Μηδενικό χρόνο προσαρμογής θα έχει η νέα κυβέρνηση καθώς θα κληθεί δύο μήνες μετά την εκλογή της, στις 7 Ιουλίου, να παρουσιάσει στους Ευρωπαίους το σχέδιο της για να καλυφθούν αφενός οι δημοσιονομικές τρύπες και αφετέρου οι τεράστιες καθυστερήσεις σε συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις, που αφήνει κληρονομιά η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.

Μπορεί στο Eurogroup της 8ης Ιουλίου να μην έχει προλάβει να ορκιστεί νέος υπουργός Οικονομικών αλλά στη συνέχεια στο δίμηνο Σεπτεμβρίου – Οκτωβρίου θα κριθούν τα πάντα για τις δημοσιονομικές εξελίξεις τόσο του τρέχοντος έτους όσο και του επομένου. Από τις Βρυξέλλες έχει σταλεί το μήνυμα ότι η τελική κοστολόγηση των μέτρων που ελήφθησαν πριν τις ευρωεκλογές θα γίνει το Σεπτέμβριο και αναμένεται στο Eurogroup του ίδιου μήνα να ληφθούν αποφάσεις για τη «συμμόρφωση» της Ελλάδας. Με δεδομένο ότι οι Θεσμοί θεωρούν ότι θα προκύψει υστέρηση πάνω από 1,9 δις ευρώ σε σχέση με τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ εκτιμάται ότι είναι εξαιρετικά πιθανό να ζητήσουν πρόσθετα διορθωτικά μέτρα για το υπόλοιπο του τρέχοντος έτους. Βέβαια δεν υπάρχει περίπτωση να δοθεί στην Ελλάδα η επόμενη δόση (από τα κέρδη επί ελληνικών ομολόγων) ύψους 644 εκατ. ευρώ, ενώ δεν τίθεται και θέμα πρόωρης αποπληρωμής δανείων του ΔΝΤ 3,7 δις ευρώ αφού η κυβέρνηση παρά τις διθυραμβικές δηλώσεις περί «αποπομπής του ΔΝΤ» δεν κατέθεσε τελικά επίσημο αίτημα. Επιπρόσθετα η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να παρουσιάσει στις αρχές Οκτωβρίου το προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2020 και τα βασικά ερωτήματα είναι αν θα προκύψει δημοσιονομικό περιθώριο για μειώσεις φορολογικών συντελεστών και αν θα συναινέσουν οι εταίροι για μη εφαρμογή της μείωσης του αφορολόγητου.Μετά την 3η έκθεση ενισχυμένης εποπτείας οι προθέσεις των εταίρων παρουσιάστηκαν και σε 9σέλιδο κείμενο συστάσεων του πρόσφατου Ecofin . «Το Πρόγραμμα Σταθερότητας και οι εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής του 2019 δεν περιλαμβάνουν τα νέα μόνιμα μέτρα που ανακοινώθηκαν και εγκρίθηκαν λίγο μετά την ημερομηνία υποβολής και την καταληκτική ημερομηνία, αντιστοίχως. Η Επιτροπή εκτιμά ότι ο δημοσιονομικός αντίκτυπος των εν λόγω μέτρων θα υπερβεί το 1,0 % του ΑΕΠ το 2019 και τα επόμενα έτη. Εκτιμάται επίσης ότι η έγκριση αυτών των νέων μέτρων θέτει σε κίνδυνο την επίτευξη του συμφωνηθέντος στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα», αναφέρεται χαρακτηριστικά σε αυτό και προστίθεται πως το Φθινόπωρο θα γίνει επαναξιολόγηση αυτών των μέτρων, δηλαδή της αποκαλούμενης «13η σύνταξης» και των μειώσεων του ΦΠΑ.