Οι Πρόεδροι των τριών κύριων θεσμικών οργάνων της ΕΕ θα συναντηθούν στη Bazoches-sur-Guyonne (Γαλλία) για να συζητήσουν για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και για τις τρέχουσες γεωπολιτικές προκλήσεις. Θα συζητήσουν για το μέλλον της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της επικείμενης Διάσκεψης για το Μέλλον της Ευρώπης, των τρεχουσών γεωπολιτικών προκλήσεων, καθώς και για την κλιματική αλλαγή και την ψηφιακή μετάβαση.

του Στράτου Γεραγώτη*

Αντιμέτωποι με τις μεγάλες  γεωπολιτικές αλλαγές αυτών των  τελευταίων ετών και τη βίαιη επιτάχυνση των γεγονότων  στο πέρασμα από το 2019 στο  2020, οι Ευρωπαίοι ηγέτες αποφάσισαν να προσπαθήσουν να επανεξετάσουν  την πορεία των ευρωπαϊκών θεσμικών μεταρρυθμίσεων με απώτερο σκοπό την οικοδόμηση μιας νέας  Ευρώπης, ικανή να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις μεγάλες προκλήσεις της  αρχής  της νέας  χιλιετίας.

Με την ώθηση της Γαλλίας και της Γερμανίας, άρχισε  η διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης, ένα είδος ανοιχτού διαλόγου  που θα διαρκέσει έως τον Ιούνιο του 2022. Ακόμη και αν δεν υπάρχουν ακόμη όλες οι λεπτομέρειες, το συνέδριο θα πρέπει να προεδρεύεται από μια αξιόπιστη πολιτική προσωπικότητα και μια ομάδα καθοδήγησης εμπειρογνωμόνων και μελετητών, με τη συμμετοχή όλων των χωρών μελών της ΕΕ και όλων των θεσμικών οργάνων της ΕΕ.

Αυτή είναι ίσως η τελευταία ευκαιρία που  έχουν οι Ευρωπαίοι ηγέτες  ώστε  να προσπαθήσουν να νικήσουν τους εθνικούς εγωισμούς, τις νέο-εξαρτησίες και τους νέο-λαϊκισμούς  που έχουν μπλοκάρει την ευρωπαϊκή δράση και πρωτοβουλία   τα τελευταία χρόνια, υποβιβάζοντας  την ΕΕ σε ρόλο υποστηρικτικού ρόλου σε σχέση με τους μεγάλους διεθνείς παίχτες παρόντες  στο παγκόσμιο γίγνεσθαι.

Τα πρόσφατα γεγονότα στο Ιράν και στη Λιβύη επιβεβαίωσαν ότι καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις ΗΠΑ και τη Ρωσία μόνη της, για να μην αναφέρουμε την Κίνα που εμφανίζεται όλο και περισσότερο στη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή (μερικά από τα όπλα που χρησιμοποιούνται στις λιβυκές μάχες προέρχονται από την  Κίνα) και την νεο-οθωμανική πολιτική και τον κυνισμό του  Ερντογάν. Αυτή η νέα γεωπολιτική κατάσταση, η οποία αλλάζει συνεχώς, μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο μέσω μιας κοινής ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής και όχι μέσω μη ρεαλιστικών εθνικών δράσεων, όπως δυστυχώς συνέβη πολύ συχνά τα τελευταία χρόνια.

Επομένως, η ιδέα είναι να καταστεί η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεσματικότερη και πιο συνεκτική, ξεκινώντας από τις μεταρρυθμίσεις των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων που θα πρέπει να έχουν περισσότερη εξουσία από τα εθνικά κράτη. Φαντάζει ως  μια ιδέα  απίθανο να πραγματοποιηθεί λαμβάνοντας υπόψη  την τρέχουσα κατάσταση και τις εσωτερικές ισορροπίες στην Ευρώπη, όπου τα κράτη τείνουν όλο και περισσότερο να κλείνονται  σ τον εαυτό τους, ξεχνώντας ότι η επιδίωξη του κοινού συμφέροντος σημαίνει, συμφέρον για όλη την Ευρώπη.

Φαίνεται πολύ απίθανο ότι οι αμφισβητούμενοι Ευρωπαίοι ηγέτες θα βρουν το έναυσμα και την έμπνευση για να ξεκινήσουν με γόνιμο τρόπο τη δύσκολη και σύνθετη πορεία της θεσμικής μεταρρύθμισης.  Δύσκολο να ποντάρει  κανείς στην επιτυχία αυτού του στοιχήματος. Η  Ευρώπη στις μεγάλες  προκλήσεις αυτής της εποχής (με εξαίρεση ίσως την αλλαγή του κλίματος), αποδείχτηκε  κατώτερη των περιστάσεων.

Αναφέρομαι  στην Ευρωπαϊκή Συνέλευση, η οποία με την καθοδήγηση του Valery Giscard d ‘Estaing, μεταξύ 2001 και 2003 συνέταξε  το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα. Ήταν ένα πείραμα μεγάλου θάρρους και οράματος, αλλά όλοι γνωρίζουμε το πώς τελείωσε. Την άνοιξη του 2005 δημοψηφίσματα στη Γαλλία και την Ολλανδία απέρριψαν το Σύνταγμα και η Ευρώπη βυθίστηκε σε μια πολιτική κρίση από την οποία δεν ανέκαμψε ποτέ και που επιδεινώθηκε στη συνέχεια από τη μεγάλη οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2007.

Όσο αναφορά τα οικονομικά: εδώ έχουμε να κάνουμε  με  οικονομικούς κύκλους των οποίων η εκτιμώμενη διάρκεια είναι  7/8 χρόνια.  Κανείς όμως δεν αναφέρεται στους γεωπολιτικούς  κύκλους  οι οποίοι  διαρκούν μερικές δεκαετίες. Εδώ, ο κόσμος είναι αντιμέτωπος με την καμπή της ιστορίας, στο τέλος κάθε  γεωπολιτικού κύκλου ξεκινούν  νέες  παγκόσμιες  ισορροπίες. Η αντίληψη αυτή είναι ευρέως διαδεδομένη στις ευρωπαϊκές καγκελαρίες και, ως εκ τούτου, θα  πρέπει να επιταχυνθούν τα σχέδια για τις αναγκαίες αλλαγές στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Για να επέλθουν αλλαγές στα θεσμικά όργανα, δεν είναι απαραίτητη η βούληση των ίδιων των θεσμικών οργάνων. Χρειαζόμαστε τη βούληση των κρατών και των ηγετών τους. Εάν εξετάσουμε  τα τελευταία απογοητευτικά χρόνια, τότε δυστυχώς δεν θα  έχουμε καμία ελπίδα για το μέλλον. Όμως  η Ευρώπη ήταν πάντα σε θέση να εκπλήσσει. Στο χείλος του γκρεμού, πάντα έβρισκε το απαραίτητο  θάρρος και δύναμη. Αυτό συνέβη πολλές φορές μέσα στην διάρκεια της ιστορίας  όταν έφτανε  η αποφασιστική στιγμή.  Και αυτή η στιγμή έφτασε.


*O Στράτος Γεραγώτης είναι τ. Καθηγητής Ευρωπαϊκού Δικαίου και Πολιτικής στο Παν/μιο της Pavia της Ιταλίας