί ότι η Συμφωνία με τη Βόρεια Μακεδονία έχει πολλά ‘γκρίζα’ σημεία και δεν έχει άμεσα επωφελείς συνέπειες για τη χώρα. Από την άλλη πλευρά, οφείλουμε να δεχθούμε τη συνέχεια του κράτους», εξήγησε και κατέληξε: «θα σεβαστούμε τη Συμφωνία διότι η Ελλάδα είναι ένα κράτος δικαίου και κράτος συνέχειας -και σε αυτή τη στάση θεωρώ ότι το σύνολο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας συντάσσεται απολύτως».

Για αγωγές Τσίπρα

Ερωτηθείς, τέλος, για τις αγωγές του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα, κατά δύο δημοσιογράφων, ο Γιώργος Γεραπετρίτης επικαλέστηκε την προσωπική του πεποίθηση που τον συνοδεύει, όπως τόνισε, από τα ακαδημαϊκά του χρόνια, πριν μπει δηλαδή στην πολιτική αρένα: «οποιοσδήποτε εκτίθεται στη δημόσια σφαίρα, θα πρέπει να είναι πολύ πιο ανεκτικός από τον καθένα. Έκθεση σημαίνει ανοχή», για να συμπληρώσει ότι η «δημόσια κριτική είναι στοιχείο της Δημοκρατίας» και «ο δημοσιογράφος έχει έναν ρόλο θεματοφύλακα του πολιτεύματος». Συμπερασματικώς, «τέτοιου τύπου ενέργειες δεν βοηθούν στην εμπέδωση μιας δημοκρατίας που θα στηρίζεται στην ελευθερία της κρίσης και της γνώμης».