Μήνυμα ότι χωρίς τις δημόσιες υποδομές δεν υπάρχει ούτε πραγματική ανάπτυξη, ούτε προσέλκυση επενδύσεων, ούτε δημιουργία θέσεων εργασίας, έστειλε ο υφυπουργός Υποδομών και Μεταφορών, αρμόδιος για τις Υποδομές, Γιώργος Καραγιάννης, αναφερόμενος στα μεγάλα έργα που γίνονται στη Θεσσαλονίκη, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Μακεδονία της Κυριακής».

Ο υφυπουργός Υποδομών επισήμανε τη σημαντική στροφή που έγινε επί κυβερνήσεως Κυριάκου Μητσοτάκη και άλλαξε όλη τη φιλοσοφία γύρω από τις υποδομές καθώς στόχος από την πρώτη στιγμή ήταν να αναδειχθεί «η προστιθέμενη αξία των δημοσίων επενδύσεων, των νέων χρηματοδοτικών εργαλείων και η σημασία των μεγάλων και εμβληματικών έργων. Χωρίς τις δημόσιες υποδομές δεν υπάρχει ούτε πραγματική ανάπτυξη, ούτε προσέλκυση επενδύσεων, ούτε δημιουργία θέσεων εργασίας» σημείωσε.

Ειδικότερα για τη Θεσσαλονίκη ανέφερε ότι βρίσκεται σε εξέλιξη η υλοποίηση ενός καλοσχεδιασμένου προγράμματος έργων ύψους περίπου 5 δισ. ευρώ που αφορά την πόλη αλλά και την ευρύτερη περιοχή.

«Είναι προγραμματική δέσμευση της κυβέρνησης, ότι η Θεσσαλονίκη τα επόμενα χρόνια θα είναι μία διαφορετική, σύγχρονη ευρωπαϊκή πόλη που θα προσελκύει επενδύσεις» σημείωσε και απέδωσε τη στασιμότητα της προηγούμενης δεκαετίας της κρίσης «στις περιοριστικές πολιτικές αλλά και σε λανθασμένες επιλογές της περιόδου 2015-2019».

Ο κ. Καραγιάννης αναγνώρισε την ανάγκη που είχε επί χρόνια η πόλη για μεγάλα έργα υποδομών και εξωστρέφεια προκειμένου να αναδείξει τον μητροπολιτικό της ρόλο στα Βαλκάνια και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη γενικότερα. Να διασφαλίσει την ισχυρή της θέση στην γεωπολιτική δυναμική της ευρύτερης περιοχής. «Ωστόσο, για χρόνια, τα έργα άρχιζαν και τελείωναν σε εξαγγελίες ή σε μουσαμάδες» σχολίασε.

Μάλιστα, σύμφωνα με τον κ. Καραγιάννη τα ανοιχτά, στημένα και ενεργά εργοτάξια αποτελούν απόδειξη της νέας αντίληψης στα δημόσια έργα και ένας τρόπος για να αρθεί «η δικαιολογημένη, μερικές φορές, δυσπιστία των κατοίκων. Είναι αλήθεια ακόμη πως στη Θεσσαλονίκη υπήρχε ιστορικά μία έντονη τάση υπερπολιτικοποίησης των έργων.

Γι’ αυτό πρέπει να πάψουμε να πολιτικοποιούμε τα έργα υποδομής. Να γίνουμε όλοι πιο υπεύθυνοι και να κατανοήσουμε ότι τα έργα γίνονται για τις επόμενες γενιές και όχι για τις επόμενες εκλογές. Να έχουμε μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και να είμαστε περισσότερο αισιόδοξοι για το μέλλον» υπογράμμισε.

Για το FlyOver ανέφερε ότι «πρόκειται για ένα έργο ιδανικά σχεδιασμένο για τη Θεσσαλονίκη, έναν υπερσύγχρονο εναέριο αυτοκινητόδρομο, χωρίς διόδια, που θα αλλάξει την καθημερινότητα της πόλης» πρόσθεσε.

Σύμφωνα με τον κ. Καραγιάννη «το καινοτόμο αυτό έργο, με τη μεγαλύτερη εναέρια οδό στην Ελλάδα, προϋπολογισμού 373 εκατομμυρίων ευρώ, θα ανακουφίσει την Ανατολική Περιφερειακή και κατά επέκταση τη διαμπερή κίνηση μέσα στην πόλη. O διαγωνισμός έτρεξε σε πρωτόγνωρους ρυθμούς, για τα ελληνικά δεδομένα και πλέον στο τέλος του έτους θα εγκατασταθούν τα πρώτα εργοτάξια για να ξεκινήσει η κατασκευή του».

