O προορισμός μιας καλά σχεδιασμένης οικονομικής πολιτικής ακόμη και στην περίοδο της πανδημίας είναι ορατός με κινήσεις προσαρμογής, επανασχεδιασμού πρωτοβουλιών και δράσεων προκειμένου να καλυφθούν οι απώλειες της κρίσης. Αυτό τονίζει σε συνέντευξή του, που δημοσιεύεται σήμερα στο Reader, ο υφυπουργός Εξωτερικών σε θέματα Οικονομικής Διπλωματίας και Εξωστρέφειας Κώστας Φραγκογιάννης.

Στο πλαίσιο αυτό η κυβέρνηση, όπως αναφέρει, είναι έτοιμη να ανακοινώσει κι άλλες εμβληματικές επενδύσεις, έπειτα από αυτή της Microsoft. Αποσαφηνίζει ότι οι επενδύσεις των επιχειρήσεων τεχνολογίας σε συνδυασμό με τις προοπτικές ανάπτυξης του ενεργειακού τομέα είναι τα πρώτα σημάδια της εξωστρέφειας που έθεσε ως κύριο πυλώνα της η κυβέρνηση από την αρχή της θητείας της.

Με βάση αυτά τα δεδομένα τόνισε ότι σύντομα θα ανακοινωθούν και άλλες εμβληματικές επενδύσεις, και από άλλες χώρες, εκτός των ΗΠΑ. «Στόχος μας» είπε «είναι πέραν των παραδοσιακών επενδύσεων στον κλάδο του τουρισμού, και των κατασκευών να προσφέρουμε την δυνατότητα διαφοροποιημένων προοπτικών για επενδύσεις έρευνας και τεχνολογίας, κινηματογραφικών στούντιο, και παραγωγών που θα δώσουν χώρο στην ανάπτυξη και συμπληρωματικών επιχειρηματικών cluster γύρω από κάθε μεγάλη επένδυση».

Σχετικά με την πρόσφατη επίσκεψή του στο Ιράκ και το άνοιγμα προς τον αραβικό κόσμο ο υφυπουργός Εξωτερικών επισήμανε ότι «η επίσκεψη είχε πραγματικά μεγάλη οικονομική και γεωπολιτική σημασία για τη συνεργασία των δύο χωρών, αλλά και για τη διασφάλιση της θέσης που επιδιώκουμε να αποκτήσει η ελληνική επιχειρηματικότητα στην αποκατάσταση του ΙΡΑΚ μετά τις καταστροφές που υπέστη». Αναφέρθηκε, επίσης, και στα δύο μνημόνια συνεργασίας που υπογράφηκαν.

Ο Κώστας Φραγκογιάννης ερωτηθείς αναφορικά με την επικείμενη επίσκεψή του στα Σκόπια διευκρίνισε ότι «οι διμερείς σχέσεις Ελλάδας και Βόρειας Μακεδονίας έχουν εισέλθει στην φάση της πλήρους εφαρμογής των συμφωνηθέντων από την συνθήκη των Πρεσπών στο σύνολό της». Και πρόσθεσε: «Χρειάζεται πολύ δουλειά για να ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία. Στην επίσκεψη θα συζητηθούν θέματα διπλής φορολογίας αλλά και ευρύτερα οι οικονομικές σχέσεις επικεντρώνοντας την προσοχή μας σε θέματα διανομής ενεργειακών πόρων στα δυτικά βαλκάνια και στην κεντρική Ευρώπη».

Απαντώντας σχετικά με την υποψηφιότητα της ‘Αννας Διαμαντοπούλου στον ΟΟΣΑ τόνισε ότι αυτή αποτελεί μία υπερκομματική επιλογή, με πολυδιάστατη επιστημονική και κοινωνική διαδρομή, εκφράζοντας την άποψη ότι «μια πιθανή κατάκτηση της κορυφαίας θέσης στον ΟΟΣΑ από μια Ελληνίδα πολιτικό, θα σηματοδοτήσει τη δυναμική της αλλαγής που συντελείται στη χώρα. Θα γίνει η αιχμή αλλαγής στην συνείδηση της διεθνούς κοινότητας για την Ελλάδα και θα γίνει ταυτόχρονα η αρχή της ευθύνης για το πολιτικό σύστημα».