Σε ό, τι αφορά το Μετρό της Θεσσαλονίκης ο κ. Καραγιάννης τόνισε ότι «όσο κάποιοι επιδίδονται επίμονα σε μια στείρα και άγονη αντιπαράθεση, εμείς στο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών με τον Κώστα Καραμανλή εργαζόμαστε εντατικά για να παραδώσουμε το εμβληματικό αυτό έργο στη Θεσσαλονίκη στο τέλος του 2023». Επανέλαβε τη θέση του υπουργείου ότι η Θεσσαλονίκη θα έχει και Μετρό και αρχαία καθώς και τη δέσμευση να αναδειχθούν με τον μέγιστο σεβασμό τα αρχαιολογικά ευρήματα, στηριζόμενοι ταυτόχρονα στην τεχνική επιστήμη.

Σε ό, τι αφορά τη σύνδεση της πόλης με τη Χαλκιδική, ο κ. Καραγιάννης, σημείωσε ότι στόχος του υπουργείου είναι το «ορφανό» χιλιόμετρο της Ποτίδαιας να δοθεί σε χρήση στις αρχές του καλοκαιριού και στην πρώτη μεγάλη έξοδο των εκδρομέων στη Χαλκιδική, το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος η μετακίνηση να γίνει χωρίς ταλαιπωρία.

Υπενθύμισε ότι, έχουν ήδη παραδοθεί στην κυκλοφορία και «τα πρώτα χιλιόμετρα, και μάλιστα της νέας χάραξης, στο τμήμα Θέρμη-Γαλάτιστα, ενώ το έργο θα ολοκληρωθεί το φθινόπωρο, πολύ νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα».

Ερωτηθείς σχετικά, ο κ. Καραγιάννης υπογράμμισε τη σημασία της γέφυρας του ποταμού Αλιάκμονα, στον αυτοκινητόδρομο ΠΑΘΕ με κατεύθυνση προς Θεσσαλονίκη, στο τμήμα Μαλιακός-Κλειδί. «Είναι κομβικό για την ευρύτερη περιοχή της Κεντρικής Μακεδονίας.

Ένα έργο που έχει ήδη ολοκληρωθεί κατά 50% και εκτιμούμε ότι μέσα στο 2022 θα παραδοθεί προς χρήση στους πολίτες» σημείωσε. Όπως είπε «με την ολοκλήρωση αυτού του έργου θα επιτευχθεί η αναβάθμιση της ΠΑΘΕ στο τμήμα της Κεντρικής Μακεδονίας, και θα συμβάλλουμε στη τοπική βιώσιμη κινητικότητα προσώπων και εμπορευμάτων».

Στη συνέχεια ο υφυπουργός Υποδομών αναφέρθηκε στη ριζική αναβάθμιση του οδικού άξονα Θεσσαλονίκη-Έδεσσα,συνολικού μήκους περίπου 80χλμ και προϋπολογισμού 419 εκατομμυρίων ευρώ, στο οποίο περιλαμβάνεται και η λειτουργία και η συντήρηση.

«Και το έργο αυτό εκτελείται στην καρδιά της Κεντρικής Μακεδονίας, είναι νευραλγικής σημασίας, εκτείνεται από το νομό Θεσσαλονίκης έως και το νομό Πέλλας. Το έργο θα μειώσει τους χρόνους διαδρομής, και άρα το κόστος, θα προσδώσει νέα στανταρς οδικής ασφάλειας, και θα φέρει την πόλη και την βιομηχανική περιοχή κοντύτερα στην παραγωγική ενδοχώρα της Πέλλας και της Περιφέρειας γενικότερα».

Σχετικά με την κατασκευή της οδικής σύνδεσης του 6ου προβλήτα του Λιμένα Θεσσαλονίκης με τον ΠΑΘΕ και την Εγνατία Οδό, ο κ. Καραγιάννης αφού τόνισε ότι το έργο που βρισκόταν στον «αέρα» για χρόνια, πλέον γίνεται πραγματικότητα, χαρακτήρισε το έργο «στρατηγικής σημασίας».

Όπως εξήγησε «θα αυξήσει σημαντικά τις δυνατότητες των συνδυασμένων μεταφορών αλλά και τη συνολική ανταγωνιστικότητα του Λιμένα Θεσσαλονίκης» ενώ «η ανάπτυξη του λιμανιού φέρνει ανάπτυξη στην πόλη, μεγάλες επενδύσεις και θέσεις εργασίας». Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, προκηρύχθηκε, σύμφωνα με τον υφυπουργό Υποδομών και η σιδηροδρομική σύνδεση του 6ου προβλήτα.

«Στόχος μας είναι να μετατρέψουμε το λιμάνι σε εμπορευματικό κόμβο μεταφορών και logistics στη Βόρεια Ελλάδα και με άμεση θετική επιρροή στις βαλκανικές αγορές» σημείωσε. Ο κ. Καραγιάννης εξήγησε ότι την ευρύτερη εικόνα συμπληρώνει το κομβικό έργο του Προαστιακού Σιδηροδρόμου Δυτικής Θεσσαλονίκης.

«Η Δυτική Θεσσαλονίκη χρειάζεται υποδομές, καλύτερη προσπέλαση ώστε να τονωθεί η κινητικότητα, η διασυνδεσιμότητα και η τοπική οικονομία των δυναμικών δήμων της περιοχής» τόνισε και πρόσθεσε ότι από το μεγάλο πακέτο σιδηροδρομικών έργων ύψους 4,5 δισ. ευρώ, τα περισσότερα αφορούν τη Θεσσαλονίκη.

«Μιλώντας για το λιμάνι, το σιδηρόδρομο και τις οδικές υποδομές πρέπει να σκεφτόμαστε πάντα και το νέο σύγχρονο αεροδρόμιο που έχει παραδοθεί, αφού έτσι νοηματοδοτείται η Θεσσαλονίκη ως υπερτοπικός διαμεταφορικός κόμβος» υπογράμμισε.

Ο Υφυπουργός Υποδομών αναφέρθηκε και στη σημασία των μικρότερων έργων μεγάλης σημασίας για την καθημερινότητα των πολιτών τονίζοντας ότι «επιδιώκουμε μια πόλη ζωντανή, ασφαλή, υγιή, βιώσιμη». Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται «παρεμβάσεις που αφορούν σε αντιπλημμυρικά έργα αλλά και τις σχολικές μονάδες, με επίκεντρο και των δύο, τη Δυτική Θεσσαλονίκη».

Ειδικότερα για τις σχολικές μονάδες «το έργο, προϋπολογισμού 129 εκατομμυρίων ευρώ, περιλαμβάνει την κατασκευή 17 υπερσύγχρονων, βιοκλιματικών, ενεργειακά αναβαθμισμένων σχολικών μονάδων και μέσα στο β’ τρίμηνο του 2022 θα έχουμε τον προσωρινό ανάδοχο. Θα έχουμε και εδώ εργοτάξια μέσα στο έτος».

Σχετικά με τον ΟΑΣΘ, ο κ. Καραγιάννης τόνισε ότι «οι δημόσιες συγκοινωνίες και η αναβάθμισή τους είναι ακρογωνιαίος λίθος, για να επιτύχει μια ευρύτερη συγκοινωνιακή πολιτική». «Σε καθημερινή βάση κυκλοφορούν μέχρι και 460 λεωφορεία και πλέον διατίθενται επιπλέον οχήματα τα οποία μπορούν να προστεθούν στον ενεργό στόλο. Για να γίνει αυτό, προχωράμε σε ενέργειες για τη σταδιακή επαναφορά περίπου 100 οδηγών στο τιμόνι των λεωφορείων» ανέφερε.

Ο κ. Καραγιάννης σκιαγραφώντας την ολιστική προσέγγιση του Υπουργείου Υποδομών στο ζήτημα των υποδομών τόνισε ότι αυτή τη στιγμή «υπάρχει ήδη ένα πλούσιο πακέτο έργων νέας γενιάς, σε διάφορες φάσεις εκτέλεσης. Είτε συνεχίζουν σταματημένα έργα, είτε είναι επανασχεδιασμός εξ’ αρχής, τα ονομάζω έργα νέας γενιάς, γιατί ενσωματώνουν τα σύγχρονα ευρωπαϊκά προτάγματα: βιώσιμη και αειφόρα ανάπτυξη, φιλικά στο περιβάλλον, με ενσωμάτωση της κλιματικής παραμέτρου και με στόχο την κλιματική ουδετερότητα το 2050».